ΕΑΝ   ΘΕΛΕΤΕ

ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ

ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

 

«Σταυρωθέντα καί ταφέντα…»

Ἁγίου ΚΥΡΙΛΛΟΥ Ἱεροσολύμων

(ἀποσπάσματα ἀπό τήν ΙΓ’ Κατήχηση)

 

 

 

 

 

 

Γ΄ Κυριακή των Νηστειών –
της Σταυροπροσκυνήσεως

 

Στιχηρό Προσόμοιο

Ἦχος πλ. β’ 

Αἱ Ἀγγελικαὶ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ 

Νῦν Ἀγγελικαί, στρατιαὶ δορυφοροῦσι, Ξύλον τὸ σεπτόν,
εὐλαβῶς περικυκλοῦσαι, καὶ πάντας συγκαλοῦσαι,
τοὺς πιστοὺς εἰς προσκύνησιν. Δεῦτε οὖν νηστεία φαιδρυνθέντες,
προσπέσωμεν αὐτῷ χαρᾷ καὶ φόβῳ, πιστῶς κράζοντες·
Χαίροις ὁ τίμιος Σταυρός, τοῦ Κόσμου ἀσφάλεια.


Στιχηρό, Τριῳδίου 
Ἦχος πλ. α’ 
Χαίροις ἀσκητικῶν ἀληθῶς ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ 

Λάμψον ὁ τοῦ Κυρίου Σταυρὸς τὰς φεγγοβόλους ἀστραπάς σου τῆς χάριτος
καρδίας τῶν σὲ τιμώντων καὶ θεολήπτῳ στοργῇ,
περιπτυσσομένων κοσμοπόθητε, δι’ οὗ τῶν δακρύων, ἐξηφανίσθη κατήφεια
καὶ τοῦ θανάτου, τῶν παγίδων ἐρρύσθημεν, καὶ πρὸς ἄληκτον,
εὐφροσύνην μετήλθομεν, δεῖξον τῆς ὡραιότητος
τῆς σῆς τὴν εὐπρέπειαν τὰς ἀντιδόσεις παρέχων τῆς ἐγκρατείας τοῖς δούλοις σου
πιστῶς αἰτουμένοις σὴν πλουσίαν προστασίαν καὶ μέγα ἔλεος.

Θεοτοκίον 

Ἦχος πλ. β’ 

Αἱ Ἀγγελικαὶ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ 

Ὅτε τῷ σταυρῷ προσηλούμενον ἑώρα,
Λόγε τοῦ Θεοῦ ἡ ἀσπόρως σε τεκοῦσα ἠλάλαζε βοῶσα·
οἴμοι τέκνον γλυκύτατον! τίς σου ἡ ταπείνωσις Θεέ μου;
πῶς ὁ ἀπαθής τὸ πάθος φέρεις ἀδίκῳ κρίματι;
Ὑμνολογῶ σου τὴν φρικτὴν καὶ ἄκραν συγκατάβασιν.

 

Ἀπόστιχο Προσόμοιο 

Ἦχος β’ 

Οἶκος τοῦ Εὐφραθᾶ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ 

Λυθέντες τῶν δεσμῶν, τῆς πάλαι καταδίκης,
πιστοὶ Σταυροῦ τῷ ξύλῳ, τὸν ἐν αὐτῷ παγέντᾳ,

Χριστὸν δοξολογήσωμεν.

 

Κάθισμα τοῦ Σταυροῦ, Πολυέλεος 
Ἦχος πλ. δ’ 
Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ 
Ἐν Παραδείσῳ μὲν τὸ πρίν, ξύλῳ ἐγύμνωσεν, ἐ
πὶ τῇ γεύσει ὁ ἐχθρός, εἰσφέρων νέκρωσιν,
τοῦ Σταυροῦ δὲ τὸ ξύλον, τῆς ζωῆς τὸ ἔνδυμα,
ἀνθρώποις φέρον ἐπάγη ἐπὶ τῆς γῆς,
καὶ Κόσμος ὅλος ἐπλήσθη πάσης χαρᾶς, ὃν ὁρῶντες προσκυνούμενον,
Θεῷ ἐν πίστει λαοὶ συμφώνως ἀνακράξωμεν, πλήρης δόξης ὁ οἶκος αὐτοῦ.

 


Στιχηρὀ τοῦ Σταυροῦ Προσόμοιο 

Ἦχος δ’ 

Ὡς γενναῖον ἐν Μάρτυσιν ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ 

Ἐν φωναῖς ἀλαλάξωμεν, ἐν ᾠδαῖς μεγαλύνωμεν, τ
ὸν Σταυρὸν τὸν τίμιον, ἀσπαζόμενοι,
καὶ πρὸς αὐτὸν ἐκβοήσωμεν· Σταυρὲ πανσεβάσμιε,
καθαγίασον ἡμῶν τὰς ψυχάς καὶ τὰ σώματα, τῇ δυνάμει σου,
καὶ παντοίας ἐκ βλάβης ἐναντίων, διατήρησον ἀτρώτους
τοὺς εὐσεβῶς προσκυνοῦντάς σε.

 

 

Ομιλία Αγίου Γερμανού Α΄ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως:

Στην προσκύνηση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού

«Φωτίζου, φωτίζου Ιερουσαλήμ. Ήκει γαρ σου το φως και η δόξα Κυρίου επί σε ανέτειλεν». Σήμερα το μεγαλήγορον στόμα του προφήτου Ησαϊου προσκομίζει στην εξ εθνών Εκκλησία τα χαρμόσυνα ευαγγέλια.

Και ακριβώς επειδή προέρχονται από γλώσσα πυρωμένην από την βρώση του θεοϋποστάτου άνθρακος, είναι λαμπρά και μεγαλειώδη, αλλά ταυτοχρόνως διαβόητα και βροντοηχή, επειδή κατέρχονται από το ουράνιον ύψος του Αγίου Πνεύματος. Διότι πράγματι τοιαύτη είναι η φωνή του Προφήτου, ώστε να διατρέχη τον ουρανόν και να περικυκλώνη την γήν.

«Άκου γαρ, λέγει, ουρανέ, και ενωτίζου η γη». Και όταν αρχίζει ο Προφήτης το θεόπνευστον κήρυγμά του, εκδηλώνεται αμέσως το βροντώδες του λόγου του. Όμως εδώ δεν κηρύττει μόνον, αλλά απαστράπτει φως υπέρλαμπρον και διαυγές, και προσκαλεί στον λιμένα της παρακλήσεως όσους πλέουν μέσα στο πέλαγος της νηστείας.

Προευαγγελίζομαι, βροντοφωνάζει ο Προφήτης, ότι ήδη έφθασε το φως της Αναστάσεως, προς την οποία σπεύδετε να καταπαύσετε, και για την οποία τρέχετε εναγωνίως. Και από πού καθίσταται φανερόν αυτό; Η δόξα Κυρίου ήδη ανέτειλε στην νέαν Ιερουσαλήμ. Και δόξα Κυρίου, αναντιρρήτως, είναι ο Θείος Σταυρός, ο οποίος ως φαεινός όρθρος εμφανίζεται σήμερα, και εξακοντίζει τις πρώτες ακτίνες του Ηλίου της δικαιοσύνης. Πράγματι, στην παρούσα εορτήν έχουμε μνήμην φωτός, και μάλιστα φωτός ανεσπέρου, που φωτίζει όσους ευρίσκονται στο σκότος της ακηδίας. Εκεί όμως, κατά την εορτήν της Αναστάσεως, πρόκειται για την μεγίστη πανήγυρη, για την εορτή των εορτών.

Ας μη σκυθρωπάζη κανείς από τους τροφίμους της νηστείας, ούτε να ανταλλάσση την ημερότητα του προσώπου του με την σκοτεινήν έκφρασιν της κατηφείας. Ας προσέλθωμε στην ανατολήν του τιμίου Σταυρού, και ας φωτισθούμε, και τα πρόσωπά μας δεν θα καταισχυνθούν. «Σημειωθήτω εφ’ ημάς το φως του προσώπου Κυρίου», θα λάμψουν τα πρόσωπά μας όπως ο Ήλιος, και τότε οι σκοτεινόμορφοι δαίμονες θα φύγουν μακρυά μας, μή δυνάμενοι να μας ατενίσουν κατά πρόσωπον. Και εγώ με την σειρά μου, ο πρώτος της εκκλησιαστικής αυτής συναθροίσεως και χοράρχης της χάριτος, παρακαλώ να με καταυγάση πλουσίως αυτό το θείον φως του Σταυρού και εύχομαι να αναφλέξη την θρυαλλίδα της γλώσσης μου και να ανάψη εντός μου άσβεστον θείον πυρ. Αλλά με πληροφορεί και με πείθει συγχρόνως η θέρμη της πίστεως που κινείται μέσα μου, πως ήδη φέρω αυτό το άγιον πυρ. Και ιδού! Το πυρ και τα ξύλα του Σταυρού ευρίσκονται εμπρός στην γλώσσα μου για να χρησιμεύσουν ως υλικόν των επαίνων της σημερινής εορτής. Πού είναι λοιπόν το πρόβατον που θα θυσιάσωμε σήμερα προς δόξαν Θεού, για να παρατεθή στην συνέχεια προς βρώση σε όλους εσάς τους πνευματικούς συνδαιτυμόνες;

Ο Θεός θα χορηγήση αυτό το άθυτον θύμα και ζων σφάγιον, όπως εχορήγησε προς χάριν της ψυχικής ωφελείας μας γονιμότητα στην άκαρπο διάνοιά μου. Αυτός που δύναται να αναστήση από τους λίθους γνήσια τέκνα του πατριάρχου Αβραάμ, καθώς κάποτε ανέστησε τον Ισαάκ από την λιθώδη μήτρα της Σάρρας.

Πράγματι «εσημειώθη εφ’ ημάς το φως του προσώπου Κυρίου» με την εμφάνιση και προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού. Αγιάζονται τα χείλη και οι οφθαλμοί μας, καθώς ατενίζουμε και ασπαζόμεθα το θεότευκτον όργανον της σωτηρίας μας. Εν τω μεταξύ, ας τολμήσωμε να μεταφερθούμε νοερώς στον πολυθρύλλητον Παράδεισον της Εδέμ. Είμαι βέβαιος ότι η φλογίνη ρομφαία θα υποχωρήση, αφού έχει σημειωθή επάνω μας η σφραγίς του Χριστού, επειδή ευλαβείται απολύτως το φως του Δεσποτικού προσώπου. Μάλιστα θα μεταστρέψη για λίγο το φλογερόν και απειλητικόν της φύσεώς της σε φωτεινόν και ήμερον.

Διότι πράγματι ο Δεσπότης Χριστός δεν ανέβη στoν Σταυρόν για να κρίνη τoν κόσμον, αλλά για να προσηλώση στο ξύλον το χειρόγραφον των αμαρτιών μας, και να σβήση τα παλαιά οφειλήματά μας με το πανυπέρτιμον Αίμα του. Και η φλογίνη ρομφαία θα στρέψη τα νώτα ενώπιόν μας, εφ’ όσον προς χάριν μας ο Δεσπότης Χριστός εδέχθη στα νώτα του μαστιγώσεις. Ούτε πάλι θα μας αποπέμψη ως βδελυκτούς και αχρήστους δούλους. Επειδή γνωρίζει πως όλοι ιατρευθήκαμε από τις πληγές του Χριστού, και ότι όσα στίγματα μας προξένησε ο εχθρός τα ανέλαβε όλα επάνω Του, ο μόνος αναμάρτητος. Αλλά ούτε καν θα μας εμποδίση στο ελάχιστο. Και αυτό για πολλούς λόγους. Κυρίως όμως, διότι τα στόματα των πιστών είναι πεπληρωμένα από την χάρη της υμνολογίας του Σταυρού και την δόξα του Εσταυρωμένου. Αντιθέτως μάλιστα θα μας ασπασθή με άγιον φίλημα, εξ αιτίας της πίστεως και αφοσιώσεώς μας στoν κοινόν Δεσπότη μας Ιησούν Χριστόν.

Εξ άλλου είναι φιλάνθρωπες οι τάξεις των αγγέλων, και έχουν ως αφορμήν εορτής την μετάνοια των αμαρτωλών. Και αν ακόμη αναδίδουν δυσοσμία τα στόματα από την ασιτίαν, εν τούτοις προσφέρονται ως θυμίαμα εύοσμον, ευάρεστον ενώπιον του Θεού. Άλλωστε τούτο γίνεται φανερόν και από τα αντίθετα. Διότι, όταν οι προπάτορές μας εμασούσαν ακόμη τον καρπόν της παρακοής, και ενώ ο καρπός ήταν ευώδης, εν τούτοις το στόμα τους ήταν δύσοσμο και βρωμερόν, αφού περιείχε μέσα τους αρραβώνες της διαφθοράς μας. Όταν λοιπόν ετρυγήθη και κατεβροχθίσθη ο καρπός του ξύλου του Παραδείσου, τότε απεδείχθη πικρότερος και από την χολήν, και προεκάλεσε σ’ εμέ τον άνθρωπον τέτοια σκοτοδίνη, ώστε να θεωρώ πως όλα περιστρέφονται. Και ενώ ευρισκόμουν στο μέσον του Παραδείσου, να νομίζω ότι ημπορώ να κρυφθώ, επειδή αντιλαμβανόμουν το θρόισμα των φύλλων ως βήματα ποδών.

Από τότε όμως που ο Χριστός εταπείνωσε τον εαυτόν του και έγινε υπήκοος στoν Θεόν Πατέρα «μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού», τότε μετετράπη ο Σταυρός σε ξύλον υπακοής και φωτίζει την διάνοιά μας, αρωματίζει το στόμα, στηρίζει την καρδία μας, και μεταδίδει τον καρπόν της αιωνίου ζωής. Αναιρείται έτσι ο καρπός της παρακοής από τον καρπόν της υπακοής. Εκεί συμβαίνει απομάκρυνσις από τον Θεόν, και εξορία από το ξύλον της ζωής και το «επιστρέψεις εις γην, εξ ης ελήφθης». Εδώ πραγματοποιείται οικείωσις με τον Θεόν και η υπόσχεσις: «όταν υψωθώ, πάντας ελκύσω προς εμαυτόν». Η πολυπόθητος όντως αυτή υπόσχεσις! Εκεί προηγήθη η ηδονή και ηκολούθησε η οδύνη. Αντιθέτως, εδώ την οδύνην, το εκούσιον Πάθος και την πικράν γεύση της χολής ακολουθεί η κατοικία των ευφραινομένων πρωτοτόκων στους ουρανούς, κατάπαυσις και άχραντος ηδονή. Εκεί επραγματοποιήθη κατάβασις από το ύψος στην κοιλάδα του κλαυθμώνος. Η φύσις εξέπεσε τόσο που δεν εσταμάτησε παρά μόνον αφού εστάθη και ανεκόπη η ορμή της επάνω στην αρραγή πέτρα του Χριστού και στο ξύλον του Σταυρού, σε αυτά τα δύο τόσο στερεά και ακράδαντα στηρίγματα. Και τα μεν παλαιά έτσι έχουν.

Όσον όμως για τα νέα και ιδικά μας, ή καλύτερα για την κατά Χριστόν οδό, την οποίαν ο ίδιος ως άνθρωπος εχάραξε, πρόκειται για πολύ απότομον και ανηφορικόν δρόμο. Διότι οδεύει τον τραχύν ανήφορο του Σταυρού, ταλαιπωρεί τα πόδια με την συνεχή ορθοστασία στην προσευχή, τα χέρια εντέλλεται να υψώνωνται ικετευτικώς όλην την ημέρα προς τον Θεόν, και το στόμα πάλι το καταξηραίνει με την νηστεία. Όλες αυτές οι φαινομενικές οδύνες έχουν γράψει το βιβλίο του Σταυρού. οποιος δεν αναλαμβάνει στα χέρια του το βιβλίον αυτό και δεν ακολουθεί οπίσω από τον διδάσκαλο, και διδάσκαλος βεβαίως είναι ο Χριστός, τότε ως ράθυμος και οκνηρός μαθητής, θα διαγραφή από τον χορόν των υπολοίπων μαθητών. Όταν λοιπόν έτσι συμμορφωθούμε με το φρόνημα του Σταυρού, τότε κανένα εμπόδιο δεν θα μας παρουσιάση η φλογίνη ρομφαία, αλλά θα ημπορέσωμε να εισέλθωμε στο αρχαίον ενδιαίτημα των προπατόρων μας, τον Παράδεισον. Εκεί θα συλλέξωμε τα καταλληλότερα για την περίσταση, και αφού πλέξωμε στέφανον εγκωμίων, θα καταστέψωμε με αυτόν τον Τίμιον Σταυρόν. Ούτως ευρισκόμεθα κάποτε σε χώραν μακάρων και κατοικούσαμε τον θεοφύτευτον Παράδεισο, τόπον ατελευτήτου τρυφής. Εδώ ήσαν οι δοξολογικές φωνές και ο ήχος των εορταζόντων, και υμνολογίες ουρανίων αγγέλων οι οποίοι επευφημούσαν τον Θεόν. Ο άνθρωπος, ευρισκόμενος στον Παράδεισον, έψαλλε κατά αντιφωνία με τα αγγελικά τάγματα, και ολόκληρος η κτίσις εβοούσε δοξολογικώς: «δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη». Πράγματι, η αγαθότης του Θεού είχε πλουσίως υπερεκχυθή σε εμάς. Διότι χωρίς να έχη προσφέρει τίποτε ο άνθρωπος, εχειροτονήθη από τον Θεόν βασιλεύς όλων των επιγείων κτισμάτων Του. Γι’ αυτό λέγει ο ψαλμωδός «Συ γαρ έπλασάς με, και έθηκας επ’ εμέ την χείρα Σου». Γιατί όμως να παρασιωπώ τα θαυμαστότερα; Προτού να σχηματισθώ στην κοιλία της μητρός μου, και εννοώ την μεγάλη μητέρα όλων μας, την γην, συσκέπτεται ο Άγιος Θεός πώς να με πλάση. Και μόνον εμένα από όλα τα κτίσματά του με έπλασε «κατ’ εικόνα» του, μου έδωσε την μοναδικήν αυτήν δυνατότητα γνώσεως της εν μιά Θεότητι μοναρχικής Τριάδος των προσώπων.

Αυτός που συνέστησε τα πάντα με μόνον το θέλημά του, για εμένα τον τρίπηχυ, τον βραχυδιάστατον, τον πεζόν, τον γυμνόν από οποιαδήποτε φυσικήν περιβολή, συσκέπτεται και προμελετά σε ποίον θα είναι όμοιος αυτός που πρόκειται να πλασθή, ποία κτίσματα θα εξουσιάζη και μέχρι πού θα φθάνη η εξουσία του. Τον καθιστά κεφαλήν όσων ίπτανται επάνω από την κεφαλή του. Υποτάσσει στον δίποδα τα τετράποδα. Όσα πλέουν στον βυθό της θαλάσσης υποδουλώνει στον πεζόν άνθρωπο. Και δεν είναι μεγάλα αυτά, μολονότι είναι τοιούτου είδους. Ας έλθω στο μεγαλύτερο. Τοποθετούμαι πλησίον του Θεού του Υψίστου, εγώ που είμαι πλήρης ακανθών και συνεχώς ρέπω προς τα κάτω, εγώ ο πήλινος γίνομαι συμμέτοχος στον δήμο των πυρίνων λειτουργών. Ιδικό μου ενδιαίτημα γίνεται ο Παράδεισος. Στα αμέτρητα αγαθά του Παραδείσου καθίσταμαι εγώ κύριος και δεσπότης.

Μου δίδεται λύχνος λαμπρός, για να βλέπω και να προστατεύω όλα αυτά τα καλά πράγματα, και παραλλήλως λαμβάνω την εντολή να επαγρυπνώ για την φύλαξη όλων αυτών των αγαθών. Εγώ όμως δεν γνωρίζω τι έπαθα και ενύσταξα στη φύλαξη των αγαθών. Τότε ο σκοτεινόμορφος Σατάν βλέπει με βλέμμα φθονερό τα αγαθά μου και με πλησιάζει πλήρης υποκρισίας, με το προσωπείον κάποιου από τους πολύ οικείους μου. Με πλησιάζει με ημερότητα, ενώ αποδεικνύεται δολιότατος, και καταφέρνει ο κακομήχανος με ευλογοφανείς λόγους να με ξεγελάση και να σβήση τον λύχνον μου. Διότι λύχνος είναι ο θείος νόμος, όπως ο Προφήτης Δαυίδ τον ονομάζει. Και αφού μου κατέστρεψε κάθε θεόσδοτον δωρεά, με συνέλαβε και απεμακρύνθη γελώντας με αναίδεια για την αφέλειά μου.

Κι έτσι εγώ ο οικοδεσπότης καθίσταμαι γυμνός και έρημος των φωτομόρφων ενδυμάτων μου, οι οφθαλμοί μου δεν ατενίζουν πλέον προς την δόξαν της ουρανίου Βασιλείας και την αγιότητα αυτής, αλλά μάλλον στρέφονται προς την ιδικήν μου αισχύνην, την οποίαν προσπαθώ δηθεν να καλύψω. Αυτό είναι η απαρχή των συμφορών μου. Αρχίζουν τα πάθη μου να θεριεύουν το ένα μετά το άλλο. Προηγείται η ήττα της γαστρός μου από την ηδονήν του καρπού, και ακολουθεί η εμπάθεια των υπογαστρίων. Διότι, όπως λέγουν, τα φύλλα της συκής κατά φυσικήν τους ιδιότητα είναι πρόξενα γαργαλισμού. Σ’ αυτό το πάθος όταν περιέπεσε ο Προφήτης και βασιλεύς Δαβίδ, εθρηνούσε με πόνον και έλεγε: «Αι ψόαι μου ενεπλήσθησαν εμπαιγμάτων», εννοώντας κατ’ αρχήν τον εαυτόν του, αλλά περισσότερον ερχόμενος στην θέση του προπάτορος Αδάμ. Πράγματι, εάν ο άνθρωπος δεν είχε εμπαιχθή από τον Σατάν, όταν αυτός τον απεπλάνησε με τις ελπίδες της ισοθεϊας, θα κατέληγε ο τόσο μεγάλος όγκος των ελπίδων του στην περιβολήν των φύλλων της συκής;

Και ο γενναίος Σαμψών έλαβε πείρα των εμπαιγμάτων της σαρκός, όταν ετυφλώθη στους οφθαλμούς του από την μαινάδα Δαλιδά, και περιπαιζόμενος αλυσοδέθη από τους αλλοφύλους. Διότι έτσι γνωρίζει να αμείβη τους εραστάς της η εμπαθής ηδονή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο και εγώ που έχω περιβληθή με αγγελικήν τιμή «παρασυνεβλήθην τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις». Εφόσον υπεβίβασα την ροπήν της προαιρέσεώς μου στην γαστέρα, και ακολούθως υπέκυψα στις εμπάθειες των υπογαστρίων. Και εμαρτυρούσαν την μωρία μου τα δέρματα των προβάτων που εφόρεσα. Δεν μου επιτρέπεται στο εξής να απολαμβάνω την χλόην του Παραδείσου, σύμφωνα με την κρίση του Θεού για μένα. Διότι, ως λογικόν πρόβατο, δεν ήκουσα την φωνήν του ποιμένος μου που με έβοσκε «εν τόπω χλόης» και ουδέποτε μου εστέρησε κάτι. Από όλα τα ξύλα του Παραδείσου μου επέτρεψε να τρώγω, όμως υπερέβην στην ανοησία και τα άλογα κτήνη, αφού δεν διέκρινα καμμίαν διαφορά μεταξύ αυτών που με βλάπτουν και αυτών που με ωφελούν. Αυτού του είδους λοιπόν είναι τα δυστυχήματά μου, όσα μου προεξένησε η βρώσις του χλωρού ξύλου. Και τώρα είμαι απόκληρος της φυσικής μου πατρίδος και εξόριστος της ανεκφράστου μακαριότητος.

Παρατήρησε όμως με πόσες δωρεές με γεμίζει το ξηρόν ξύλο του Σταυρού. Μου χαρίζει την ζωήν αντί για τον θάνατον. Με ενδύει με φωτεινήν στολή για να καλύψη την γυμνότητά μου. Αντί για την παλαιάν κατάρα, πηγάζει κάθε ευλογία στην ζωή μου. Με καθιστά σύντροφον των ουρανίων αγγέλων, αντί της καταδίκης της επιστροφής μου στην γη, και τέλος σβήνει την πυρκαγιά των ηδυπαθειών που άναψε εντός μου η βρώσις του χλωρού ξύλου. Εύστοχα θα ημπορούσε να ειπή κανείς ότι, όπως το δηλητήριον του ζωντανού όφεως εξουδετερώνεται από την νεκράν σάρκα άλλου όφεως, η οποία θεραπεύει οποιον επλήγη από εκείνον τoν ζωντανόν, έτσι και εγώ ανέζησα από τoν υψωθέντα στον Σταυρό νενεκρωμένον Χριστόν. Διότι και εγώ προηγουμένως δεν εθανατώθην από τoν νοητόν όφι στην Εδέμ; Προτύπωσις Του Εσταυρωμένου Χριστού ήταν και ο άψυχος εκείνος όφις των Ισραηλιτών, που ήταν χάλκινος και δεν είχε θανατηφόρο δηλητήριο. Πράγματι” ο Δεσπότης μου Χριστός, ο οποίος έγινε άνθρωπος κατά αλήθειαν και ανέλαβε την ανθρωπίνην φύση που είχε προσβάλει ο πονηρός όφις, ήταν αμέτοχος από το δηλητήριον της αμαρτίας και τελείως ελεύθερος. Και σε όλους εμάς που είχαμε κακοποιηθεί από τoν αρχέκακον όφι, και έχουμε αναθέσει όλες μας τις ελπίδες σ’ Αυτόν που εκρεμάσθη στο Σταυρόν, χαρίζει την ζωήν και την αθανασίαν.

Αναμφιβόλως η ύψωσις του χαλκίνου όφεως στην έρημο ήταν προτύπωσις του μυστηρίου του Σταυρού. Και το λόγιον του Προφήτου Μωυσέως ότι «όψεσθε την ζωήν ημών κρεμαμένην απέναντι των οφθαλμών υμών», προστάζει τους Ισραηλίτες να στρέφουν τους οφθαλμούς των προς τoν χάλκινον όφι, όχι διότι είχε κάποιαν δύναμη το άψυχον ίνδαλμα, αλλά μόνον επειδή ήταν τύπος του Χριστού, όπως ακριβώς και η βάτος έμενε απρόσβλητος από την καυστικήν δύναμη του πυρός, όχι από κάποιαν ιδικήν της ιδιότητα, αλλά επειδή προετύπωνε την Θεοτόκον Μαρίαν, η οποία εβάστασε μέσα στην θνητήν και ανθρωπίνη φύση της το πυρ της Θεότητος. Από αυτό ημπορεί να μάθη ο εικονομάχος ότι οι τύποι των μεγάλων πραγμάτων είναι άξιοι σεβασμού, ανεξαρτήτως του υλικού από το οποίον αποτελούνται.

Εάν λοιπόν το αποκρουστικόν αυτό ομοίωμα του όφεως, με την ανάρτησή του στο ξύλο προετύπωνε την σταυρικήν θυσία του Θεανθρώπου και έδιδε ζωήν σε όσους είχαν καταδικασθή σε πικρόν θάνατο, τότε ποία ωφέλεια, ποία ζωή και αφθαρσία δεν θα χαρίζη η αληθινή Θεανδρική μορφή του Εσταυρωμένου; Πράγματι, εάν δεν ήταν προτύπωσις του Χριστού αυτό το χάλκινον κατασκεύασμα και δεν έσωζε όσους έβλεπαν προς αυτό, δεν υπήρχε κανένας λόγος να κατασκευασθή.

Δικαίως θα απορήση κανείς, πώς όταν κατεσκευάσθη ο χρυσός μόσχος και εστήθη έντεχνα επάνω σε βάθρο, κατεδικάσθησαν στον διά ξίφους θάνατον οι χρυσοχόοι, ενώ εδώ κατασκευάζεται χάλκινος όφις και ο Θεός απαλλάττει από πικρόν θάνατον όσους στρέφουν την προσοχή τους σ’ αυτό το άψυχο ξόανο. Ας σκεφθούμε λοιπόν ως εξής για να λύσωμε την εύλογον απορία. Κάθε θάνατος ο οποίος δεν επέρχεται από φυσικήν ασθένεια και δεν διαλύει ήρεμα το διφυές του ανθρώπου, αλλά προέρχεται από βία και επέρχεται πρόωρα, είναι επονείδιστος και υβριστικός. Επειδή όμως είχε ορισθή κατά την προαιώνιον βουλήν του Θεού να πραγματοποιηθή το κοσμωφελές μυστήριον του Σταυρού και ο νέος Αδάμ, ο Χριστός, με το ξύλο να αναζωώση τον παλαιόν Αδάμ, αυτόν που ενεκρώθη από την βρώση του ξύλου, έπρεπε να αποκατασταθή η κοινή αντίληψις των ανθρώπων για όσους έχουν κακόν θάνατο, διότι αυτό γινόταν σοβαρόν εμπόδιο να αποδεχθούν οι άνθρωποι το υπέρλογον μυστήριο της σταυρικής θυσίας του Χριστού. Ακόμη και ο Μωσαϊκός νόμος λέγει: «πας επί ξύλου κρεμάμενος επικατάρατος». Γι’ αυτό λοιπόν ο Θεός κατά τα θαυμαστά κρίματά του έδωσε δύναμη ζωοποιό σε ένα ξύλον, επάνω στο οποίον εκρεμάσθη ένα απεχθές χάλκινον ομοίωμα όφεως. Εστήθη μάλιστα υψηλά, ώστε να στρέφουν οι Ιουδαίοι προς το άψυχον αυτό και νεκρόν κατασκεύασμα τις ελπίδες τους για ζωή, διότι κατά Θείαν οικονομίαν είχε εξουσία ζωής επάνω τους.

Επιτρέψτε μου οι παρόντες να μεταχειρισθώ και με άλλον τρόπο το νόημα της σταυρικής θυσίας. Διότι η δύναμις του τιμίου Σταυρού πλουτίζει τον νου μου. Ως ράβδος δυνάμεως ο σωτήριος Σταυρός πλήττει την λιθώδη διάνοιά μου και αναβλύζει προς χάριν σας πόσιμον ύδωρ σοφίας. Συναντώ λοιπόν σε πολλά σημεία της Γραφής να αποκαλούνται οι Ιουδαίοι όφεις και γεννήματα εχιδνών», ακριβώς για να υποδηλωθή η εκδικητική τους μανία κατά των ευεργετών τους. Επειδή είχε προορισθή κατά θείαν βούληση να ανατείλη ο Κύριος από την οφιώδη φυλή των Ιουδαίων, τελείως αμέτοχος από το δηλητήριον της αμαρτίας και να γίνη πηγή αιωνίου ζωής διά του θανάτου Αυτού, μάλιστα δε θανάτου σταυρικού, σε όσους πιστεύουν σε Αυτόν, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο είχε προορισθή η ανάρτησις του χαλκίνου όφεως επάνω στο ξύλον εκείνο. Σύρονται λοιπόν πάλι μέσα στην έρημο πλήθος δηλητηριωδών όφεων, που με τα δήγματά τους πλήττουν τους οδοιπόρους και τους θανατώνουν. Αυτοί είναι όσοι ταλαιπωρούν αυτούς που πορεύονται στον δρόμον του Χριστού, και τους εμποδίζουνν να προσέλθουν στον Δεσπότην Χριστό για να εύρουν σωτηρίαν αιώνιον. Αυτά όσον αφορά τους Ιουδαίους. Ακολούθως αναφέρεται σ’ εκείνους που θέτουν εμπόδια στην πνευματικήν πρόοδο των αγωνιζομένων. «Φύλαξόν με, Κύριε, εκ χειρός αμαρτωλού, από ανθρώπων αδίκων εξελού με, οίτινες διελογίζοντο του υποσκελίσαι τα διαβήματά μου». Σε αυτούς τους ανθρωπομόρφους όφεις απευθυνόμενος ο Χριστός έλεγε: «Όταν υψώσητε τον Υιόν του ανθρώπου, τότε γνώσεσθε ότι εγώ ειμί». Διότι κρεμάμενος νεκρός επάνω στον Σταυρόν, εζωοποίησε αυτούς που είχαν πληγεί από το κεντρί του θανάτου.

Αυτά που ελέχθησαν αφορούν την δογματικήν πλευρά του θέματος. Ας αναφερθούμε όμως και στην ηθικήν πλευρά. Όταν ο αρχηγός της ζωής μας Χριστός, ο πλούσιος σε έλεος, κατεδέχθη την εκούσιον πτωχεία και ετελείωσε όλο το μυστήριον της οικονομίας, πολλές μυριάδες των κακοτρόπων Ιουδαίων, αφού έμεσαν το δηλητήριον της κακίας και εγκατέλειψαν τις πονηρίες και τις δολιότητες, επέλεξαν δε την ευθείαν οδό, ανήλθαν σε υψηλήν και ενάρετον πολιτεία, και ανύψωσαν σε όμοιον ζήλο ένα πολύ μεγάλο μέρος των ομογενών τους. Έχω τον Παύλο που συνηγορεί στον λόγον μου. Διότι και αυτός κάποτε ήταν όφις και γέννημα εχιδνών κατά των μαθητών του Χριστού, και τους εβασάνιζε και τους εθανάτωνε, και είχε νύκτα και ημέρα τα μάτια του ανοικτά, επιβουλευόμενος ανύστακτα τους Χριστολάτρες. Κάποτε όμως ετυφλώθησαν οι οφθαλμοί του, επειδή δεν έβλεπαν σωστά αλλά διεστραμμένα, και με τον τρόπον αυτόν εκένωσε το δηλητήριον της βλασφημίας, εξεδύθη την στολήν των Φαρισαίων και ενεδύθη διά του βαπτίσματος τον Χριστόν. Και καθώς έπεφταν οι λεπίδες των οφθαλμών του, ομοίαζαν με τα λέπια του όφεως. Δέχεται έτσι μέσα του όλον τον Χριστό και ανυψώνεται στην κατά Χριστόν πολιτείαν’. Έτσι ανυψώνεται στον σταυρό, νεκρώνει τα μέλη, παύει πλέον να ζη, μεταδίδει τον ζήλο σ’ εκείνους που θεωρεί σάρκα ιδικήν του, δηλαδή στους ομογενείς του και, ενώ είναι νεκρωμένοι από την αμαρτίαν, τους εμπνέει την ζωήν την αθάνατον.

Ενώ δηλαδή ο θανατηφόρος όφις έπληττε τα μέλη του Αποστόλου, έπαθε ο ίδιος αυτό το οποίο μανιωδώς απειλούσε να του προξενήση, επειδή η σάρκα του την οποίαν εγεύθη είχε συσταυρωθή με τον Χριστόν.

Έτσι ο Σταυρός θανατώνει συγχρόνως και ζωογονεί, όχι μόνον στην ξηρά, όπως παρέστησε το παράδειγμα, αλλά ακόμη και στην θάλασσα. Θυμήσου όσα συνέβησαν στην Ερυθρά. Εκεί εσχηματίσθη απλώς επάνω στα ύδατα ο τύπος του Σταυρού και έσωσε τον λαόν του Θεού, κατεπόντισε δε τους εχθρούς του Θεού.

Όλα αυτά είχαν προτυπωθή παλαιά από τους Προφήτες, εγράφησαν στον πίνακα του νοός των με τον δάκτυλο του αγίου Πνεύματος. Και οι προτυπώσεις παρεδόθησαν συμβολικώς σαν σε στηλογραφίαν, είχαν δε χαραχθή και σε ιερά βιβλία ως μάθημα για τις επερχόμενες γενεές επωφελέστατον. Ώστε όταν έλθουν τα πράγματα, να μη αμφισβητηθούν τα γράμματα, αλλά οι αναγνώστες παραβάλλοντας να αναγνωρίσουν τα σύμβολα, και από αυτά να δοξασθή ο υπερένδοξος, ο οποίος τόσο πολύ συγκατέβη και κατεδέχθη την φαινομενικήν ατιμίαν, για μας που έχουμε ατιμασθή εκ προαιρέσεως.

Πριν γίνη όμως αυτό, όλοι οι Προφήτες και οι δίκαιοι έχυναν δάκρυα συμπαθείας για τους προπάτορές μας. Και πώς να μην έχυναν, αφού εγνώριζαν οτι ο Χαμ, ο οποίος περιεγέλασε την γυμνότητα του πατρός του ευρίσκετο υπό κατάραν; Ο δε Δαβίδ έψαλλε περιπαθώς προς τους κειμένους μέσα στην γη γενάρχες την νεκρώσιμον ωδή: «Ως πρόβατα εν Άδη έθετο, θάνατος ποιμανεί αυτούς» και «ως πάχος γης ερράγησαν και διεσκορπίσθη τα οστά αυτών παρά τον Άδην». Τότε και ο Ησαϊας, ακολουθώντας μεγαλοφωνότερα την θρηνωδίαν του Δαβίδ, κτυπούσε το στήθος του οικειοποιούμενος ως υιός τα παθήματα των πατέρων και έλεγε: «Πάντες ως πρόβατα επλανήθημεν. Άνθρωπος τη οδώ αυτού επλανήθη», ελεεινολογώντας ολόκληρον την Αδαμιαίαν φύση. Και άλλος εθρηνολογουσε άλλα. Και όλοι μαζί συνέβαλλαν με τον Δαβίδ, προκρίνοντας αυτόν ως χοράρχη, σεβασμιώτερον για το βασιλικόν του αξίωμα, αλλά και εξ αιτίας της θεοπατορίας που του είχε προαναγγελθή: «Ο ποιμαίνων τον Ισραήλ πρόσχες, ο οδηγών ωσεί πρόβατον τον Ιωσήφ. Ο καθήμενος επί των Χερουβίμ εμφάνηθι». Είναι προφανής και εδώ η ομοίωσις με τον Ιωσήφ. Εκεί Αίγυπτος σκοτεινή, εδώ Άδης ο ζοφερώτατος. Φαραώ εκεί, ο τύραννος του Ισραήλ. Εδώ Σατάν, ο ακοίμητος εχθρός ολοκλήρου του ανθρωπίνου πληρώματος. Εταλαιπωρούντο εκεί οι Ισραηλίτες συλλέγοντας άχυρα για την κατασκευήν των πηλίνων πλίνθων, εδώ χάριν του ερυθρού πηλού της σαρκός, πικρός ιδρώτας των φιλοσάρκων, γι’ αυτήν όλος ο κόπος των φιλοκόσμων. Εδώ ο βαρύς και αμείλικτος επιστάτης της ζωής μας, ο ακοίμητος και τερατώδης μυρμηκολέων, ο οποίος μας εκβιάζει προς τα έργα του σκότους, άλλοτε αρπάζοντας και «ωρυόμενος και ζητών τίνα καταπίη», και άλλοτε κλέπτοντας τον σίτο των αρετών. Προσπαθεί με κάθε τρόπο να μας πείση ότι το μόνο που αξίζει είναι να συνάγωμε άχυρα. Άχυρο είναι η αμαρτία, επειδή χρησιμεύει σαν προσάναμμα του ασβέστου πυρός.

Γι’ αυτούς τους λόγους ο Κύριος, επειδή παρακολουθούσε την κακοποίηση της φύσεώς μας, επείγετο από την έμφυτο φιλανθρωπίαν του να πραγματοποιήση την προαιώνιον βουλήν, όπως προεγνώρισεν ο Ησαϊας, ο οποίος συγχαίροντας με όλον τον κατάλογον των Προφητών, ανέκραζε με την γλυκυτάτην του φωνήν εκ μέρους του Σωτήρος αυτό που είχε αφώνως ακούσει: «Νυν αναστήσομαι, νυν δοξασθήσομαι, νυν σωθήσομαι». Αυτά τα λόγια προμηνύουν την ανύψωση στον Σταυρόν, και την δόξαν με την οποίαν εδοξάσθη ο Μονογενής από τον Πατέρα επάνω στoν Σταυρόν αυτόν. Εγείρεται από τoν θρόνον του, κατέρχεται στην γην αμεταβάτως. Ενδύεται ως στολήν την φύσιν του πεπλανημένου προβάτου, από τα πάναγνα αίματα της Παρθένου, ώστε ο λύκος να επιτεθή και σ’ αυτόν ως συνήθως, ξεγελασμένος από την ομοιότητα, και έτσι να συντριβούν τα δόντια του όντως αμαρτωλού, από την ορμήν με την οποίαν επέπεσε κατά του αναμαρτήτου.

Ήταν επείγουσα γι’ αυτόν η αναζήτησις του απολωλότος προβάτου. Διότι μολονότι έγινε πρόβατο χάριν του προβάτου, ως Θεός όμως είναι και ποιμήν, που ανέλαβε την αποστολή να το επαναφέρη στην χλόη του Παραδείσου, όπου ήταν ο φυσικός και αρχικός του χώρος. Έρχεται να λάβη διά του ξύλου εκδίκηση για την ήττα που προήλθεν από το ξύλον, και να αποκρούση τον πάσσαλο με πάσσαλο, να εξαφανίση με όργανον κατάρας την κατάραν που εβλάστησεν από το ξύλο. Πλην όμως η νέα, η ιδική μας Ιαήλ, έτσι ονομάζω την Εκκλησίαν, προσκυνεί τoν νέον αυτόν πάσσαλον, ο οποίος κατετρόπωσε τoν πικρόν πολέμιον της φύσεώς μας. Έγινε με τoν τρόπον αυτόν όργανον της σωτηρίας, και συνέτριψε μεν την κακήν αυτού κεφαλήν, του δε Αδάμ την ανεζώωσεν, αφού μάλιστα εφυτεύθη ακριβώς επάνω από αυτήν. Έτσι εθεράπευσε την κεφαλαλγία που προήλθε από την επιβλαβή βρώση του ξύλου, επιφορτιζόμενος την κατάραν εκείνου, και καταργώντας την. Διότι δεν είναι πλέον όργανον κατάρας ο Σταυρός, αλλά ευλογίας. Επειδή έχει λεχθή ότι «ευλογείται ξύλον, δι’ ου γίνεται σωτηρία». Τόσων αγαθών αίτιος μας έγινεν ο Σταυρός, και σωτήριον διαβατήριον προς την αρχικήν μακαριότητα.

Πόσον αγαπητόν είναι το θυσιαστήριόν σου, Κύριε των δυνάμεων, στο οποίον εθυσιάσθης μεν ως αμνός, επεφορτίσθης δε την αμαρτίαν του κόσμου. Εκείνο ως άνθρωπος, αυτό δε ως Θεός. Διότι αν και εσταυρώθης από αδυναμίαν, εξ αιτίας της φθαρτής και εμπαθούς σαρκός σου, αλλά κατά την φύσιν σου είσαι Κύριος των αύλων δυνάμεων. Και η τελειότης της θεϊκής σου δυνάμεως εφανερώθη, όταν ηνώθη με την ανθρωπίνην αδυναμία, και αχρήστευσε τα νεύρα του κοινού τυράννου του γένους μας.

«Ουκ αναβιβασθήσεται επί το θυσιαστηριον Κυρίου πάσα ζύμη και παν μέλι», λέγει κάπου σκιωδώς η Γραφή, και εδώ υποκρύπτεται λόγος φωτοειδής. Διότι αν και αυτό φαίνεται ότι έχει λεχθεί για την πολύσαρκο Λευϊτικήν λατρείαν, εγώ το αναβιβάζω στο ύψος του Σταυρού, αποδίδοντας το νόημα του ρητού ως ακολούθως. Τι θέλει δηλαδή να ειπή ο λόγος αυτός; Το ιερόν αυτό χωρίον διατάσσει να συσταυρωνόμεθα με τον Χριστόν, και να συναποθαίνωμε με αυτόν ως προς τον κόσμον. Πείθεσθε, λέγει, σ’ αυτόν που σας καθοδηγεί στην τραχείαν οδό και υπακούετε, και τιμήσατε το θυσιαστήριόν του μη προσφέροντας τίποτε από αυτά που γλυκαίνουν την αίσθηση και παραλύουν προς ηδυπάθειαν. Διότι χαρακτηριστικόν του Σταυρού είναι η οδύνη, όχι η ηδονή. Η γεύσις της χολής, όχι του μέλιτος. Δεν δέχεται την Αιγυπτιακήν ζύμην το θυσιαστήριον του Χριστού. Είναι μεστή από ασέβειαν και αλαζονείαν. Ενώ ο Σταυρός είναι το σύμβολον της ταπεινώσεως και τρόπαιον της προς Θεόν ευσεβείας. Μετά δε την Ανάστασιν, έπαθλον της εμπίκρου διαγωγής και τραχείας διαβιώσεως είναι η βρώσις του μέλιτος, και η απόλαυσις της αφθόρου ηδονής. Έτσι λοιπόν ο Σταυρός είναι υπόθεσις ανδρείας και καυχήσεως, όχι εντροπής. Διότι το να θυσιάσει κάποιος τον εαυτόν του χάριν των δούλων του και να καταφρονήση τον θάνατον για την σωτηρίαν των πολλών είναι το μεγαλύτερο καύχημα. Αυτήν την έννοιαν έχει και το αναφερόμενον στην Γραφήν «άρσεν» σφάγιον το οποίον θυσιάζεται προς χάριν μας. Διότι ήλθε να τονώση την παράλυσιν αυτήν, η οποία αρχίζοντας από μίαν φιλήδονο γυναίκα μετεδόθη στον άνδρα, και εξεθήλυνε τον αρρενωπό χαρακτήρα του και το μικρό προζύμι, η μία πλευρά δηλαδή, εζύμωσε και εξωμοίωσε με τον εαυτόν της όλην την ανδρικήν ζύμη και της μετέδωσε την ιδικήν της μαλθακότητα. Από το οίδημα λοιπόν της αλαζονείας, που θα προέλθη από αυτού του είδους την ζύμωση, δεν θα αναβιβασθή τίποτε στο θυσιαστήριον του Χριστού, τον Σταυρόν. Διότι είναι παθοκτόνος ο ζωοποιός Σταυρός. Τι δε κοινόν υπάρχει μεταξύ νεκρότητος και τρυφής; Τι κοινόν μεταξύ χολής και ηδονής; Τι κοινόν μεταξύ του οίνου που ευφραίνει την σαρκίνην καρδία και της περιπαικτικής προσφοράς του όξους που τόσον ενοχλεί την αίσθησιν; Εκείνα ανήκουν στον παλαιόν Αδάμ και είναι εις βάρος μας, ενώ αυτά στο νέον και είναι προς όφελός μας. Εκείνα είναι του Αδάμ που έπεσε, αυτά του Χριστού που μας έσωσε.

Διδάσκομαι δε και να φιλοσοφώ σε παρόμοιες περιπτώσεις και να υπομένω εμπαιζόμενος. Διότι κακό δεν είναι το να υβρίζεσαι απλώς, αλλά το να υβρίζεσαι δικαίως. Ούτε είναι φοβερόν το να αποθάνης, αλλά το να αποθάνης εξ αιτίας κάποιας αμαρτίας. Και αντιθέτως, το να ριψοκινδυνεύσης χάριν της αληθείας είναι άξιον του υπερτάτου μακαρισμού.

Αυτό λοιπόν το ξύλον έχοντας ως πηδάλιο να το προσκυνής, από το οποίο κυβερνώμενος, ω άνθρωπε, δεν θα φοβηθής τα κύματα της πολυταράχου θαλάσσης του βίου τούτου. Επειδή δεν σου επιτρέπει να είσαι βαρυφορτωμένος, αλλά σε διδάσκει να ταξιδεύης ελαφρός και ετοιμοπόλεμος, τρέφοντας το σώμα όσο το δυνατόν λιτότερα. Έτσι, και αν πνεύσουν σαν ενάντιοι άνεμοι τα πνεύματα της πονηρίας, και εγείρουν σφοδράν την τρικυμίαν των πειρασμών κατά του σκάφους της ψυχής, συ θα μείνης αμετακίνητα στερεωμένος στoν Σταυρόν, αφού θα έχης σταθεροποιηθή από τον αναλλοίωτον φόβον του Θεού του Εσταυρωμένου. Με τον τρόπον αυτόν θα ξεπεράσης την εναέριον απειλήν, θα αποφύγης τoν καταποντισμόν από τους επιτιθεμένους θηριώδεις και ανημέρους πειρατάς, τους δαίμονες, και θα προσορμισθής στoν ακύμαντο λιμένα της Βασιλείας, όπου θα λάβης αμύθητα κέρδη από την διάθεση των εμπορευμάτων σου.

Αλλά, ω Σταυρέ, βασιλική κλίνη του ιδικού μας Σολομώντος, του πράου και ειρηνικού, η ειρήνη του οποίου δεν έχει όριον, διότι και η παλαιά Ιερουσαλήμ, στην οποία εβασίλευσεν ο φιλόκοσμος Σολομών, ήταν περιωρισμένη σε έκταση και περιφραγμένη από τείχη σαν βασιλική κλίνη. Ω κλίνη, στην οποίαν ανεπαύθη ο Βασιλεύς της δόξης και έκλινε αυτοπροαιρέτως την κεφαλή για να κοιμηθή εκουσίως ύπνον ζωηφόρον, και κοιμώμενος εξεπόρθησε τον ακοίμητον πολέμιον, και ελαφυραγώγησε τα βασίλεια του Άδου. Διότι αν και κατά τoν νόμον της νεκρώσεως είχε κοιμηθή, η καρδία του όμως αγρυπνούσε, αφού επέβλεπε και προνοούσε για τα πάντα, επειδή Αυτός μαζί με τoν Πατέρα και το Πνεύμα επιβλέπει και επισκοπεί το παν. Καρδίαν εννοώ την ζωοποιόν δύναμη της θεότητός του, με την οποίαν «ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν» όλοι όσοι αποτελούμε το σώμα της Εκκλησίας. Εσέ, την βασιλικήν κλίνην, «κυκλούσιν εξήκοντα δυνατοί» από τους ισχυρούς του Ισραήλ. Τoν αριθμόν εξήκοντα τoν ανάγω στο υπεροχικώτατον σύστημα των εξαπτερύγων, διότι δια μέσου κάθε εξαπτερύγου υπερλάμπει το φως της τελειότητος, το οποίον εμμέσως υποδηλώνεται με την δεκάδα επειδή αυτός ο αριθμός είναι τέλειος, και επειδή έχουν αποστολή να παρίστανται στην δόξα που έχεις ως σκήπτρον βασιλικόν, συσχηματίζονται με σένα λαμβάνοντας νέαν δόξα από την μίμησί σου. Συστέλλουν δηλαδή τις επάνω και τις κάτω πτέρυγες, τις δε μεσαίες τις απλώνουν εκατέρωθεν, και ιπτάμενα σταυροτύπως αλαλάζουν ασιγήτως τα νικητήρια. Από εδώ ο θεόπτης Ησαϊας, οραματιζόμενος την δόξαν σου εδίδαξε και άλλο μυστήριον: «Και απεστάλη προς με», λέγει, «εν των Σεραφίμ, και εν τη χειρί αυτού είχεν άνθρακα, ον τη λαβίδι έλαβεν εκ του θυσιαστηρίου και ήψατο του στόματός μου και είπεν. Ιδού ήψατο τούτο των χειλέων σου και αφελεί τας ανομίας σου, και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί».

Και τα δύο συγχρόνως, και τα της κλίνης και τα του θυσιαστηρίου, σε σένα συνέπεσαν. Το ένα για τoν εκούσιον ύπνον τoν οποίον εκοιμήθη και ύπνωσεν ο αθάνατος, και το άλλο για την σφαγήν που υπέστη προς χάριν μας, μα και για την υπερένδοξον Ιερουργίαν την οποίαν ο ίδιος ιερούργησε θυσιάζοντας τoν εαυτόν του υπέρ του κόσμου. Συ πιστεύουμε ότι είσαι το πλήρες διαπύρων ανθράκων θυσιαστήριον του αμνού του Θεού, διότι ξύλον το οποίον έχει καεί είναι και ο άνθρακας.

Όπως λοιπόν το πυρ της απαθούς Θεότητος του Αμνού, ο οποίος εθυσιάσθη επάνω σου, σε ανέφλεξε χωρίς να σε κατακαύση, έτσι και εμείς που σήμερα σε εγγίζουμε με τα χείλη, λαμβάνουμε από αυτό το πυρ κάθαρση των αμαρτημάτων, συμπτύσσοντας την λαβίδα των χειλέων φιληματικώς, και μεταδίδουμε το φως και τον αγιασμό στον έσω άνθρωπο που κατοικεί στο πήλινον αυτό σώμα.

Αλλά, ω Σταυρέ, και πάλι σε χαιρετίζω, αρνούμενος να αποσπάσω τα χείλη από τον ασπασμόν σου, ω Σταυρέ, θυσιαστήριον πάντιμον, δέξου αυτό το δώρον των ύμνων μου, και όλον ευλόγησέ το. Διότι το κατώτερον ευλογείται από το ανώτερον. Και το θυσιαστήριον είναι ανώτερον από το δώρον, όπως και αυτό που παρέχει τον αγιασμόν είναι ανώτερον από το αγιαζόμενον. Τώρα λοιπόν ως μεν θυσιαστήριον δώσε μου ως αντίδωρο την εξιλέωση, ως κλίνη δε βασιλική αναπαυσέ μου τον λόγο, που απέκαμε ήδη και θέλει να αποκοιμηθή, και στο εξής ανάλαβε την υπεράσπιση της ψυχής μου κατά των αοράτων και φιλοπολέμων δαιμόνων, προς δόξαν του Παντουργού και Παντοκράτορος Χριστού ο οποίος και με την εξάδα των διαστάσεών σου εφανέρωσε μυστικώς και παραδόξως την παντοκρατορίαν αυτού. Ότι δηλαδή κυριεύεις των άνω και ουρανίων, των κάτω και επιγείων, αλλά και αυτών των καταχθονίων, γι’ αυτό και πιστεύω ότι οικονόμησε να κείται το κρανίον του Αδάμ κάτω από την βάση του Σταυρού, των δεξιών και των αριστερών, των δικαίων δηλαδή και των αμαρτωλών. Αυτός θα είναι ο Κριτής πάντων, αυτών που προηγήθησαν και αυτών που έπονται της Σταυρώσεώς Του.

Αυτό είναι γνώρισμα της αϊδίου Θεότητος. Διότι ο ίδιος και προϋπήρχε, και εισήλθε στον χρόνον, και εμπρός από αυτόν δεν υπήρξεν άλλος Θεός ούτε οπίσω θα υπάρξη άλλος. Αυτώ η δόξα και η τιμή και η προσκύνησις, συν τω ανάρχω Πατρί και τω Παναγίω και ζωοποιώ Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

———-

Από το βιβλίο Πατερικόν Κυριακοδρόμιον, σελίς 531 και εξής. Επιμέλεια κειμένου, Δημήτρης Δημουλάς. Πηγή: Ορθόδοξη Πορεία

 

 

Ο Άγιος Καλλιόπιος

 

 

 

Καλλιόπιος ἔμπαλιν παγεὶς ξύλῳ,
Τὸν ὀρθίως παγέντα δοξάζει Λόγον.
Ζωὴν Καλλιόπιος ἀγήρω ἑβδόμῃ εὗρεν.

Βιογραφία

Ο Άγιος Καλλιόπιος καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας και έζησε στο χρόνια του μεγάλου διώκτου της Ορθοδοξίας Διοκλητιανού. Σε πολύ μικρή ηλικία έμεινε ορφανός από πατέρα η ενάρετη όμως μητέρα του Θεόκλεια τον μεγάλωσε και τον γαλούχησε με τα αθάνατα ρήματα της χριστιανικής πίστης. Έτσι στην περίοδο των διωγμών ο νεαρός Καλλιόπιος όχι μόνο δε φοβήθηκε αλλά αντιθέτως εμψύχωνε και παρηγορούσε τους ολιγόψυχους. Όταν έφθασε στην περιοχή ο έπαρχος Μάξιμος και άρχισε να βασανίζει και να σκοτώνει πολλούς χριστιανούς ο Καλλιόπιος χωρίς κανένα δισταγμό αλλά με την τόλμη και παρρησία που τον διέκριναν παρουσιάσθηκε αυτοβούλως στον έπαρχο να τον προειδοποιήσει ότι θα λογοδοτήσει στο Θεό για τα εγκλήματά τα οποία διαπράττει εναντίον πιστών ανθρώπων. Έξαλλος ο έπαρχος διέταξε να τον συλλάβουν, να τον βασανίσουν και να τον κλείσουν στη φυλακή. Όταν μετά από λίγες ημέρες τον οδήγησαν και πάλι μπροστά στον έπαρχο και ο Καλλιόπιος παρά τις κακουχίες και τα βασανιστήρια με στεντόρεια φωνή ομολόγησε με θάρρος την πίστη του ο έπαρχος διέταξε την θανάτωσή του.

Каллиопий Помпеопольский, мч. и его мать Феоклия (7 апреля)
Менологий 4 – 7 апреля;; Византия. Греция; XIV в.; памятник: Византийский менологий (Byzantine illumination Menologion); 10 x 13 см.; местонахождение: Англия. Оксфорд. Бодлеанская Библиотека (Bodleian Library)
Ο Άγιος Καλλιόπιος
Βυζαντινό Μηνολόγιο τού Μαρτίου (29 – 31) τού 14ου αιώνα μ.Χ. και ευρίσκεται Αγγλία. Βιβλιοθήκη Bodleian στην Οξφόρδη. Αγγλία

 

Μαρτύρησε με σταυρικό θάνατο κατά σύμπτωση την Μεγάλη Παρασκευή και έλαβε κατ’ αυτό το τρόπο το αμαράντινο στεφάνι του μαρτυρίου. Η δε μητέρα του Θεόκλεια – κατά την παράδοση – αφού αγκάλιασε το σώμα του γιου της, επί τόπου ξεψύχησε και αυτή. (πηγή: https://www.saint.gr/)

 

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἐκβλαστήσας ὡς ρόδον Μάρτυς ἀμάραντον, ἀθλητικῶς κατευφραίνεις τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, τὴ εὐπνοία τῶν λαμπρῶν κατορθωμάτων σου, οὐ γὰρ παθῶν ζωοποιῶν, ἀνεδείχθης κοινωνός, νομίμως ἀνδραγαθήσας, ὦ Καλλιόπιε μάκαρ, ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Σωτῆρος ἠμῶν.

 

Άγιου Δημήτριου Ροστόφ
Βίοι των αγίων

Τα μαρτύρια του αγίου μάρτυρα Καλλιόπιου
Μνήμη 7 Απριλίου

Στην Παμφυλιανή Πέργα 2455 ζούσε μια ευσεβής και φοβισμένη στο Θεό γυναίκα Θεόκλειος. τόσο η ίδια όσο και η οικογένειά της έτρωγαν με το φόβο του Θεού. οδηγώντας μια ενάρετη ζωή, ο Theoclia διέθεσε γενναιόδωρη ελεημοσύνη. Είναι παντρεμένος με έναν επίτιμο άνδρα που ήρθε από τη γερουσιαστή και πατρίκιο 2456 , ο άνθρωπος Theoclia για πολλά χρόνια δεν γεννούσε παιδιά. Με προσεκτικές προσευχές, ζητώντας από τον Θεό την άδεια για την υπογονιμότητά της, αυτή, μετά από πολύ καιρό μετά το γάμο της, κατάλαβε. Αυτή τη στιγμή, ο σύζυγός της πέθανε, αφήνοντάς της τον κληρονόμο μιας μεγάλης περιουσίας. Έχοντας γεννήσει έναν γιο, τον ονόμασε Καλλιόπιο 2457. Διδάσκοντάς του τις επιστήμες, ο Theoklia προσπάθησε κυρίως να τον εμπνεύσει με το φόβο του Θεού και να τον διδάξει τη σοφία της Θείας Γραφής. Εκείνη την εποχή, η λατρεία των ειδώλων ήταν πολύ διαδεδομένη, η αλήθεια κρυβόταν από ψέματα και οι περισσότεροι λατρεύονταν και θυσίαζαν άσχημα είδωλα. Οι συνεχείς σύντροφοι της ζωής του Αγ. Η Καλλιόπια ήταν η προσευχή και η νηστεία.Όταν ο δικαστής ενημερώθηκε για την ιερή νεολαία ότι ήταν χριστιανός, η μητέρα του, η ευλογημένη Θεόκλια, έδωσε στον γιο του αρκετά χρήματα, ρούχα, καθώς και αποστολή ορισμένων υπηρετών μαζί του, τον έστειλε σε πλοίο σε άλλη χώρα για να αποφύγει μια άδικη καταδίκη. Έτσι, ο ευλογημένος Καλλιόπιος ταξίδεψε με το Πομπηίαπελ της Κιλικίας το 2458 .Βλέποντας εδώ ότι ο ηλίθιος ηγέτης Μαξίμ έκανε θυσίες, τραγουδώντας και χορεύοντας προς τιμήν των κακών ειδών, ο ιερός νέος έκπληκτος και ρώτησε κάποιον: «Ποιος είναι ο λόγος για την εκβιασμό σας;»
«Σήμερα είναι μια γιορτή προς τιμήν των θεών μας», του απάντησαν: «Ελάτε και ελάτε στη γιορτή μας».
«Είμαι Χριστιανός», είπε ο άγιος, «και στη νηστεία περνώ τις διακοπές προς τιμήν του Χριστού μου και είναι άσεμνο το γεγονός ότι τα χείλη που επαινούν τον Χριστό λαμβάνουν τις μολυσμένες θυσίες των πονηρών θεών.
Αυτά τα λόγια του αγίου έφτασαν στα αυτιά του διοικητή Μαξίμ, και ο τελευταίος, με φλογερό θυμό, διέταξε τον νεαρό άνδρα να τον καταλάβει και να τον εισάγει για ανάκριση.
– Ποιο είναι το όνομά σου; – ζήτησε ο στρατιωτικός ηγέτης sv. Τον Καλλιόπιο όταν τέθηκε υπό δίκη.
«Είμαι Χριστιανός», απάντησε ο άγιος, «και το όνομά μου είναι ο Καλλιόπης».
“Τώρα που ολόκληρο το σύμπαν”, είπε ο στρατιωτικός ηγέτης, “έχει μια γιορτή με την ευκαιρία της γιορτής των θεών, γιατί είσαι μόνος που δεν θέλεις να μοιραστώ μαζί μας τις διακοπές με κάποιο σφάλμα;”
“Εδώ είσαι,” απάντησε ο Άγιος Καλλιόπιοςς, “και η ουσία είναι αυτοί που περπατούν στο σκοτάδι και την αποπλάνηση, αφού άφησες τον ζωντανό Θεό, τον δημιουργό του ουρανού και της γης, που δημιούργησε τα πάντα με το λόγο Του και λατρεύει το έργο ανθρώπινων χεριών. ραγισμένη πέτρα.
“Η νεολαία σου σε κάνει να είναι ανυπόφορη”, διαδήλωσε ο στρατιωτικός διοικητής, “θέτοντας τον εαυτό σας σε κίνδυνο να βιώσει σημαντικό μαρτύριο!” Πείτε μας, από ποια χώρα είστε και τι είδους;
«Είμαι από την Παμφιλιάνικη Πέργια», απάντησε ο άγιος, «από συγκινητικό και πατριωτικό είδος, αλλά αυτό που μου είναι πιο αξιέπαινο είναι ότι είμαι Χριστιανός.
– Έχετε γονείς; Ρώτησε ο διοικητής.
“Ναι, έχω μια μητέρα”, απάντησε ο άγιος, “και ο πατέρας μου πέθανε πριν από πολύ καιρό.”
“Ορκίζομαι από τον μεγάλο ήλιο και όλες τις θεότητες”, απάντησε ο στρατιωτικός ηγέτης, “ότι αν λατρεύεις τους θεούς, τότε θα παντρευτώ τη μοναδική κόρη που έχω για σένα”.
«Αν ήθελα να παντρευτώ», απάντησε ο άγιος, «θα μπορούσα να πάρω την κόρη σου για τον εαυτό μου και να την φέρουν στην κατοχή της μητέρας μου». Αλλά ξέρετε ότι υποσχέθηκα στο Θεό τον Χριστό μου, που με δημιούργησε στην εικόνα Του, να παρατηρήσω αυτό το θνητό σώμα με καθαρή παρθενία και να το παρουσιάσω άψογο πριν τη δίκαιη κρίση Του.Κάνε όπως θέλεις, αλλά είμαι Χριστιανός.
«Κακό και κακό», φώναξε ο στρατιωτικός ηγέτης, «πιθανώς σκέφτεστε με αυτές τις ομιλίες να προκαλέσετε οργή σε μένα έτσι ώστε να σας σκοτώσω το συντομότερο δυνατόν». Γνωρίστε λοιπόν ότι θα σας βασανίσω για μεγάλο χρονικό διάστημα, συνθλίβοντας το σώμα σας σε κομμάτια, και το υπόλοιπο θα παραδώσω στη φωτιά για καύση.
«Όσο περισσότερο,» απάντησε ο άγιος, «θα υπάρξει το μαρτύριο μου, τόσο περισσότερο θα είναι το στέμμα του φωτός μέσα μου από τον Χριστό για τα βάσανα μου». Εξάλλου, η Γραφή λέει επίσης ότι κανείς δεν θα στεφανωθεί αν δεν βασανιστεί από το νόμο ( 2 Τιμ. 2: 5 ).
“Βάλτε το έξω”, ο στρατιωτικός ηγέτης στράφηκε στους εκτελεστές, “και σπάστε όλα τα οστά με ράβδους κασσίτερου!”
Κατά τη διάρκεια των ξυλοδαρμών, ο Άγιος Καλλιόπιος είπε: «Σας ευχαριστώ, Χριστό, ότι με κάνατε άξια της δόξας του ονόματός σας».
“Θυσία στους θεούς”, συνέχισε ο στρατιωτικός διοικητής, “για να δεις την πατρίδα σου και να μην χάσεις την περιουσία σου”. Βλέπεις πόσο σκληρά βασανίζεις!
«Σκέφτομαι τη γλυκύτητα της μελλοντικής ειρήνης που μου είχε υποσχεθεί ο Χριστός και δεν αισθάνομαι βασανιστήρια», είπε ο άγιος. – Και παρόλο που είμαι σήμερα σε ξένη χώρα, ξέρω ακόμα ότι “η γη του Κυρίου και αυτό που το γεμίζει” ( Ψαλμοί 23: 1 ). Και εδώ βλέπω τη μητέρα μου και την πατρίδα μου. Η μητέρα μου είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού και η Πατρίδα είναι Ουράνιο Ιεροσόλυμα, σύμφωνα με το λόγο των Αποστόλων.”Η κατοικία μας βρίσκεται στον ουρανό” ( Φιλ. 3:20 ). Αν μου θυμίζει τη σαρκική μητέρα μου, τότε υπάρχει μια θεία φωνή που δηλώνει: «Αυτός που αγαπά τον πατέρα ή τη μητέρα μου περισσότερο από Μένα δεν είναι άξιος από Μένα» ( Ματθαίος 10:37 ). Δεν δημιουργώ μια πληθώρα πλούτου σε τίποτα και θεωρώ καλύτερα να υποφέρω με τον σταυρωμένο Χριστό παρά να έχουμε τη βραχυπρόθεσμη ικανοποίηση ενός τρελού κόσμου με αμαρτία.
“Δεδομένου ότι έχει ήδη βρεθεί,” είπε ο στρατιωτικός ηγέτης στους υπηρέτες, “στη συνέχεια, γυρίστε το και το χτύπησε στο στομάχι με ωμές φλέβες, λέγοντας:” Wicked, μην απαντήσετε είτε αυτό ή αυτό, αλλά – στην ερώτηση! “
– Έχασα τις ευλογίες του ουρανού και πιο άγρια ​​από ένα θηρίο, ένας τρελός! – είπε ο ιερός μάρτυρας στον στρατιωτικό ηγέτη: – Σας λέω τα λόγια της αλήθειας και εσείς, έχοντας τυφλωμένα μάτια ψυχής και κλειστά αυτιά για να μην ακούσετε τα λόγια του Κυρίου, βασανίζοντάς μου αδίκως, σκοτώνοντας μου σαν ληστή!
“Βάλτε το”, ο βασιλιάς διέταξε στη συνέχεια στους εκτελεστές, “ένας ταλαιπωρημένος τροχός με αιχμηρούς αδένες και κάνει ισχυρή πυρκαγιά κάτω από αυτό και σφιχτά, τουλάχιστον ακόμα και πριν σπάσει τις αρθρώσεις, απλώνει την Καλλιόπια στο τιμόνι, με τη μορφή αυτή να την συνδέει με τον τροχό και να την γυρίσει να πεθάνει, κομμένο από σίδερο και αναφλέγεται από τη φωτιά.
Όταν άρχισαν να βασανίζουν τον ιερό νεολαίας με αυτόν τον τρόπο, φώναξε στον Κύριο με μεγάλη ταλαιπωρία λέγοντας: “Ελάτε, ο Χριστός μου, για να βοηθήσετε τον δούλο σας, ώστε το άγιο όνομά σας να δοξαστεί πρώτα μέσα μου, έτσι ώστε όλοι να γνωρίζουν ότι όσοι εμπιστεύονται σε σας δεν θα πρέπει να ντρέπονται για πάντα ». Και αμέσως ο Άγγελος του Κυρίου εμφανίστηκε, σβήσε τη φωτιά, σταμάτησε τον τροχό και τον κατέστησε ακίνητο και οι εκτελεστές δεν μπορούσαν να το γυρίσουν. Το νεαρό σώμα του μάρτυρα αιμορραγούσε στο τιμόνι και τα οστά ήταν ορατά μέσα από τις βαθιές πληγές, αφού ο τροχός είχε ξυράφια με διπλό άκρο. Ο στρατιωτικός ηγέτης διέταξε τον μάρτυρα να αποσυνδεθεί και να απομακρυνθεί από τον τροχό. Ένα θέαμα της ταλαιπωρίας άγγιξε όλους όσοι παρακολουθούσαν και ο λαός φώναξε, λέγοντας: “O άδικος δικαστής! Και τι νεαρός πεθαίνει σκληρά! “
«Δεν σου είπα,» είπε ο στρατιωτικός ηγέτης στον άγιο, «ότι η νεολαία σου σε κάνει διαρκείς, εκθέτοντάς σου σε σκληρό βάσανο μέσα από αυτό;»
«Ένα σκυλόκλειστο σκύλο», απάντησε ο άγιος, «πραγματικά νομίζετε ότι φοβόμουν το μαρτύριο σας;»
«Εσύ, ένας καταραμένος», παρατήρησε ο στρατιωτικός ηγέτης, «με προσβάλει για να σε καταστρέψω σύντομα, αλλά αυτό δεν θα συμβεί».Ελάτε λοιπόν να κάνετε μια θυσία στους θεούς για να αποφύγετε ακόμα πιο σκληρή ταλαιπωρία!
«Ελπίζω», απάντησε ο ιερός μάρτυρας, «στον Χριστό μου, και δεν μπορείτε να μολύνετε την ομολογία του Θεού μέσα μου». Το σώμα μου αφέθηκε σε σας: τον βασανίζετε, όπως θέλετε, για αυτή την εκδίκηση από τον Θεό την Ημέρα της Τελευταίας Αποφάσεως, “διότι με τι μέτρο μετράτε, μετράτε με αυτό το μέτρο” ( Ματθαίος 7: 2 ).
Ο διοικητής διέταξε τους εκτελεστές για τον Άγιο Καλλιόπιος, “να τον φυλάξει στο εσωτερικό μπουντρούμι, να μην τον φροντίσει και να μην επιτρέψει σε κανένα από τους χριστιανούς κοντά του να έρθουν σε αυτόν, έτσι ώστε κάποιος να μην τον δοξάσει για την υπομονή του”. . Οι εκτελεστές έδεσαν αμέσως τον ιερό πάσχοντα και τον έριξαν στην εσωτερική φυλακή.
Η ευλογημένη Θεοκλιά, έχοντας μάθει για τέτοια βάσανα για τον Χριστό, ο μοναδικός της γιος, ο άγιος Καλλιόπης, έγραψε μια διαθήκη σχετικά με το σπίτι της και όλα τα υπάρχοντά της: απελευθέρωσε τους σκλάβους και τους δούλους της, που αριθμούσαν διακόσια πενήντα άτομα και διέδωσαν στους φτωχούς όλα τα χρυσά και ασήμι και πολύτιμες ρόμπες είχε. Παρ ‘όλα αυτά, έδωσε το υπόλοιπο της περιουσίας και τα ακίνητά της, τα χωριά, τα χωράφια, τους αμπελώνες στην ιερή εκκλησία και, έχοντας εγκαταλείψει την πατρίδα της, πήγε στην Κιλικία στο γιο της, ο οποίος υποφέρει για τον Χριστό. Αφού κατέβαλε τα χρήματα στους φύλακες της φυλακής, μπήκε στο εσωτερικό μπουντρούμι και όταν είδε τον γιο της, έπεσε κάτω και υποκλίθηκε σε τον και σκούπισε το πύον των κρανίων του. Ο Άγιος Καλλιόπης, γεμάτος εντελώς σιδήρου και πρησμένος από αμέτρητες πληγές, δεν μπορούσε να σταθεί μπροστά στη μητέρα του και μόνο του είπε:
“Έκανα καλά ότι εσείς, η μητέρα μου και η μαρτυρία του πόνου μου για τον Χριστό, έρχονται!”
Η Θεόκλια, βλέποντας το σώμα του γιου της που υπέφερε από τραύματα, του είπε:
“Ευλογημένος και ευλογημένος είναι ο καρπός της μήτρας μου, γιατί σας εισήγαγα ως Άννα Σαμουήλ ως ιερό σκεύος για τον Θεό και πώς η Σάρα Ισαάκ σας παρείχε με τον Χριστό ως ευοίωνο θυσία!”
Όλη εκείνη τη νύχτα, η μητέρα ήταν στη φυλακή, καθισμένος στα πόδια του γιου της, τραγουδώντας και επαινώντας τον Θεό μαζί του. Τα μεσάνυχτα ένα λαμπρό φως έλαμψε στο μπουντρούμι και ακούστηκε μια φωνή:
– Είστε οι άγιοι πιστοί του Χριστού, οι καταστροφείς των ειδώλων, που άφησαν την πατρίδα και την περιουσία για να υποφέρουν από τον Χριστό!
Με την προσέγγιση του πρωινού, ο πολέμαρχος Μαξίμ, αφού κάθισε στο γήπεδο, έφερε τον φυλακισμένο για την ανάκριση του ιερού μαρτύρου Καλλιόπη. Κάνοντάς τον πριν από τον εαυτό του, ρώτησε:
– Έχετε εγκαταλείψει την τρέλα σας και συμφωνείτε να εκπληρώσετε την αυτοκρατορική εντολή και να προσκυνήσετε στους θεούς για να σώσει τη ζωή σας; ή, αντίθετα, θέλετε να χάσετε με πείσμα, όπως και ο δάσκαλός σας ο Χριστός;
«Είμαι έκπληκτος», απάντησε ο άγιος, «για τη ντροπή σου!» Ακούσατε την ίδια απάντηση πολλές φορές: Είμαι Χριστιανός και θα πεθάνω για τον Χριστό. πάλι τώρα με ρωτάς το ίδιο πράγμα και μην ντρέπεσαι να πάρεις όπλα ενάντια στην αλήθεια. Επιθυμώ θερμά να υποφέρω σαν τον Κύριο Χριστό μου και να προσπαθώ να πεθάνω ανιδιοτελώς γι ‘Αυτόν!
Αφού ακούσει αυτό και συνειδητοποιώντας την αδιαπέραστη πρόθεση του μάρτυρα και βεβαιώνοντας την αδιαπέραστη πνευματική του δύναμη, ο στρατιωτικός διοικητής του διέταξε να σταυρωθεί όπως ο Χριστός στο σταυρό. Τότε υπήρχαν τα τεράστια, όταν λαμβάνει χώρα η μνήμη του ιερού μυστηρίου του δείπνου του Χριστού. Η Αγία Θεοκλιά, βλέποντας τον γιο της να οδηγεί, έδωσε στους στρατιώτες πέντε χρυσά νομίσματα, ικετεύοντας τους να σταλούν την Καλλιόπια όχι σαν τον Χριστό, αλλά ανάποδα. Το έκανε αυτό από την ταπεινοφροσύνη, θεωρώντας ότι είναι ένα ανάξο πράγμα για τον γιο της με τη μορφή μιας σταύρωσης να είναι σαν τον Κύριό του Χριστό. Έτσι ο Άγιος Καλλιόπης σταυρώθηκε για τον Χριστό ανάποδα, στο δείπνο του Δ ‘Σωτήρα. Στη μεγάλη πτέρνα, την τρίτη ώρα της ημέρας, έβαλε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού, στην κάθοδο της Θείας φωνής από τον ουρανό, “εισέρχεται στον συμπολίτη του Χριστού και συνιδιοκτήτης των αγίων” 2459 .
Όταν το νεκρό σώμα του Αγίου Καλλιόπιου απομακρύνθηκε από το σταυρό, η ευλογημένη μητέρα του, δοξάζοντας τον Χριστό, αγκάλιασε τον γιο της από το λαιμό και αμέσως προκάλεσε την ψυχή της. Οι αδελφοί Χριστιανοί που έφθασαν έλαβαν τα σώματα και των δύο και τα έθαψαν σε ένα τόπο τιμής σε έναν τάφο, δοξάζοντας τον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Αμήν.

* * *

2455
Παμφύλια – στην αρχαιότητα, μέρος της μικρασιατικής ακτής, που περικλείεται από τη Λυσία και την Κιλικία και βρίσκεται κατά μήκος της Θάλασσας της Παμφίλης (σημερινός κόλπος της Αδαλιάς). Η διανομή των ιστορικών μωρών της Μικράς Ασίας, της Παμφυλίας, διαδοχικά κάτω από την περσική, μακεδονική και συριακή κυριαρχία, έγινε μέρος του περσικού βασιλείου και το 120 π.Χ. έγινε η ρωμαϊκή επαρχία. Ο πληθυσμός, που αποτελούσε μείγμα ιθαγενών με αλλοδαπούς Κιλίκους και Έλληνες, έθιμα και έθιμα, έμοιαζε με τους Κιλίκους και διαπραγματεύεται σε μεγάλο αριθμό με ληστεία στη θάλασσα. Οι σημαντικότερες πόλεις αυτής της ορεινής χώρας είναι, ως επί το πλείστον, γεμάτες με το σύστημα των Ταύρων: Αταλία (Αντάλι), Σάιντ (Εσκι-Αντάλι), Κίμπιρα, Ασπέιντ, Πέργια, Σολίων.
2456
Οι πατριώτες στη Ρώμη ήταν πρόσωπα ευγενικής γέννησης.γερουσιαστής – ένας υπάλληλος που αντικατέστησε την υψηλότερη επίσημη θέση στο κράτος.
2457
Ο Καλλιόπης είναι μια ελληνική λέξη και μεταφράζεται στα ρωσικά σημαίνει όμορφη, με καλή εμφάνιση.
2458
Cilicia – Μικρά Ασία.

2459
Ο άγιος μάρτυρας Καλλιόπης πέθανε στις 7 Απριλίου 304, την Παρασκευή, στην πόλη Pilpeocola στο Cilician (στη Μικρά Ασία).

 

 

 

 

Ο Όσιος Γεώργιος επίσκοπος Μυτιλήνης

Преподобного Георгия Митиленского
Фреска Около 1350 года..
Церковь Христа Пантократора.монастыря Высокие Дечаны,
Косово, Сербия.
Άγιος Γεώργιος Μυτιλήνης. Τ
οιχογραφία (Fresco) τού έτους περίπου 1350 μ.Χ.
στην Εκκλησία του Χριστού Παντοκράτορα
τής Ιεράς Μονής Βισόκι Ντετσάνι, Κοσσυφοπέδιο, Σερβία.

 

Ἐχει Μυτιλήνη σε καὶ τεθνηκότα,
Ὡς ζῶντα, Γεώργιε, προστάτην μέγαν.

Βιογραφία

Ο Όσιος Γεώργιος έζησε στα χρόνια των εικονομάχων και ανατράφηκε με μεγάλη ευσέβεια, και από νεαρή ηλικία διακρίθηκε για τη μεγάλη του ταπεινοφροσύνη και ελεημοσύνη. Τα καλά του λοιπόν έργα, τον ανέδειξαν πνευματικό λύχνο. Και η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, που ακολουθεί τα λόγια του Ιδρυτή της, έβαλε τον πνευματικό αυτό λύχνο επάνω στη λυχνία, που στην περίσταση αυτή υπήρξε η επισκοπή της Μυτιλήνης. Την εκλογή του δικαιωσε, κατά τον πιο λαμπρό τρόπο. Όλες οι κινήσεις, φιλανθρωπική, φωτιστική και διδακτική, τον είχαν επί κεφαλής. Ο ίδιος κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες, για να στηρίξει το φρόνημα της Ορθοδοξίας και να κερδίσει τους αποπλανηθέντες της επισκοπής του από την εικονομαχία. Οι αγώνες του στέφθηκαν από επιτυχία και όταν πέθανε το 821 μ.Χ., το ποίμνιο του τον τίμησε μέσα σε βαθύ πένθος.

Επί Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μεθοδίου (842 – 847 μ.Χ.), μετά την αποκατάσταση της Ορθοδοξίας, έγινε η ανακομιδή πολλών ιερών λειψάνων Αγίων που πέθαναν στην εξορία, όπως του Θεοφύλακτου Νικομηδείας, του Θεοδώρου του Στουδίτου και του Νικηφόρου Κωνσταντινουπόλεως.

Τότε, και συγκεκριμένα κατά τα έτη 846 – 847 μ.Χ., ανεκομίσθηκε στη Μυτιλήνη με πολλές τιμές και το τίμιο σκήνωμα του Αγίου Γεωργίου. Να πως περιγράφεται στο Βίο του το γεγονός αυτό: «Πάντες οἱ τῆς νήσου Μυτιλήνης οἰκήτορες, ἅμα πρεσβυτέροις καὶ παντὶ τῷ κλήρῳ παρεγένοντο ἔνθα κατέκειτο τὸ σῶμα τοῦ ὁσίου πατρὸς ἠμῶν καὶ ὁμολογητοὺ Γεωργίου, καὶ δι’ ὅλης τῆς νυκτὸς ἀγρυπνήσαντες, τὴ ἐπιούση ἡμέρα λαβόντες τὸ σῶμα μετὰ ψαλμῶν καὶ ὕμνων ἀπεκόμισαν αὐτὸ εἰς τὴν ἰδὶαν νῆσον καὶ κατέθεικαν αὐτὸ μετὰ καὶ τῶν λοιπῶν πατέρων, δόξαν ἀναπέμποντες τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι».

Ευλαβής παράδοση, που διασώθηκε μέχρι τις ημέρες μας, θεωρεί ως τόπο ταφής του Αγίου τη θέση «Τρία Κυπαρίσσια» (Σαρή Μπαμπά), κοντά στο παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.

Κατά τον 18ο αιώνα μ.Χ. εσώζετο και τιμόταν στη Μυτιλήνη η χείρα του Αγίου. Αυτή είναι η δεξιά χείρα που σώζεται σήμερα στο Σκαλοχώρι και φέρει επιγραφή «Ἅγιος Γιόργις»..www.lesvosnews.net/

Δεν είναι γνωστό τι απέγιναν με το πέρασμα του χρόνου τα λείψανα του Αγίου, είναι όμως γνωστό, ότι το χέρι του Αγίου παρέμεινε στη Μυτιλήνη και εγκωμιάζεται στην ακολουθία του σαν θαυματουργό, όπως βλέπομε στις παρακάτω φράσεις: «Πηγήν ανεξάντλητον η ση ποίμνη των ιάσεων την ιεράν κεκτημένη σου χείρα…». «Τους πλουτούντας, μάκαρ, χείρα την σην, την σεπτήν και θείαν και τιμώντας πανευλαβώς». «Εορτάζει σήμερον η Εκκλησία την σεπτήν σου κοίμησιν, αρχιεράρχα του Χριστού σημειοφόρε Γεώργιε, σου προσκυνούσα την χείρα την πάνσεπτον».

Η μνήμη του επαναλαμβάνεται και την 1η Φεβρουαρίου, μαζί μ’ αυτή των αδελφών του, του Συμεών του νέου στυλίτη και του Δαβίδ του μοναχού. (πηγή: https://www.saint.gr/)

 

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, καρποφορήσας, ὡς θεόφυτος λειμὼν τὴν χάριν, Ἱεράρχα τῶν ἀρρήτων Γεώργιε, τᾶς τῶν ψυχῶν ἐγεώργησας αὔλακας, ὡς ἐπιπνοίας ἄθλου γεώργιον. Πάτερ Ὅσιε Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Γεώργιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

 

Ο Όσιος Γεράσιμος ο Βυζάντιος

 

 

Βίον βιώσας ὡς ἀσώματος Πάτερ,
Κλῆρον λέληφας τὴν Ἀσωμάτων πόλιν.
Εἰς Οὔλυμπον ἄειρε θεοῖο πόθος Γεράσιμον.

 

Βιογραφία

Ο Όσιος Γεράσιμος, ο διδάσκαλος, καταγόταν από ευσεβές γένος. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στα λεγόμενα Υψωμάθεια, από γονείς ευσεβείς. Συναναστράφηκε στην πατρίδα του με σοφούς άνδρες, ήλθε στην Πάτμο, όπου μαθήτευσε κοντά στον πιο σοφό δάσκαλο του Γένους, τον Όσιο Μακάριο τον Καλογερά, στην περιώνυμη Πατμιάδα Σχολή και ανέλαβε την καθοδήγησή της μετά την οσιακή κοίμηση του Οσίου Μακαρίου. Αφού απομακρύνθηκε από τις βιοτικές μέριμνες, έγινε μοναχός στη βασιλική και πατριαρχική Μονή του Ευαγγελιστού και Θεολόγου Ιωάννου στην Πάτμο, στην οποία και χειροτονήθηκε ιερέας.

Πολιτεύθηκε με όσιο και καλό τρόπο, υπήρξε άριστος παιδαγωγός των νέων και φώτισε τους πάντες. Αφού αρρώστησε από λιθίαση, αναχώρησε για τη Σμύρνη προς θεραπεία της αρρώστιας του. Επειδή δεν πέτυχε τον σκοπό του, πήγε στην Κρήτη, όπου κοιμήθηκε οσιακώς το έτος 1770 μ.Χ. και τάφηκε στην Ιερά Μονή της Παναγίας Τριάδος, την επονομαζόμενη των Τζαγκαρόλων. Μόλις έμαθαν οι μοναχοί στην Πάτμο την κοίμηση του Οσίου κατέφθασαν με πλοίο στην Κρήτη, ζητώντας το τίμιο λείψανό του. Όταν αρνήθηκαν οι Πατέρες της Μονής της Αγίας Τριάδος να αποδώσουν τον πολύτιμο θησαυρό «ὃν ἀπέστειλεν αὐτοὶς ὁ Θεός» έγινε αγρυπνία και κατά την διάρκεια του χερουβικού Ύμνου εκόπη αυτομάτως το ιερό δεξί χέρι του Οσίου, το οποίο έλαβαν και μετέφεραν οι μοναχοί στην Πάτμο, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα, αναβλύζοντας τις δωρεές της χάριτος σε όσους προσέρχονται σε αυτή με πίστη.

Το χαριτόβρυτο λείψανο του Οσίου που φυλασσόταν κάτω από την αγία Τράπεζα του Καθολικού της σεβασμίας Μονής των Τζαγκαρόλων, μαζί με το λείψανο του οσίου πατρός ημών Ακακίου, που έζησε οσιακώς στη Μονή και τελειώθηκε ο βίος του σε αυτήν, παραδόθηκε στη φωτιά από μιαρούς Αγαρηνούς που επέδραμαν εναντίον της Ιεράς Μονής το έτος 1821 μ.Χ. και την έκαψαν. (πηγή: https://www.saint.gr/)

Ιερά Λείψανα

Η Κάρα του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Τσαγκαρόλων Χανίων.

Η δεξιά του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου.

 

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀσκητικῶν διατελῶν ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ διαλάμψας ἐν σοφίᾳ τῶν λόγων, πρὸς ἀπαθείας ἔφθασας ἀκρώρειαν, φαίνων ὥσπερ ἥλιος ἐν τοῖς πέρασι μάκαρ, πάντας τοὺς τιμῶντάς σε καταυγάζων θεόφρον, τῆς οὐρανίου δεῖξον χαρμονῆς, μετόχους Πάτερ Γεράσιμε Ὅσιε.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Γερασίμου σήμερον, τὴν θείαν μνήμην, ἐκτελοῦντες ἄσμασιν, ἀναβοήσωμεν πιστοί, Χριστὲ ὁ μόνος Θεὸς ἡμῶν, τοῦ Σοῦ Ὁσίου λιταῖς ἡμᾶς οἴκτειρον.

Ὁ Οἶκος
Λόγε Θεοῦ, ὁ δι᾿ ἡμᾶς σαρκὶ φανεὶς ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ τὰ ἄῤῥητα καὶ φρικτὰ ὑπὲρ ἡμῶν τελέσας, χάριν τε τοῖς σοῖς δωρησάμενος ἱκέταις, βίον ἐν γῇ ἀγγελικὸν θαυμαστῶς διανύειν, καὶ λάμψεσιν αὐτοὺς κατακοσμήσας τεράτων φοβερούς τε τῶ ὄντι, τοῖς δαίμοσιν ἀναδειξάμενος. Ὁ αὐτὸς καὶ νῦν, τὸν σὸν θεράποντα Γεράσιμον τὸν ἀεισέβαστον θεϊκῶς ἐνισχῦσας, πᾶσαν τὴν ἰσχὺν καταβαλεῖν τοῦ βροτοκτόνου, καὶ ὡς ἥλιον τοῖς ἐνθέοις ἀγωνίσμασι διαλάμψαι οὗ τὴν ἐτήσιον ἐκτελοῦντες πανήγυριν, καταύγασον καὶ ἡμᾶς, τῶ φωτὶ τῆς σῆς ἐπιγνώσεως, κραυγάζοντάς σοι Οἰκτίρμον· Τοῦ Σοῦ Ὁσίου λιταῖς ἡμᾶς οἴκτειρον.