Ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς
Ἀπολυτίκιον
Ήχος πλ. δ’.
Εὐλογητὸς εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ πανσόφους, τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, καὶ δι’ αὐτῶν, τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας· φιλάνθρωπε, δόξα σοι.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄.
Ὅτε καταβὰς τὰς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος· ὅτε τοῦ πυρὸς τὰς γλώσσας διένειμεν, εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε· καὶ συμφώνως δοξάζομεν, τὸ πανάγιον Πνεῦμα.
«Сошествие Святого Духа на апостолов».
Архиепископская мастерская в Великом Новгороде. Рубеж XV—XVI веков.
“Η Κάθοδος του Αγίου Πνεύματος μετά των Αποστόλων».
Εικόνα τοῦ αιώνα XV-XVI. στο Αρχιεπισκοπικό κατάστημα στο Νόβγκοροντ.
ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ
Μετὰ τὴν α’ Στιχολογίαν, Κάθισμα τῆς Ἑορτῆς
Ἦχος α’
Τὸν τάφον σου Σωτὴρ
Συντάττω, συνυμνῶ, συνδοξάζω, συνσέβω, Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ, τὸ πανάγιον Πνεῦμα, ἑνῶν τῇ Θεότητι, διαιρῶν ἰδιότησιν· οὕτω τοῦτο γὰρ τοὺς τοῦ Χριστοῦ Ἀποστόλους, ἐμφορῆσαν νῦν, ἀνὰ τὸν σύμπαντα κόσμον, κηρύττειν ἐσόφισε.
Μετὰ τὴν β’ Στιχολογίαν, Κάθισμα τῆς Ἑορτῆς
Ἦχος α’
Τὸν τάφον σου Σωτὴρ
Χριστοῦ τοὺς Μαθητάς, ἡ τοῦ Πνεύματος χάρις, φρικτῶς ἐξ οὐρανοῦ, κατελθοῦσα ἐν εἴδει, πυρός, κατεφώτισε, καὶ φωστῆρας ἀνέδειξε, καταγγέλλοντας, τῇν τῆς ἁγίας Τριάδος, μίαν δύναμιν, καὶ κυριότητα μίαν, ἣν πίστει δοξάζομεν.
Εἰς τὸν Στίχον, τῶν Αἴνων, Στιχηρὰ Προσόμοια τῆς Ἑορτῆς
Ἦχος β’
Οἶκος τοῦ Ἐφραθᾶ
Αἴγλῃ θεαρχικῇ, τὸν νοῦν καταλαμφθέντες, οἱ Μαθηταί σου Λόγε, οὐσιωδῶς τὸ Πνεῦμα, τὸ ἅγιον ἐδέξαντο.
Στίχ. Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοὶ ὁ Θεός, καὶ Πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου.
Ἦχος β’
Γλῶσσαι ὡσεί πυρός, ἐξ ὕψους ὁραθεῖσαι, ἐπὶ τοὺς Ἀποστόλους, κατῆλθον μερισθεῖσαι, φωτίζουσαι, οὐ φλέγουσαι.
Στίχ. Μὴ ἀπορρίψῃς με ἀπὸ τοῦ προσώπου σου, καὶ τὸ Πνεῦμά σου τὸ ἅγιον μὴ ἀντανέλῃς ἀπ’ ἐμοῦ.
Ἦχος β’
Ἄνωθεν πρὸς ἡμᾶς, Παράκλητε φοιτήσας, ὡς πρὶν τοῖς Ἀποστόλοις ἁγίασον καὶ σῶσον, τοὺς σὲ Θεὸν κηρύττοντας.
Δόξα… Καὶ νῦν…
Ἦχος α’
Πάντα χορηγεῖ, τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, βρύει προφητείας, ἱερέας τελειοῖ, ἀγραμμάτους σοφίαν ἐδίδαξεν, ἁλιεῖς θεολόγους ἀνέδειξεν, ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας, Ὁμοούσιε καὶ Ὁμόθρονε τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ, Παράκλητε, δόξα σοι.
ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ
ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ
ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
ΟΜΙΛΙΑ Α’. Εἰς τὴν ἁγίαν Πεντηκοστὴν
ΟΜΙΛΙΑ Β’. Εἰς τὴν ἁγίαν Πεντηκοστὴν
ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ
ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ
ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
Στή Γέννηση τοῦ Ἁγίου Προφήτου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου
Στόν πάνσεπτο τοῦ Χριστοῦ Πρόδρομο καί Βαπτιστή Ἰωάννη
DE S. JOANNE PRODROMO ET BAPTISTA
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΠΡΟΔΡΟΜΟΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Α Π Ο Δ Ο Σ Ι Σ ΤΗΣ Ε Ο Ρ Τ Η Σ
ΤΟΥ ΓΕΝΕΘΛΙΟΥ
του Τιμίου, Ενδόξου,
Προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου
Του Ἀρχιμ. Σεραπίωνος Μιχαλάκη (νυν Μητροπολίτου Παραμυθίας)
Στις 24 Ιουνίου η Αγία του Χριστού Εκκλησία τιμά και εορτάζει το Γενέθλιο του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, ο οποίος είχε την μεγαλύτερη τιμή από κάθε άλλο άνθρωπο, είχε δηλαδή την τιμή να βαπτίση τον ίδιο τον Δεσπότη Χριστό. Αυτόν διάλεξε ο Κύριός μας από όλους τους γηγενείς για υπουργό του φρικτού Μυστηρίου της Βαπτίσεώς του.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Αγία μας Εκκλησία τρία μόνο Γενέθλια τιμά καί εορτάζει: 1) του Δεσπότου και Κυρίου ημών Ιησού Χριστού στις 25 Δεκεμβρίου 2) της Παναχράντου Αυτού Μητρός Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας στις 8 Σεπτεμβρίου και 3) του ενδόξου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου στις 24 Ιουνίου.
Είναι πράγματι ο Τίμιος Πρόδρομος η μεγαλύτερη μορφή της Εκκλησίας μας κατά την αψευδή μαρτυρία του Κυρίου μας που είπε: «δεν υπάρχει ανάμεσα στους ανθρώπους που γεννήθηκαν από γυναίκα (δηλαδή κατά τους όρους της φύσεως, αφού ο ίδιος ο Χριστός γεννήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου και εκ της Παρθένου Μαρίας υπέρ φύσιν) μεγαλύτερος από τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο».
Ενός λοιπόν τέτοιου Θεομαρτύρητου άνδρα το Γενέθλιο τιμούμε και δοξάζομε. Και είναι φυσικό το γεγονός, ότι προηγήθηκαν πολλά παράδοξα και καινοφανή γεγονότα πριν από την Γέννησή του, τα οποία μας τα διηγείται ο Ευαγγελιστής Λουκάς στο πρώτο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του με κάθε λεπτομέρεια.
Λέγει λοιπόν ότι στις ημέρες του Βασιλιά Ηρώδη ζούσε στην Ιουδαία κάποιος ιερέας που λεγόταν Ζαχαρίας. Είχε σύζυγό του την Ελισάβετ, η οποία ήταν απόγονος του Ααρών του προφήτου.
Ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ ήταν άνθρωποι στολισμένοι με πολλές αρετές, με φόβο Θεού, με δικαιοσύνη, με ευλάβεια και σωφροσύνη, και τηρούσαν επιμελώς τις εντολές του Θεού. Παρόλο όμως που αγαπούσαν τον Θεό, ο Κύριος δοκίμαζε την υπομονή τους και την πίστη τους. Και για πολλά χρόνια δεν άκουγε την δέησή τους, που τον παρακαλούσαν να τους χαρίση παιδί.
Ειχαν πια γεράσει πολύ και ο Ζαχαρίας και η στείρα σύζυγός του Ελισάβετ και δεν είχαν πλέον ελπίδα να τεκνοποιήσουν, αφού οι όροι της φύσεως είχαν παρέλθει λόγω του γήρατος. Ούτε όμως περίμεναν πλέον την απάντηση στις προσευχές τους, που πολλές φορές είχαν κάνει στον Θεό, αλλ’ υποτάσσονταν αδίστακτα στο θέλημά του και δέχονταν, χωρίς δυσαρέσκεια τη δοκιμασία και το όνειδος της ατεκνίας τους.
Ενώ λοιπόν ο ιερέας Ζαχαρίας βρισκόταν στο Ναό και θυμίαζε στο Ιερό Βήμα, φανερώθηκε σ’ αυτόν Άγγελος Κυρίου για να προμυνήσει τη γέννηση του επιγείου και ενσάρκου Αγγέλου, του Βαπτιστού Ιωάννου. Βλεποντάς τον ο Ζαχαρίας ταράχθηκε και φοβήθηκε τόσο πολύ ώστε έμεινε εκστατικός. Τότε ο Άγγελος άρχισε να του λέγει τα εξής: «Μή φοβάσαι Ζαχαρία. Γιατί ο Θεός δέχθηκε την προσευχή σου και η γυναίκα σου η Ελισάβετ θα γεννήσει υιόν. Και θα τον ονομάσεις Ι ω ά ν ν η . Και θα δοκιμάσης μεγάλη χαρά και αγαλλίασι. Πολλοί θα χαρούν για την γέννησή του γιατί θα είναι μεγάλος και περιφανής ενώπιον του Θεού. Θα λάβει όλο το πλήρωμα της Θείας Χάριτος και θα γεμίση από τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, όταν ακόμη θα κυοφορείται στην κοιλιά της μητέρας του Ελισάβετ. Και θα επιστρέψει (με το κήρυγμά του) πολλούς Ισραηλίτες στη γνώση του αληθινού Θεού, του Κυρίου αυτών».
Ακούγοντας έκπληκτος ο Ζαχαρίας όλο αυτό τό ξενήκουστο γι’ αυτόν μήνυμα του Αγγέλου, κατεπλάγη και τον ρώτησε γεμάτος απορία:
«Πως είναι δυνατό να γίνη αυτο; και με ποιο τρόπο θα το γνωρίσω και θα το πιστεύσω; Πως μπορώ να βεβαιωθώ, τη στιγμή που είμαι τόσο γέρων στην ηλικία και η γυναίκα μου ομοίως υπέργηρη και στείρα;»
Τότε ο Αγγελος του είπε: «Εγώ που σου μιλώ είμαι ο Άρχων Γαβριήλ, που στέκομαι μπροστά στο Θρόνο του Θεού και με έστειλε ο Θεός να σου πω όλα αυτά τα χαρμόσυνα μηνύματα. Όμως επειδή δεν τα πίστεψες, θα μείνεις άλαλος μέχρι την ημέρα που θα εκπληρωθούν όσα σου προανήγγειλα, δηλαδή μέχρι να γεννηθεί ο Ιωάννης».
Πράγματι από εκείνη την ημέρα έμεινε ο Ζαχαρίας βουβός και άλαλος, έως ότου η Ελισάβετ γέννησε με χαρά τόν Πρόδρομο. Ντρεπόταν όμως να διακυρήξει την γεννησή του για το τόσο πολύ προχωρημένο γήρας της.
ΣΠΟΥΔΗ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ
ΤΟΥ ΓΕΝΕΘΛΙΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Στήν εικόνα του Γεννεσίου του Προδρόμου η Ελισάβετ βρίσκεται πάνω σε μεγαλόπρεπο και υψηλό κρεβάτι. Τα ενδύματά της περιβάλλουν με σεμνότητα όλο το γηρασμένο σώμα της. Είναι λεχώ, δηλαδή μόλις γέννησε το παιδί της, τον Πρόδρομο Ιωάννη. Μολονότι τον απέκτησε στο βαθύ γήρας της, στο πρόσωπό της διακρίνουμε πιο έντονα τα χαρακτηριστικά της συστολής και της σεμνής σωφροσύνης, παρά τα χαρακτηριστικά της έξαλλης χαράς που ήταν φυσικό να συνέβαινε σε μια άλλη συνηθισμένη γυναίκα. Η Ελισάβετ δόξαζε τον Θεό και στον καιρό της ατεκνίας της και τώρα πού παρ’ ελπίδα έγινε Μητέρα. Πίσω της διακρίνουμε ένα καταστόλιστο μαξιλάρι, για την ανάπαυση του σώματός της μετά τις ωδίνες του τοκετού καί ακόμη πιό πίσω τήν οικία της σεμνή και επιβλητική. Η οροφή της οικίας είναι σκεπασμένη με κόκκινο ένδυμα πού συμβολίζει τό κάλυμα του νόμου. Πλάι της στέκονται οι θεραπαινίδες, που ετοιμάζουν την τράπεζα του φαγητού και της προσφέρουν από τα παρατιθέμενα εδέσματα, για την ενδυνάμωση του σώματός της.
Στο κάτω μέρος της εικόνας άλλη θεραπαινής γνέθει νήμα και με την άκρη του ποδιού της κινεί τον λίκνο, δηλαδή την κούνια του νεογέννητου Ιωάννη. Η κούνια σκεπασμένη με λευκό ύφασμα, φυλάει τον θησαυρό, δηλαδή το βρέφος που θα δώσει τέλος στη σκιά του νόμου και θα οδοποιήσει τήν ημέρα του φωτός και της χάριτος. Ο Ιωάννης είναι τυλιγμένος με τα σπάργανα όπως τα συνηθισμένα βρέφη, αλλά φορεί και φωτοστέφανο. Το πρόσωπό του λάμπει από χάρη, γιατί έχει ήδη γεμίσει από το Αγιο Πνεύμα, όπως προανήγγειλε ο Αγγελος Κυρίου. Δίπλα του, από τα δεξιά βλέπουμε τον πατέρα του τον Ζαχαρία, να κάθεται σε κάθισμα ωραίο, με ταπεινό αλλά και λαμπρό υποπόδιο και να γράφη σε πινακίδα, με τον κάλαμό του, την λέξη Ι ω ά ν ν η ς. Είναι το όνομα που θα δοθεί στο βρέφος.
Рождество св. Иоанна Крестителя. Икона. Мастер Семен Бороздин. Кон. XVI — нач. XVII в. (ГРМ) Γεννηση του Αγίου Ιωάννη Βαπτιστή. Εικονίδιο. Πλοίαρχος Simon Borozdin. του 15ου – 16ου αιώνα
Γιατί οι συγγενείς και ολοι οι γνωστοί και γείτονες που είχαν συναθροισθεί στην οικία του Ζαχαρία, περίμεναν να δοθεί στο βρέφος – όπως ήθελε η παράδοση – το όνομα του πατέρα του δηλαδή «Ζαχαρίας». Αλλά η Ελισάβετ έλεγε ότι θα ονομασθεί Ιωάννης. Όλοι απορημένοι ζήτησαν και τήν γνώμη του Ζαχαρία και εκείνος σαν βουβός και αλαλος που ήταν, εγραψε σε πινακίδα το όνομα Ιωάννης, προξενώντας θαυμασμό σε όλους τους παρευρισκομένους. Τότε με θαυμαστό τρόπο λύθηκε ο δεσμός της γλώσσας του και είπε την θαυμάσια ωδή, που διαβάζομε στό α΄ κεφάλαιο του κατά Λουκάν Αγίου Ευαγγελίου (Λουκ. α΄, 68-79):
«Ας είναι ευλογημένος ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, γιατί ήρθε και λύτρωσε το λαό του.
Για χάρη μας έστειλε ένα δυνατό σωτήρα από τη γενιά του Δαβίδ, του δούλου του, όπως ακριβώς είχε πει αιώνες πριν με το στόμα των αγίων προφητών του.
Μ’ αυτόν μας έσωσε από τους εχθρούς μας και από την εξουσία όλων όσοι μας μισούσαν.
Έδειξε την ευσπλαχνία του στους πατέρες μας κι επλήρωσε την άγια διαθήκη του˙
τήρησε τον όρκο που έδωσε στον πατέρα μας τον Αβραάμ, να μας αξιώσει, αφού γλιτώσουμε απ’ τα χέρια των εχθρών, να τον λατρεύουμε σαν άνθρωποι που του ανήκουμε και κάνουμε το σωστό ενώπιόν τους σ’ όλη μας τη ζωή.
Κι εσύ, παιδί μου θα ονομαστείς προφήτης του ύψιστου Θεού, γιατί θα προπορευτείς πριν από τον Κύριο για να ετοιμάσεις το δρόμο του, να κάνεις γνωστή στο λαό του τη σωτηρία με τη συχώρεση των αμαρτιών τους.
Επειδή ο Θεός μας είναι γεμάτος ευσπλαχνία, θα κάνει ν’ ανατείλει για μας ένα φως από ψηλά, για να φωτίσει αυτούς που ζουν στο σκοτάδι και κάτω από τη σκιά του θανάτου, και να οδηγήσει τα βήματά μας στο δρόμο της ειρήνης».
Όντως τα λόγια του Ζαχαρία θαυμάσια και χαροποιά. Κανενός ανθρώπου η γέννηση συνδυάσθηκε με τέτοια γεγονότα και μηνύματα, όπως του Ιωάννου. Γι’ αυτό και είναι για όλους ο λύχνος που φωτίζει, η αυγή πού μαρτυρεί τον Ήλιο Χριστό, ο τελευταίος Προφήτης που είδε με τα μάτια του τον Μεσσία και τον κήρυξε και τον βάπτισε στον Ιορδάνη ποταμό. Αυτός που προσκύνησε τον Χριστό από την μήτρα της μητέρας του Ελισάβετ, όταν την επισκέφθηκε η Θεοτόκος φέροντας στην κοιλιά της τον Δεσπότη Χριστό. «Ένδοθεν γαρ ο δούλος αινούσε τον Δεσπότην», όπως σημειώνει ο υμνωδός.
Αυτός ο Ιωάννης είδε το Αγιο Πνεύμα, εν είδει περιστεράς να κατεβαίνει προς τον Κύριο, και να επισφραγίζει την φωνή του Θεού Πατρός, που ακούστηκε εξ Ουρανού: «Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός εν ω ηυδόκησα Αυτού ακούετε».
«Προφήτα και Πρόδρομε της παρουσίας Χριστού, αξίως ευφημήσαι σε ουκ ευπορούμεν ημείς οι πόθω τιμώντες σε στείρωσις γαρ τεκούσης και πατρός αφωνία, λέλυνται τη ενδόξω και σεπτή σου γεννήσει και σάρκωσις Υιού του Θεού κόσμω κηρύττεται».
Рождество пророка Иоанна Проедтечи (24 июня)
Менологий 21 – 24 июня; Византия. Греция; XIV в.;
памятник: Византийский менологий (Byzantine illumination Menologion); 10 x 13 см.; местонахождение: Англия. Оксфорд. Бодлеанская Библиотека
(Bodleian Librry)
Το Γενέθλιον του Τιμίου, Ενδόξου, Προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου
Βυζαντινό Μηνολόγιο τού Ιουνίου (21 – 24) τού 14ου αιώνα μ.Χ.
και ευρίσκεται στην Βιβλιοθήκη Bodleian στην Οξφόρδη. Αγγλία
Τρία θαυμαστά γεγονότα που συνοδεύουν το γενέθλιο του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου)
Το πρώτο θαυμαστό γεγονός, είναι ότι ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος είναι ο μοναδικός άγιος που πρώτα τον γνώρισε ο κόσμος ως Άγιο και έπειτα ως βρέφος. Πρώτα τον γνώρισε ως Προφήτη και έπειτα τον είδε ως άνθρωπο!
Και αυτό γιατί πριν ακόμα βγει από την κοιλιά της μητέρας του, έδειξε την Χάρη που έλαβε από τον Θεό και προφήτευσε προσκυνώντας τον Δεσπότη των απάντων. Σκίρτησε στην κοιλιά της Ελισάβετ όταν η Παναγία την ασπάστηκε. Το σκίρτημα αυτό ήταν ένα προσκύνημα που γέμισε την καρδιά της Ελισάβετ με πνευματική χαρά και ανεφώνησε: ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησεν ἐν ἀγαλλιάσει τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. (Λκ 1,44) Αμέσως δηλαδή μεταδόθηκε η χάρη που έλαβε ο Ιωάννης στην Ελισάβετ, η οποία άρχισε να κηρύττει εκείνα που ο Ιωάννης ως αγέννητος δεν μπορούσε να πει: καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος Ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καὶ εἶπεν· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου. Καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με; Ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. (Λκ 1,41-42)
Μητέρα του Θεού, ονομάζει την Παρθένο, σαν να ήξερε ποιον κυοφορούσε μέσα στην κοιλιά της. Γίνεται Προφήτης λοιπόν η Ελισάβετ και αυτό βεβαίως είναι δόξα του υιού της, του Ιωάννη.
Είναι πράγματι ασύλληπτη η χάρη που δόθηκε στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι:
Οι Μάρτυρες, πρώτα βαπτίζονται στο αίμα του Μαρτυρίου τους, οι ασκητές πρώτα πλένονται στον ιδρώτα της άσκησης, οι Απόστολοι πρώτα ευωδίασαν τον εαυτό τους με την οσμή του κηρύγματος, όλοι οι Άγιοι βάφτηκανπρώτα με τους αγώνες τους και έπειτα έλαβαν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ο κόσμος γενικά, γνώρισε τον κάθε άνθρωπο που αγίασε, από τα κατορθώματα των αρετών του. Όλοι οι Προφήτες, από την πολλή τους αρετή έγιναν σκεύη δεικτικά των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος και έτσι έλαβαν και το χάρισμα να προφητεύουν. Τότε ο κόσμος κατάλαβε πως ήταν Προφήτες.
Όμως, τον Άγιο Ιωάννη, τον κατάλαβε ο κόσμος, πριν να γεννηθεί στον κόσμο. Όταν ήταν βρέφος αγέννητο!
Ένα δεύτερο θαυμαστό γεγονός, είναι το γεγονός πως για να καταλάβουν οι άνθρωποι ότι ο Άγιος Ιωάννης είναι Πρόδρομος του Μονογενούς Υιου του Θεού, ο Θεός θέλησε η γέννησή του Προδρόμου, να έχει παρόμοια προτερήματα με εκείνα του Ιησού:
– Στην γέννηση του Ιησού Χριστού ο Γαβριήλ ευαγγελίζει στην Παρθένο το Χαίρε. Στην γέννηση του Ιωάννη ο Άγγελος, λέει στον πατέρα του τον Ζαχαρία «Και έσται χαρά σοι και αγαλλίασις». (Λκ 1,14)
– Ο Άγγελος λέει στην Παρθένο: Εκείνος που θα γεννήσεις, είναι ο Υιός του Υψίστου. (Λκ. 1,32) Ο Άγγελος προλέγει στον Ζαχαρία, ότι ο υιός σου θα είναι Μεγας ενώπιον του Κυρίου. (Λκ 1,15)
– Στην γέννηση του Χριστού έχουμε παρθενία και τόκο. Στην γέννηση του Ιωάννη έχουμε στείρωση και γηρατειά.
– Εκεί Άγγελοι δοξαζουν, εδώ άνθρωποι θαυμάζουν.
– Εκεί ανοίγουν οι ουρανοί και κατεβάζουν τον αστέρα, εδώ λυνεται η γλώσσα του πατέρα και εκφωνει τις προφητείες.
– Γεννήθηκε ο Ιησούς και έπαψε του διαβόλου η εξουσία. Γεννήθηκε ο Ιωάννης και άρχισε το κήρυγμα της Σωτηρίας.
.Μια τρίτη μικρή αλλά πολύ σημαντική λεπτομέρεια: Ο Ζαχαρίας δεν προσευχόταν να του χαρίσει ο Θεός ἐναν υιόν. Αν ζητούσε κάτι τέτοιο, τότε σίγουρα δεν θα απιστούσε τόσο, όταν ο Άγγελος του είπεότι θα γεννήσει υιό η Ελισάβετ. Αυτός, όταν προσέφερε στον Θεό θυμίαμα παρακαλούσε για την Σωτηρία του λαού και κατά την ώρα που έκανε δέηση για την Σωτηρία του κόσμου, τον επισκέφτηκε ο Άγγελος και του είπε, ότι ακούστηκε η δέησή σου και η γυναίκα σου η Ελισάβετ θα γεννήσει τον υιόν σου. Σαν να του έλεγε ότι η Σωτηρία του κόσμου, θα αρχίσει από την γέννηση του υιού σου. Σαν να του έλεγε ότι ήταν η γέννηση του Ιωάννη η Σωτηρία όλου του κόσμου
Λέει ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης πως καθένας από τους υπόλοιπους αγίους εγκωμιάσθηκε από κάποιον άλλον, ο υψηλός στην αρετή από κάποιον επίσης υψηλό, και ο μετριώτερος από κάποιον μέτριο. Γι’ αυτόν, όμως, που τώρα ευφημείται κατ’ εξοχήν, το εγκώμιο προέρχεται από τον ίδιο τον Χριστό τον Θεό, που είναι η αλήθεια. Γιατί αναφέρει: «Κανείς μεταξύ των ανθρώπων δεν έχει αναφανεί ανώτερος από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή».
Άπολυτίκιον.
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Προφήτα και Πρόδρομε, της παρουσίας Χριστού, άξίως εϋφημήσαί σε, ουκ εύπορούμεν ημείς, οι πόθω τιμώντές σε· στείρωσις γαρ τεκούσης, και πατρός αφωνία, λέλυται τη ενδόξω, και σεπτή σου γεννήσει, και σάρκωσις Υιού του Θεού, κόσμω κηρύττεται.
Κοντάκιον
Ήχος γ’. Η Παρθένος
Η πριν στείρα σήμερον, Χριστού τον Πρόδρομον τίκτει, και αυτός το πλήρωμα, πάσης της προφητείας, όνπερ γάρ, προανεκήρυξαν οι Προφήται, τούτον δη, εν Ιορδάνη χειροθετήσας, ανεδείχθη Θεού Λόγου, Προφήτης Κήρυξ ομού και Πρόδρομος.
Περί των Λειψάνων του Τιμίου Προδρόμου
Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου
Περί τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
Κατά τόν Ἱστορικό Δοσίθεο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων, ἀδιάφθορη διαφυλάχθηκε καί ἡ Τιμία Κάρα τοῦ Βαπτιστοῦ.
Γιά πρώτη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε στά Ἀνάκτορα τοῦ Ἡρώδη ἀπό δύο μοναχούς, «δι’ ἐπιφανείας καί ἀποκαλύψεως τοῦ ἰδίου τοῦ Βαπτιστοῦ» καί μεταφέρθηκε στήν Ἔμεσσα τῆς Συρίας, ὅπου ἀλληλοδιαδόχως ἔφθασε στά χέρια τοῦ Ἀρειανοῦ Ἱερομονάχου Εὐσταθίου.
Γιά δεύτερη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε κρυμμένη σέ σπήλαιο, «ἐντός ὑδρίας», καί ἀνακομίσθηκε στήν ΚΠολη, ὅπου κατατέθηκε στόν πρός τιμή τοῦ Προδρόμου Ναό, στό Ἕβδομο.
Γιά τήν τρίτη Εὕρεση τῆς Κάρας δέν σώθηκαν ἰδιαίτερες λεπτομέρειες. Εἶναι γνωστό μόνο, ὅτι βρέθηκε στά Κόμμανα τῆς Καππαδοκίας, «ὑπό τινος Ἱερέως, ἐντός ἀργυροῦ ἀγγείου καί εἰς τόπον ἱερόν» καί ἀπό ἐκεῖ ἀνακομίσθηκε καί πάλι στήν ΚΠολη.
Ἀπό Ἐγκώμιο τό ὁποῖο ἔγραψε ὁ ὅσ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, πιθανολογεῖτ
Ἱερουσαλήμ» (σελ. 1216).
Γιά τήν Ἱστορία πρέπει νά ἀναφέρουμε, ὅτι μετά τίς Σταυροφορίες ἐμφανίσθηκε στή Δύση κάρα πού ἀποδόθηκε στόν Τίμιο Πρόδρομο, γιά τήν διαφύλαξή της μάλιστα κτίσθηκε ὁ Καθεδρικός Ναός τῆς Ἀμμιένης, ὁ μεγαλύτερος Γοτθικοῦ ρυθμοῦ Ναός τῆς Εὐρώπης.
αι ὅτι ἴσως ὑπῆρχε στή Μονή τοῦ Στουδίου μέρος ἤ καί ὅλη ἡ ἁγία Κάρα. Στήν ἱστορική συνέχεια ἡ Κάρα διαφυλάχθηκε στή Βλαχία (ἄγνωστο ἀπό ποιόν καί πότε δωρήθηκε), διότι τόν 16ο αἰ. μέρος της δωρήθηκε στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους, ἀπό τόν Ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας Νεάγκο Μπασαράμπη (1512 – 1521), ὁ ὁποῖος πλήρωσε καί τήν δαπάνη κατάσκευῆς τῆς χρυσῆς λειψανοθήκης της. Τό 1765, ἐνῶ Διονυσιάτες μοναχοί τήν μετέφεραν στό μετόχι τους στό νησί τοῦ ἁγ. Εὐστρατίου, γιά τήν σωτηρία τῶν κτημάτων ἀπό καταστροφική ἀκρίδα, τό πλοῖο τους λαφυραγωγήθηκε ἀπό πειρατές καί ἡ Προδρομική Κάρα κατέλειξε στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ, ὅπου φυλάσσεται σέ εἰδικό κουβούκλιο. (Σωτ. Ν. Καδᾶ, «Ἡ Ἱερά Μονή ἁγ. Διονυσίου – Προσκυνηματικός Ὁδηγός – Ἱστορία – Τέχνη – Κειμήλια», 2002, σελ. 130).
Ἄλλο μέρος τῆς Κάρας διαφυλάχθηκε στή Μονή Καλούτι τῆς Βλαχίας (Μετόχιο τοῦ Παναγίου Τάφου). Τό τμῆμα ἐκεῖνο «ἔνεκα τῶν περιστάσεων», μετέφερε στά Ἱεροσόλυμα ὁ Πατριάρχης Δοσίθεος, χωρίς νά εἶναι γνωστό πού βρίσκεται σήμερα. Ὁ ἴδιος γράφει στήν Ἱστορία του: «Ἀπεδημήσαμεν ἀπό ΚΠόλεως εἰς Βλαχομπογδανίαν, ὅτε καί τά Μοναστήρια Καλούη καί Οὐγκρέη ἐλάβομεν· ἐν δέ τῷ Καλούῃ μοναστηρίῳ, ἦν μέρος τῆς Τιμίας Κάρας τοῦ Προδρόμου, ὅπερ – τό ἀμφίβολον τοῦ τόπου κατανοήσαντες – ἀνηνέγκαμεν εἰς Ἱερουσαλήμ» (σελ. 1216).
Γιά τήν Ἱστορία πρέπει νά ἀναφέρουμε, ὅτι μετά τίς Σταυροφορίες ἐμφανίσθηκε στή Δύση κάρα πού ἀποδόθηκε στόν Τίμιο Πρόδρομο, γιά τήν διαφύλαξή της μάλιστα κτίσθηκε ὁ Καθεδρικός Ναός τῆς Ἀμμιένης, ὁ μεγαλύτερος Γοτθικοῦ ρυθμοῦ Ναός τῆς Εὐρώπης.
Περί τῶν χειρῶν τοῦ Τιμίου Προδρόμου
Ἡ ἀδιάφθορη δεξιά τοῦ ἁγ. Ἰωάννη ὑπέστη καί αὐτή ἀνάλογες μέ τήν Κάρα ἱστορικές περιπέτειες. Κατά τήν συναξαριστική παράδοση τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου ἔλαβε ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καί τήν κατέθεσε στήν πατρίδα του Ἀντιόχεια. Μεταφέρθηκε στήν ΚΠολη κατά τήν βασιλεία τῶν Αὐτοκρατόρων Κωνσταντίνου Ζ’ καί Ρωμανοῦ Β’.
Τό 1403, ὁ Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο (Ἰσπανός ἀπεσταλμένος στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου), τήν προσκύνησε στήν Μονή Περιβλέπτου ΚΠόλεως (κτίσμα Ρωμανοῦ Γ, 1031 – 1034). «Ἦταν τό δεξί του χέρι – γράφει – ἀπό τόν ἀγκῶνα ὡς τήν παλάμη, πολύ γερό καί νωπό, ἄν καί λένε πώς ὅλο τό σῶμα τοῦ εὐλογημένου Ἰωάννη στέγνωσε, ἐκτός ἀπό τό δάκτυλο τοῦ δεξιοῦ του χεριοῦ, μέ τό ὁποῖο ἔδειξε ὅταν εἶπε, «ἰδού ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ». Καί τό χέρι αὐτό ἔμοιαζε νά εἶναι ζωντανό· ἦταν πλαισιομένο ἀπό ἕνα λεπτό χρυσό σύρμα, ἔλειπε ὅμως τό μεγάλο δάκτυλο». (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο, «Ταξείδι στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου», σελ. 101 – 102· καί Νικ. Κοντάκωφ, «Βυζαντινές Ἐκκλησίες καί μνημεία τῆς ΚΠόλεως», Ὀδησσός 1886, σελ. 69).
Ὁ λόγιος Ἁγιορείτης Γεράσιμος Σμυρνάκης σημειώνει γιά τήν δεξιά τοῦ Ἁγίου, ὅτι, «ἡ χείρ αὕτη ὡς καί ἡ Κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, κομισθεῖσαι εἰς ΚΠολιν, ἐπί πέντε ἑκατονταετηρίδας εὑρίσκοντο ἐν τῷ Μοναστηρίῳ τοῦ Πετρίου, κατά δέ τήν Ἅλωσιν τῆς ΚΠόλεως μετά τοῦ Ἀκανθίνου Στεφάνου, τῆς Λόγχης καί τοῦ Σπόγγου, κατετέθησαν ἐν τῷ Σουλτανικῷ Θησαυροφυλακίῳ… Κατά Σεπτέμβριον τοῦ 1482 ὁ Σουλτάνος Βαγιαζήτ συνωμολόγησε συνθήκην μετά τοῦ Μεγάλου Ταξιάρχου τῆς Ρόδου, ἐπί τοῖς ὅροις, ἵνα εἰρήνη κρατῆ κατά ξηράν καί θάλασσαν, ἐμπορική ἐλευθερία, κ.λ.π. – ἔτι δέ μυστικήν συνθήκην ἀφορῶσαν εἰς τόν ἀδελφόν αὐτοῦ Τζέμ, τόν διεκδικοῦντα τόν Θρόνον, δι’ ἧς ἀνεδέχετο νά πληρώση 45.000 δουκάτα τῷ Μεγάλῳ Ταξιάρχῃ, ἄν τό Τάγμα αὐτοῦ καθείργνυε τόν Τζέμ. Μαθών δέ ὅτι ὁ Ταξιάρχης ἐξεπλήρωσεν τήν ἀφορῶσαν αὐτόν ὑποχρέωσιν, ἀπέστειλε καί αὐτός – κατά Μάϊον τοῦ 1438 – τό συνομολογηθέν ποσόν τῶν δουκάτων, συγχρόνως δέ βαρυτιμότατον δῶρον ἐντός κυπαρρισίνης θήκης, τήν δεξιάν χεῖρα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, ἐπιμελῶς ἐν σηρικῷ ὑφάσματι ἐνειλημένην». (Γερασίμου Σμυρνάκη, «Τό Ἅγιον Ὄρος», σελ. 511).
Ἡ δεξιά τοῦ Ἁγίου φυλάχθηκε στή Μάλτα, ὅπου ἡ ἕδρα τῶν Ἰωαννιτῶν Ἰπποτῶν, μέχρι τό 1799. Τότε, μέ τήν κατάληψη τῆς νήσου ἀπό τούς Γάλλους, οἱ Ἰππότες στράφηκαν γιά βοήθεια πρός τήν Ρωσία καί τήν 12η Ὀκτωβρίου 1799 πρόσφεραν στόν Τσάρο Παῦλο Α’ τεμάχιο τοῦ Τιμίου Ξύλου, τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας Φιλερήμου καί τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου. Τά κειμήλια κατατέθηκαν στό Παρεκκλήσιο τοῦ Χειμερινοῦ Ἀνακτόρου. Ἡ Ρωσική Ἐκκλησία ἀπό τό 1800, τιμᾶ τό γεγονός τήν 12η Ὀκτωβρίου. (Βλ. Ἰστοσελίδα «Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀμερικῆς» – METROPOLIA). Δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες ἡ Προδρομική δεξιά ἔφθασε στήν Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους.
Ἐπίσης δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες τό κειμήλιο βρέθηκε στήν ΚΠολη. Ἤδη ἀπό το 1878, ὁ Μητροπολίτης πρ. Βελεγράδων Ἰερεμίας ὁ ὁποῖος κοινοβίασε στήν Μονή Διονυσίου, κατέβαλε προσπάθειες γιά τήν ἐπανάκτηση τοῦ κειμηλίου. Στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰ. τό κειμήλιο ἦταν στήν κατοχή τοῦ μυστικοσύμβουλου τῆς Πρωσίας στήν ΚΠολη Ἰωάννη Φραγκόπουλου, ὁ ὁποῖος καί τό εἶχε διακοσμήσει. Ἐπεστράφη στήν Μονή Διονυσίου τήν 10. 3. 1802, χάρις στίς προσπάθειες τοῦ Προηγουμένου Ἰωακείμ Ἁγιοστρατίτη (σέ ἀνάμνηση τελεῖται ἀγρυπνία τήν Δ’ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).
Στό ἴδιο ἔργο του ὁ Καλβίχο σημείωνει γιά τήν ἐπίσκεψη τῆς Ἰσπανικῆς Ἀποστολῆς στόν Ναό τοῦ Προδρόμου. Πρόκειται γιά Ναό πού ἔκτισε ὁ Θεοδόσιος Α’ ὁ Μέγας, κοντά στά Ἀνάκτορα τῶν Βλαχερνῶν. Εἶχε μορφή βαπτιστηρίου καί ἦταν διακοσμημένος μέ ἐξαίρετα ψηφιδωτά. Ὁ ψηλός θόλος του στηριζόταν σέ τέσσερεις κίονες ἀπό πράσινο ἴασπι! Οἱ θύρες του ἦσαν ἀργυρές ἐπιχρυσωμένες! «Κοντά στίς πόρτες – γράφει – βλέπεις τέσσερεις μικρές κολόνες ἀπό ἴασπι, μέ ἀργυρές καί ἐπίχρυσες γραμμές, οἱ ὁποίες συμπλέκονται σέ σχῆμα σταυροῦ μέ πολλά πετράδια»!. Ἐκεῖ φυλάσσονταν ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά τοῦ Ἁγίου. «Τήν ἴδια ἡμέρα – γράφει – μᾶς ἔδειξαν τό ἀριστερό χέρι (ἀπό τόν ὤμο ὡς τήν παλάμη) τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστή. Εἶχε τόσο στεγνώσει, πού ἔβλεπες μόνο δέρμα καί ὀστά· ἡ ἄρθρωση τοῦ ἀγκῶνα ἦταν ἀπό χρυσό καί πολύτιμα πετράδια» (αὐτ. σελ. 97 – 98). Ἡ Προδρομική ἀριστερά σήμερα σώζεται στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως.
Ἀπό τά Λείψανα τοῦ Τιμίου Προδρόμου σήμερα σώζονται:
Μέρος τῆς Κάρας του στή Μονή Δοχειαρίου Ἁγίου Ὄρους·
Μέρος τῆς Κάρας του στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ·
Τό ἐπάνω μέρος τῆς Κάρας του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
Μέρος τῆς σιαγόνας «μετά τριῶν ὀδόντων» στήν Μονή Σταυρονικήτα Ἁγίου Ὄρους·
Ἡ ἀδιάφθορη δεξιά του στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους·
Ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
Μέρος τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή Μεγάλου Μετεώρου·
Δάκτυλος στή Μονή Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους·
Ἀποτμήματα τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή ἁγ. Ἰωάννη Μακρυνοῦ Μεγάρων, στό Ἱ. Ν. Γενν. Τιμίου Προδρόμου Λαρίσης καί στό Παρεκκλήσιο ὁσ. Ξένης τῆς διά Χριστόν Σαλῆς Μάνδρας Ἀττικῆς·
Ἀποτμήματα στίς Μονές Ἰβήρων, Παντοκράτορος καί ἁγ. Παντελεήμονος Ἁγίου Ὄρους.
Ἀκόμη στή Μονή Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας σώζεται ἡ «πλεξίδα» του.
Moschei ce pastreaza moaste ale Sfantului Ioan Botezatorul Prin traditie, locul in care a fost inmormantat Sfantul Ioan se afla in Sevastia, in Samaria. De aici, insa, moastele sale au fost duse in alte orase (Ierusalim, Alexandria), pentru a nu fi profanate. Capul a fost si el dus in mai multe locuri, incat de multe ori i s-a pierdut urma, fiind aflat ulterior la Ierusalim, Emesa sau chiar Roma. Intre moscheile care pretind ca detin fragmente din moastele Sfantului Ioan Botezatorul se afla si Moscheea Imrahor Camii din Istanbul (fosta Manastire Studion). Documentele arata ca aici se pastreaza inca din secolul al IX-lea mana dreapta si o parte din craniu, frumos imbracate in aur si pietre pretioase. O alta moschee in care se afirma ca este pastrat capul Sfantului Ioan Botezatorul, este Moscheea Umayyad sau Marea Moschee din Damasc. Situata in partea antica a Damascului, acest locas de cult musulman este una dintre cele mai mari si mai vechi moschei din intreaga lume. Este considerata al patrulea loc sfant al Islamului. Dupa cucerirea araba a Damascului in 634, aceasta moschee a fost construita pe locul unei biserici crestine inchinate Sfantului Ioan Botezatorul.
Κατά παράδοση, ο τόπος όπου θάφτηκε ο Άγιος Ιωάννης βρίσκεται σε Σεβαστή στην Σαμαριάς. Από εδώ, όμως, τα λείψανά του μεταφέρθηκαν σε άλλες πόλεις (Ιερουσαλήμ, Αλεξάνδρεια), δεν πρέπει να βεβηλώνονται. Το κεφάλι ήταν επίσης έφερε σε διάφορα σημεία, ότι πολλές φορές είχα χάσει, αφού βρέθηκε αργότερα στην Ιερουσαλήμ, Emesa ή ακόμα και τη Ρώμη.
Μεταξύ τζαμιά που ισχυρίζονται ότι έχουν θραύσματα των λειψάνων του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου είναι Imrahor Camii Τζαμί στην Κωνσταντινούπολη (πρώην Μονή Στουδίου). Τα έγγραφα δείχνουν ότι εδώ διατηρείται από τα τέλη του ένατου δεξί χέρι και μέρος του κρανίου, όμορφα ντυμένος με χρυσό και πολύτιμους λίθους.
Ένα άλλο τζαμί αναφέροντας ότι ο επικεφαλής διατηρείται Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου είναι το Τζαμί Umayyad ή το Τζαμί Umayyad. Βρίσκεται στην αρχαία Δαμασκό αυτό το μουσουλμανικό χώρο λατρείας είναι ένα από τα μεγαλύτερα και παλαιότερα τζαμιά στον κόσμο. Θεωρείται το τέταρτο ιερότερο τόπο του Ισλάμ.
Μετά την αραβική κατάκτηση της Δαμασκού στο 634, το τζαμί χτίστηκε στη θέση μιας χριστιανικής εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή.
“Am vazut si eu aceasta moschee luxoasa, cu lampadare si covoare. Este acolo un mic paraclis acoperit cu email verde si cu pereti de sticla. Acolo inauntru este capul Sfantului Ioan Botezatorul.
“Έχω δει αυτό το τζαμί πολυτελές, με πολυελαίους και χαλιά Είναι ένα μικρό εκκλησάκι που καλύπτεται με σμάλτο πράσινο γυάλινο τοίχο υπάρχει σε υπάρχει το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή γύρω…
Η ΔΕΞΙΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ Ι.ΜΟΝΗ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Κατά την συναξαριστική παράδοση την δεξιά τού Προδρόμου έλαβε ο Ευαγγελιστής Λουκάς καί τήν κατέθεσε στήν πατρίδα του, Αντιόχεια.
Μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη κατά την βασιλεία των Αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου Ζ’ και Ρωμανού Β’.
To 1403, ο Ruy González de Clavijo (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Κλαβίχο) Ισπανός απεσταλμένος στην Αυλή τού Ταμερλάνου, την προσκύνησε στην Μονή της Περιβλέπτου στην Κωνσταντινούπολης η οποία ήτανε κτίσμα του Ρωμανού Γ.
«Ήταν τό δεξί του χέρι – γράφει – από τον αγκώνα ως την παλάμη, πολύ γερό καί νωπό, αν καί λένε πώς όλο τό σώμα του ευλογημένου Ιωάννη στέγνωσε, εκτός από τό δάκτυλο τού δεξιού του χεριού, μέ τό οποίο έδειξε όταν είπε, «ἰδού ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ».
Καί το χέρι αυτό έμοιαζε νά είναι ζωντανό· ήταν πλαισιωμένο από ένα λεπτό χρυσό σύρμα, έλειπε όμως τό μεγάλο δάκτυλο». (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Κλαβίχο, «Ταξείδι στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου», σελ. 101 – 102· καί Νικ. Κοντάκωφ, «Βυζαντινές Ἐκκλησίες καί μνημεία τῆς ΚΠόλεως», Ὀδησσός 1886, σελ. 69).Ο λόγιος Αγιορείτης της Μονής Εσφιγμένου, Γεράσιμος Σμυρνάκης σημειώνει για την δεξιά του Αγίου, oτι: «ἡ χείρ αὕτη ὡς καί ἡ Κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, κομισθεῖσαι εἰς ΚΠολιν, ἐπί πέντε ἑκατονταετηρίδας εὑρίσκοντο ἐν τῷ Μοναστηρίῳ τοῦ Πετρίου, κατά δέ τήν Ἅλωσιν τῆς ΚΠόλεως μετά τοῦ Ἀκανθίνου Στεφάνου, τῆς Λόγχης καί τοῦ Σπόγγου, κατετέθησαν ἐν τῷ Σουλτανικῷ Θησαυροφυλακίῳ…
Κατά Σεπτέμβριον τοῦ 1482 ὁ Σουλτάνος Βαγιαζήτ συνωμολόγησε συνθήκην μετά τοῦ Μεγάλου Ταξιάρχου τῆς Ρόδου, ἐπί τοῖς ὅροις, ἵνα εἰρήνη κρατῆ κατά ξηράν καί θάλασσαν, ἐμπορική ἐλευθερία, κ.λ.π. – ἔτι δέ μυστικήν συνθήκην ἀφορῶσαν εἰς τόν ἀδελφόν αὐτοῦ Τζέμ, τόν διεκδικοῦντα τόν Θρόνον, δι’ ἧς ἀνεδέχετο νά πληρώση 45.000 δουκάτα τῷ Μεγάλῳ Ταξιάρχῃ, ἄν τό Τάγμα αὐτοῦ καθείργνυε τόν Τζέμ.
Μαθών δέ ὅτι ὁ Ταξιάρχης ἐξεπλήρωσεν τήν ἀφορῶσαν αὐτόν ὑποχρέωσιν, ἀπέστειλε καί αὐτός – κατά Μάϊον τοῦ 1438 – τό συνομολογηθέν ποσόν τῶν δουκάτων, συγχρόνως δέ βαρυτιμότατον δῶρον ἐντός κυπαρρισίνης θήκης, τήν δεξιάν χεῖρα τοῦ Ἰωάννου του Βαπτιστοῦ, ἐπιμελῶς ἐν σηρικῷ ὑφάσματι ἐνειλημένην». (Γερασίμου Σμυρνάκη, «Τό Ἅγιον Ὄρος», σελ. 511).Η δεξιά τού Αγίου φυλάχτηκε στη Μάλτα, όπου ήτανε η έδρα των Ιωαννιτών Ιπποτών, μέχρι το 1799.
Τότε, με την κατάληψη τής νήσου από τούς Γάλλους, οι Ιππότες στράφηκαν για βοήθεια προς την Ρωσία και την 12η Οκτωβρίου 1799 πρόσφεραν στον Τσάρο Παύλο Α’ τεμάχιο τού Τιμίου Ξύλου, την Εικόνα τής Παναγίας Φιλερήμου καί την δεξιά τού Προδρόμου.
Τα κειμήλια κατατέθηκαν στο Παρεκκλήσιο τού Χειμερινού Ανακτόρου. Η Ρωσική Εκκλησία από το 1800, τιμά τογεγονός την 12η Οκτωβρίου. (Βλ. Ἰστοσελίδα «Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀμερικῆς» – METROPOLIA).
Δεν είναι γνωστές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες η Προδρομική δεξιά έφθασε στην Μονή Διονυσίου Αγίου Όρους.
Επίσης δέν είναι γνωστές οι συνθήκες κάτω από τις οποίες το κειμήλιο βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Ήδη από το 1878, ο Μητροπολίτης πρ. Βελεγράδων Ιερεμίας ο οποίος κοινοβίασε στην Μονή Διονυσίου, κατέβαλε προσπάθειες για την επανάκτηση τού κειμηλίου. Στις αρχές τού 19ου αιώνα το κειμήλιο ήταν στην κατοχή του μυστικοσύμβουλου τής Πρωσίας στην Κωνσταντινούπολη, Ιωάννη Φραγκόπουλου, ο οποίος και το είχε διακοσμήσει.
Η δεξιά τού Αγίου επεστράφη στην Μονή Διονυσίου στις 10 Μαρτίου του 1802, χάρις στις προσπάθειες τού Προηγουμένου Ιωακείμ Ἁγιοστρατίτη (σε ανάμνηση τελειώνεται αγρυπνία την Δ’ Κυριακή των Νηστειών).
Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΤΟΥ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ
ΠΕΡΙΛΥΠΟΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΧΕΙΡΟΣ ΤΟΥ Τ. ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
Il existe plusieurs reliques identifiées comme celles d’un bras de Jean-Baptiste[1]. Plusieurs sources historiques, à différentes époques, font mention d’une relique de bras droit considérée comme étant celle du Précurseur[2]. Parmi celles-ci il peut être tentant de rapprocher une relique mentionnée dans les sources byzantines de celle qui est conservée au Musée de Topkapi Sarayi, même si le lien est loin d’être assuré.
D’après la chronique de Jean Skylitzès[3], une relique du bras droit de Jean-Baptiste fut transférée en 956 d’Antioche à Constantinople par l’empereur Constantin VII Porphyrogénète (913-959), pour être déposée dans une des chapelles du Grand Palais, sans doute dans l’église de la Vierge du Phare[4]. À la fin du XIIe siècle, Antoine de Novgorod, moine et archevêque en pèlerinage à Constantinople, mentionne dans ses écrits, tout ce que contient le trésor de cette église, dont la relique du bras droit de Jean-Baptiste.
D’après Du Cange, en 1263, Othon de Cicon, seigneur de Karistos en Eubée, fait présent du bras droit de Jean-Baptiste à l’abbaye de Cîteaux en France. Othon avait donné refuge à Baudouin II, empereur latin de Constantinople, en 1261. En échange d’une somme payée en hyperpères[5] byzantins, l’empereur en fuite lui avait offert la relique. Cette dernière était conservée dans un reliquaire en argent doré. Une inscription mentionnait qu’il s’agissait du bras du Précurseur, arrachée aux mains des Barbares par l’empereur Constantin[6] et déposé dans un trésor pour protéger l’Empire et augmenter son pouvoir.
D’après certains defters[7] conservés dans les archives du Topkapı et du Ministère Turc, on sait qu’en 1484, une relique fut envoyée aux Hospitaliers de Rhodes, présents sur l’île depuis le premier quart du XIVe siècle, par le sultan Bâyazîd II (1481-1512). Ce dernier avait payé une pension aux chevaliers pour qu’ils gardent prisonnier son frère Jem. Il semble donc que la relique revient entre les mains des Ottomans au cours de la dernière décennie du XVIesiècle. Il reste difficile de voir le lien ou de prouver l’identité entre la relique mentionnée par les auteurs byzantins, celle qui va de l’Eubée à Cîteaux et celle qui apparaît comme faisant un aller-retour entre Istanbul et Rhodes, d’autant plus qu’un ambassadeur espagnol, Clavijo, a vu une relique du bras droit de saint Jean-Baptiste dans l’église de la Vierge Peribleptos à Constantinople en 1404.
La relique, telle qu’on peut la voir aujourd’hui, est protégée par un reliquaire médiéval de type occidental, en métal, qui recrée la forme du bras et de la main d’une manière réaliste. Ce reliquaire est manifestement un travail italien, plus particulièrement vénitien, effectué du temps où la relique était à Rhodes entre les mains des Hospitaliers. Un motif continu de feuilles de vigne en rinceaux formant des médaillons, simule une manche en soie recouvrant le bras. On observe sur le reliquaire deux cachets en argent représentant le lion vénitien et la croix maltaise du XVIe siècle, époque à laquelle les Hospitaliers devinrent Chevaliers de Malte.
Υπάρχουν πολλά λείψανα εντοπίστηκαν ως εκείνα του βραχίονα Jean-Baptiste [1]. Αρκετές ιστορικές πηγές, σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, να αναφέρω ένα λείψανο του δεξιού χεριού έκρινε ότι η Προδρόμου [2]. Μεταξύ αυτών μπορεί να είναι δελεαστικό να φέρει ένα λείψανο που αναφέρονται στις βυζαντινές πηγές από το ένα σώζονται στο Sarayi Μουσείο Τοπ Καπί, ακόμη και αν η σύνδεση δεν είναι διασφαλισμένη.
Σύμφωνα με το Χρονικό του Ιωάννη Σκυλίτζη [3], ένα λείψανο του δεξιού χεριού του Ιωάννη του Βαπτιστή μεταφέρθηκε 956 από την Αντιόχεια στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ (913-959), που θα κατατεθεί σε ένα από τα παρεκκλήσια το Grand Palais, πιθανότατα στην εκκλησία της Παναγίας του Phare [4]. Στο τέλος του δωδέκατου αιώνα, Anthony του Νόβγκοροντ, ο αρχιεπίσκοπος και μοναχός σε ένα προσκύνημα στην Κωνσταντινούπολη, αναφέρει στα γραπτά του, ό, τι περιέχει το θησαυρό της εκκλησίας αυτής, το σκήνωμα του δεξιού βραχίονα του Ιωάννη του Βαπτιστή.
Σύμφωνα με τον Du Cange, το 1263, Otto της Cicon, Καρύστου Ευβοίας Κυρίου, αυτό είναι το δεξί χέρι του Ιωάννη του Βαπτιστή στο κιστερκιανού Abbey στη Γαλλία. Όθων είχε δώσει καταφύγιο σε Baldwin ΙΙ, λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης το 1261. Σε αντάλλαγμα για ένα ποσό που καταβάλλεται hyperpères [5] φυγάς βυζαντινό αυτοκράτορα είχε δώσει το λείψανο. Ο τελευταίος φυλάσσεται σε ασημένια λάρνακα. Μια επιγραφή αναφέρεται ότι ήταν το χέρι του Προδρόμου, απέσπασε από τα χέρια των Βαρβάρων από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο [6] και κατατίθεται σε ένα θησαυρό για την προστασία της αυτοκρατορίας και να αυξήσει τη δύναμή του.
Σύμφωνα με ορισμένες τεφτέρια [7] στα αρχεία του Τοπ Καπί και το τουρκικό υπουργείο, γνωρίζουμε ότι το 1484, ένα λείψανο εστάλη στους Ιωαννίτες ιππότες της Ρόδου στο νησί από το πρώτο τρίμηνο του δέκατου τέταρτου αιώνα από το Σουλτάνος Βαγιαζήτ Β (1481-1512). Είχε καταβληθεί σύνταξη ιππότες κρατούν αιχμάλωτο αδερφό του Jem. Έτσι φαίνεται ότι το λείψανο πίσω στα χέρια των Οθωμανών κατά την τελευταία δεκαετία του XVIesiècle. Παραμένει δύσκολο να δείτε το σύνδεσμο ή για να αποδείξει την ταυτότητα του λειψάνου που αναφέρονται από τους βυζαντινούς συγγραφείς, αυτό που πηγαίνει από την Εύβοια να Cîteaux και αυτό που εμφανίζεται ως κάνει ένα ταξίδι μετ ‘επιστροφής μεταξύ Κωνσταντινούπολης και της Ρόδου, ιδιαίτερα ισπανός πρέσβης, Clavijo, είδε ένα λείψανο του δεξιού χεριού του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή στην εκκλησία της Παναγίας της Περιβλέπτου στην Κωνσταντινούπολη το 1404.
Το λείψανο, όπως μπορούμε να δούμε σήμερα, προστατεύεται από ένα μεσαιωνικό λειψανοθήκη μέταλλο δυτικού τύπου που αναπαριστά το σχήμα του βραχίονα και το χέρι με ρεαλιστικό τρόπο. Αυτή η λειψανοθήκη είναι σαφώς ένα ιταλικό έργο, ειδικά ενετικό, έκανε χρόνο όπου το λείψανο ήταν στη Ρόδο στα χέρια των Ιωαννιτών. Ένα συνεχές μοτίβο αμπελόφυλλα σε μετάλλια που σχηματίζουν φύλλωμα, προσομοιώνει ένα μεταξωτό λαβή καλύπτει το βραχίονα. Έχει παρατηρηθεί σε δύο γραμματόσημα ασημένια λειψανοθήκη που εκπροσωπούν το Ενετικό λιοντάρι και το σταυρό της Μάλτας του δέκατου έκτου αιώνα, όταν οι Ιωαννίτες έγιναν οι Ιππότες της Μάλτας.
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΙΒΗΡΩΝ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ. Άγια λείψανα του Αγίου Αμφιλοχίου Ικονίου, της Αγίας Πελαγίας, του Αγίου Κυπριανού, του Αγίου Χαραλάμπους, του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, του Αγίου Παντελεήμονος, των Αγίων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου, του Αγίου Ιερομάρτυρος Χαραλάμπους, του Αγίου Ιερομάρτυρος Μοδέστου, του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Τρύφωνος, του Αγίου Προκοπίου, της Αγίας Μαρίνης, του Αγίου Παντελεήμονος, των Αγίων Δισμυρίων, του Αγίου Ιερομάρτυρος Ελευθερίου, του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Προκοπίου, του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος, του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος, του Αγίου Τρύφωνος, του Αγίου Γρηγορίου της Μεγάλης Αρμενίας, της Οσίας Ευπραξίας κ.ά.
Η ΚΑΤΩ ΣΙΑΓΩΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΗ.
Φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Αγίας Παρασκευής Δομήρου (Ροδολίβος Σερρών).
Ἀπότμημα ἀριστερῆς χειρός τοῦ Τιμίου Προδρόμου στήν Ἱερά Μονή Αγίου Ἰωάννου Μακρυνοῦ Ἀλεποχώρι Μέγαρα
Raka with thethe right hand of John the Baptist, The Cetinje Monastery, located in the capital of Montenegro, city of Cetinje Τό Δεξιό Χέρι τού Αγίου Ἰωάννου Βαπτιστού στην Cetinje Μονή, που βρίσκεται στην πρωτεύουσα του Μαυροβουνίου, Το Τσέτινιε, στα ελληνικά Κετίγνη, (μαυροβουνιακά και σερβικά: Cetinje, Цетиње) είναι μία πόλη του νότιου Μαυροβουνίου.
Καθεδρικός Ναός τής πόλης τών Βρυξελλών που τιμάται στο όνομα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και της Αγίας Γουδούλης.Λειψανοθήκη του 1600 – 1850. Περιέχει τεμάχιο από το σαγόνι
του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στο εσωτερικό της μεγάλης στρογγυλής θήκης.
Οι άγγελοι παράπλευρα της θήκης κρατούν κρυστάλλινες θήκες που η κάθε μία περιέχει
και από ένα δόντι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.
Επιγραφές: στη βάση “RELIQUIAE S. JOANNIS BAPTISTAE PRAECURSORIS”,
στο εσωτερικό “DE MANDIBULA S. JOANNIS BAPT.”
Στις μικροθήκες κάτω από τη μεγάλη στρογγυλή θήκη περιέχονται μικρολείψανα
του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, αλλά και της μητέρας του Ελισάβετ.
Δάκτυλος Αγίου Ιωάννου Προδρόμου – Μονή Βατοπαιδίου
Λειψανοθήκη με τμήμα της κάρας
του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου
από την Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους
Αγιου Ιωάννη του Προδρομου..απο το δεξι του χερι με το οποιο εβἀπτισε τον Χριστό... στην Ιερά Μονή Ομπλού Πατρών
Άγιος Ιωάννης ο ΠρόδρομοςΑπόστολος Θωμά. Αγ. Μαρκέλλα. Αγ. Λουκά ο Ιατρός. Αγ. Ιωάννης της Κλιμακος. Αγ. Μαρία Μαγδαληνή. Όσιος Παίσιος ο Μέγαςστήν Ιερά Μονή Παναγία Ελεούσα Πατρών
Εικόνα του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου με ενσωματωμένο λείψανό του
από τον Άθωνα στον ομώνυμο Ιερό Ναό στην Ξηροκαρύταινα Γορτυνίας
Η διδάκτωρ και συνάδελφος βυζαντινολόγος του π. Νεκταρίου Πέττα, από τη μαρτυρική Κύπρο, κ. Μαρίνα Α. Κυριακίδου, στο επιστημονικό βιβλίο της: Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου Τροπαιοφόρου στο Κελλάκι Λεμεσού, έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού, Λευκωσία 2011, στη σ. 125, αναφέρει, σχετικά με την περιγραφή της συγκεκριμένης εικόνας, τα εξής:
Η δεσποτική εικόνα φέρει την επιγραφή: «Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩ(ΑΝΝΗΣ) Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ». Ο άγιος εικονίζεται όρθιος, ολόσωμος, μετωπικός, ενήλικας, γενειόφορος, με καστανόχρωμα μακριά μαλλιά, που πέφτουν στους ώμους, με τη δεξιά πλευρά του σώματος γερμένη προς τα δεξιά και το βλέμμα στραμμένο προς τον πιστό. Φέρει μεγάλα ροδόχρωμα φτερά στην πλάτη με φωτισμούς ως «ενσώματος άγγελος» και στο κεφάλι στικτό φωτοστέφανο.
Ο άγιος φορά καφε-κόκκινο χιτώνα με κοντά μανίκια, με τριγωνικό άνοιγμα στο λαιμό. Πάνω από το χιτώνα φορά μπλε ιμάτιο με φωτισμούς και πλούσιες πτυχώσεις, που πέφτει στους ώμους, καλύπτοντας την αριστερή πλευρά του σώματος, μέχρι τα πόδια και δένεται στη μέση με σκουρόχρωμη ζώνη.
Στο δεξί χέρι κρατά ξετυλιγμένο ειλητάριο με την επιγραφή: «ἺΔΕ Ὁ ἈΜΝΌС ΤΟΥ ΘΕΟῩ Ὁ ΑΊΡΩΝ ΤΗΝ ἈΜΑΡΤΊΑΝ ΤΟῩ ΚΌСΜΟΥ• ΟῩΤΟС ẺΣΤΙ ΠΕΡÍ ΟῩ ẺΓΩ». Με την παλάμη του αριστερού χεριού κρατά μετάλλιο, που εικονίζει τη Σταύρωση του Χριστού.
Η μορφή του αγίου παριστάνεται σχεδόν ολόκληρη σε χρυσό κάμπο, ενώ στο κάτω τμήμα της εικόνας ο άγιος απεικονίζεται σε βραχώδη περιοχή (βουνά της ερήμου), με δύο δέντρα, λιγοστό χορτάρι και ένα οικοδόμημα στο βάθος. Κοντά στο δεξί πόδι του αγίου προβάλλεται η κομμένη κεφαλή του φωτοστεφανωμένη και τοποθετημένη μέσα σε λεκάνη.
Στις δύο κάτω γωνίες της εικόνας παριστάνεται σε χρυσοκόκκινο πλαίσιο σκηνές από τη ζωή του αγίου. Δεξιά του αγίου, στην κάτω γωνία, εικονίζεται η συνάντηση του αγίου με το Χριστό πριν τη Βάπτισή Του, όπου και αναγράφεται επιγραφή παρμένη από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (Ματθ.3, 14-15): «ẺΓΩ ΧΡÍΑΝ ἚΧΩ ỶΠΌ СΟΥ ΒΑΠΤΙΣΘΗ / ΝΑΙ. Κ(ΑΙ) СỲ ἚΡΧΗ ΠΡΟС ΜΕ: Ὁ ΔÉ/ ἸΗСΟῩС ΕΙΠΕ ἌΦΕС ἌΡΤΙ». Στην απέναντι γωνία εικονίζεται η Βάπτιση του Χριστού. Μεταξύ των δύο σκηνών παρεμβάλλεται επιγραφή, που μας πληροφορεί ότι η εικόνα ζωγραφίστηκε το 1853, με έξοδα του Χαράλαμπου, της συζύγου και των γονιών του: «+ ΔἒΗСΙС ΤΟῩ ΔΟYΛΟΥ СΟΥ ΧΑΡΑΛÁΜΠΟΥ / СΥΜΒÍΑС Κ(ΑΙ) ΤῶΝ ΓΟΝέωΝ:- Α.ω.Ν.Γ.»
Στο πιστό αντίγραφο στο ναό της Ξηροκαρύταινας η αφιερωματική επιγραφή έχει ως εξής:
«СΚΕΠΕ ΤΟΝ ΕΥΠΡΕΠΙСΑΝΤΑ ΠΡΟΔΡΟΜΕ ΙωΑΝΝΗ /
ΕΙΚΟΝΑ СΟΥ ΤΗΝ ΦΕΡΟΥСΑΝ ΧΡΙСΤΟΝ ΕСΤΑΥΡωΜΕΝΟΝ /
ΤΗΝ ΕΝ Τω ΞΗΡΟΚΑΡΥΤΑΙΝΗС ΝΑω ΕΥΡΙСΚΟΜΕΝΗΝ /
ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΟΝ ΕΠΙΤΡΟΠΟΝ ΝΕΚΤΑΡΙΟΝ Ν. ΠΕΤΤΑΝ /
ΚωΜΟΠΟΛΕωΣ ΚΟΝΤΟΒΑΖΑΙΝΗС ΚΗΡΥΚΑ ΓΟΡΤΥΝΙΑС /
ΔΙΑ СΥΝΔΡΟΜΗС, ΕΞΟΔωΝ ΤΕ ΙωΑΝΝΟΥ Θ. СΙΕΤΤΟΥ».
Κάτω από το στρογγυλό χρυσαφένιο μεταλλικό έλασμα, στο οποίο σχηματίζεται ανάγλυφα ο ήλιος της Βεργίνας (στο κέντρο του οποίου είναι εγκολπωμένο το τεμάχιο του Λειψάνου του ΙΩ Προδρόμου που χορηγήθηκε από τον Άθωνα) υπάρχει η επιγραφή «ΙΕΡΟΝ ΛΕΙΨΑΝΟΝ Τ. ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ»
Moastele Sfantului Ioan Botezatorul si Sfantului Apostol Petru
Parohia Bumbacari, cu hramul Nasterea Maicii Domnului, este o parohie ortodoxa situata in Bucuresti
Αποτμήματα λειψάνων τού Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου και τού Αγίου Αποστόλου Πέτρου στην Ενορία Bumbacari, αφιερωμένη στο Γενέθλιο της Υπεραγίας Θεοτόκου, μια ορθόδοξη Ενορία που ευρίσκεται στο Βουκουρέστι. Ρουμανία
Πού βρίσκεται σήμερα το κεφάλι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου;
Ο καθεδρικός ναός της Παναγίας στην Αμιένη,
όπου φυλάσσεται η κεφαλή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.
Η κεφαλή του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου κλάπηκε από την Κωνσταντινούπολη κατά την άλωσή της από τους Σταυροφόρους το 1204, και από το 1206 βρίσκεται στην πόλη Amiens (Αμιένη) της βόρειας Γαλλίας, στον περίφημο καθεδρικό της ναό, ο οποίος χτίστηκε ακριβώς για να στεγάσει το άγιο αυτό λείψανο και μάλιστα συγκαταλέγεται στα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Τα παρακάτω αποτελούν μετάφραση ενός δημοσιεύματος του ιστολογίου Full of Grace and Truth, όπου παρατίθενται δύο αποσπάσματα από ένα αφιέρωμα του υπέροχου περιοδικού “Road to Emmaus” (Δρόμος προς Εμμαούς). Σας προτείνουμε να ρίξετε μια ματιά μέχρι το τέλος του δημοσιεύματος. Γίνεται λόγος και για τις αποδείξεις της γνησιότητας της τιμίας κάρας.
Το παρακάτω είναι απόσπασμα από ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο από το περιοδικό Road to Emmaus για ιερά ορθόδοξα λείψανα στη Γαλλία. Πρόκειται για μια συνέντευξη με τον π. Νικολά Nikichine ο οποίος από καιρό ερευνά πολλά από τα φερόμενα λείψανα που έχουν σχέση με την Ορθοδοξία στη Γαλλία και παρουσιάζει εδώ πολλά από τα συμπεράσματά του. Μεταξύ των κειμηλίων που έχουν περισσότερες ιστορικές αποδείξεις, όπως αναφέρει, είναι η κεφαλή του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στην Amiens της Γαλλίας. […]
“Από το 13ο αιώνα, ο καθεδρικός ναός της Νοτρ Νταμ στην Αμιένη στεγάζει ένα μέρος του κρανίου – τα οστά του προσώπου – του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Αυτό δεν πρέπει να συγχέει αυτούς που γνωρίζουν ότι και το Άγιον Όρος ισχυρίζεται ότι έχει «την κεφαλή του αγίου Ιωάννη» (σημείωση του μεταφραστή: ίσως να εννοεί κάπου αλλού). Αυτή η ονοματοδοσία είναι μια ευσεβής συνήθεια, γιατί ακόμα κι αν έχετε μόνο ένα μέρος του κεφαλιού ή του χεριού, δεν θα λέγατε, «έχουμε πέντε εκατοστά του κρανίου», θα λέγατε, «έχουμε την κάρα του». Στο Άγιον Όρος έχουν ένα άλλο μέρος του κρανίου, αλλά στην Αμιένη έχουμε τα οστά του προσώπου, και μπορείτε να φανταστείτε ακόμη και την προσωπικότητά του πίσω από αυτά τα λείψανα.”
“RTE: Μπορείτε να μας πείτε τώρα για τα αποδεικτικά στοιχεία για ορισμένα από τα λείψανα που έχετε μελετήσει;
Π/ΝΙΚΟΛΑ: Όλα τα κυριότερα λείψανα που ανέφερα προηγουμένως έχουν βάσιμα ιστορικά και επιστημονικά επιχειρήματα από πολλές διαφορετικές πηγές, και αυτή η ποικιλία της συνοχής είναι ισχυρό επιχείρημα από μόνο του. Επίσης, μαθαίνοντας την ιστορία αυτών των λειψάνων, εμείς οι Ορθόδοξοι ανακαλύπτουμε μια άλλη άποψη για την ιστορία της δυτικής Εκκλησίας και έναν νέο τρόπο κατανόησης αυτών των ιστορικών γεγονότων.
Για παράδειγμα, η κεφαλή του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου αποκτήθηκε κατά τη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης το 1204 (σημείωση του μεταφραστή: από τους λατίνους σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας, οι οποίοι κατέκτησαν την Κωνσταντινούπολη και άρπαξαν όλους τους θησαυρούς της, π.χ. τα διάφορα πολύτιμα κειμήλια που μεταφέρθηκαν και βρίσκονται έως σήμερα στην Βενετία, το Άγιο Μανδήλιο που σήμερα είναι γνωστό ως η Σινδόνη του Τορίνο, η περίφημη εικόνα της Οδηγήτριας που ζωγραφίστηκε από τον ευαγγελιστή Λουκά και κατέληξε στο Montevergine της Ιταλίας, και άλλα πολλά). Αυτό ήταν μια μεγάλη τραγωδία για την ανατολική Εκκλησία, αλλά τώρα βλέπουμε τι έχει συμβεί στη Μικρά Ασία, στην Τουρκία, από την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453 μέχρι σήμερα. Αν το κεφάλι είχε παραμείνει εκεί, θα είχε χαθεί ή καταστραφεί, όταν η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Τούρκων (όπως συνέβη με πολλά λείψανα), ή μήπως θα ήταν ακόμα προσβάσιμο για προσκύνηση; Τώρα, αυτό το λείψανο είναι στη Γαλλία, σε έναν πολύ όμορφο καθεδρικό ναό, και είναι δυνατό για τους Ορθόδοξους να το προσκυνήσουν με τον πλέον ανοικτό τρόπο. Η 25η Μαΐου, σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, ή η 7η Ιουνίου, σύμφωνα με την αστική ημερολόγιο, είναι η γιορτή της Τρίτης Ευρέσεως της Κεφαλής του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, και σε αυτή τη γιορτή, το 2004, τελέσαμε την Θεία Λειτουργία με αυτό το λείψανο στην αγία τράπεζα. Αυτό δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβεί στη σύγχρονη Τουρκία, και αυτό το είδος προβληματισμού αλλάζει την εκτίμησή μας για το ιστορικό γεγονός της μεταφοράς αυτού του λειψάνου στην Αμιένη. Ο Θεός έχει την δική Του πρόνοια.
Παλιό ανάγλυφο από τον καθεδρικό της Αμιένης που δείχνει την άφιξη της κεφαλής του αγίου Ιωάννη στην πόλη. Παρατηρούμε ότι το άγιο λείψανο με την χρυσή λειψανοθήκη είναι ακριβώς το ίδιο όπως το βλέπουμε και σήμερα.
Ο Θεός επέτρεψε τη μεταφορά αυτών των λειψάνων εδώ, και αυτή η δυτική κοινωνία είναι τα διατηρεί πιστά. Βεβαίως, η Γαλλία περνάει μια περίοδο αποχριστιανοποίησης, αλλά ακόμη βλέπουμε καθημερινή προσκύνηση των λειψάνων αυτών από έναν μικρό αριθμό πιστών χριστιανών. Ένα άλλο πολύ γνωστό παράδειγμα από τον 11ο αιώνα είναι η μεταφορά («μετακομιδή») του λειψάνου του αγίου Νικολάου από τα Μύρα της Λυκίας (και αυτή βρίσκεται σήμερα στην Τουρκία) στο Μπάρι στην Ιταλία. Στην ακολουθία που είναι αφιερωμένη σε αυτό το γεγονός, λέμε «Δεν ήταν χρήσιμο στα μάτια του Θεού αυτά τα πολύτιμα λείψανα να παραμένουν αδρανή στην έρημο της Λυκίας.» [*** Βλ. την σημείωση παρακάτω] Εμείς οι Ορθόδοξοι πρέπει να αντιμετωπίσουμε ευλαβικά την πρόνοια του Θεού, η οποία εκδηλώνεται σε αυτό.
Αυτή η συνεχής προσκύνηση από ακόμη και μια μειοψηφία Γάλλων πιστών είναι ένα από τα πνευματικά επιχειρήματα για τη γνησιότητά τους. Σε κάθε περίπτωση που έχω μελετήσει, έχω βρει ντόπιους που πιστεύουν, και ακαδημαϊκούς μελετητές που έχουν έγγραφα, ιστορικά βιβλία, και αρχεία που παρουσιάζουν τα ιστορικά και επιστημονικά επιχειρήματα που αποδεικνύουν τη γνησιότητα του λειψάνου. Βεβαίως, αυτοί οι άνθρωποι είναι λίγοι σε αριθμό. Ο μεγάλος αριθμός των Γάλλων ρωμαιοκαθολικών όχι μόνο δεν γνωρίζουν τίποτα για τα δικούς τους ιερούς τόπους, αλλά και δεν ενδιαφέρονται και πολύ για αυτά. Αυτό δεν είναι δικό τους φταίξιμο – αυτοί οι ίδιοι είναι θύματα των αντι-χριστιανικών, αντι-εκκλησιαστικών, και αντι-λειψανικών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Δυστυχώς, κάθε αδύναμο σημείο της ιστορίας της δυτικής Εκκλησίας (σημείωση του μεταφραστή: δηλαδή του Παπισμού) μεγεθύνεται με σκοπό να γενικεύσει την εντύπωση της αδυναμίας της Εκκλησίας συλλήβδην. Οι ρωμαιοκαθολικοί είχαν τις αποτυχίες τους, και η ευπιστία των απλών ανθρώπων γινόταν ενίοτε αντικείμενο εκμετάλλευσης από κακούς κληρικούς για το κέρδος, αλλά και πάλι, όταν μελετάτε την ιστορία των μεγάλων λειψάνων, δεν μένει χώρος για αυτές τις απλοϊκές αντιρρήσεις.
Αντιθέτως, έχουμε πολύ κατηγορηματικά και ισχυρά επιχειρήματα. Μπορούμε να αναφέρουμε το παράδειγμα της κεφαλής του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή στην Αμιένη, η οποία, ανατομικά, είναι ένα οστό του προσώπου χωρίς το σαγόνι. Συγχρόνως, μια εκκλησία στην επισκοπή του Βερντέν (σημείωση του μεταφραστή: άλλη πόλη της Γαλλίας) είχαν, όπως φημιζόταν, το σαγόνι του Αγίου Ιωάννη. Μια επιτροπή συστήθηκε για να εξετάσει τα δύο κειμήλια, και στην προκειμένη περίπτωση, το σαγόνι στο Βερντέν αποδείχθηκε ότι ήταν ενός άλλου ανθρώπου, μετά τον δέκατο αιώνα, αλλά τα συμπεράσματα της ίδιας επιτροπής σχετικά με τα λείψανα του αγίου Ιωάννη στην Αμιένη ήταν εκπληκτικά. Το οστό της Αμιένης όχι μόνο έχει χρονολογία από τον πρώτο ως τον τρίτο αιώνα μετά Χριστόν, αλλά και αυτό το κομμάτι του κρανίου προσδιορίστηκε ότι ήταν ενός άνδρα μεσογειακής καταγωγής, ηλικίας από 30 μέχρι 45, και επιπλέον υπήρχε μια αρχαία τρύπα που προκλήθηκε από ένα αιχμηρό εργαλείο, ακριβώς στο κάτω μέρος του μετώπου. Σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση, γνωρίζουμε ότι μετά τον αποκεφαλισμό του, η Ηρωδιάδα μαχαίρωσε το κεφάλι με το μαχαίρι της ως εκδίκηση για την καταγγελία εκ μέρους του του παράνομου γάμου της με τον Ηρώδη. Αν και αυτό δεν είναι τόσο σημαντικό για τους επιστημονικούς εξεταστές, έχουμε πράγματι αυτό το επιχείρημα από τη δική μας παράδοση, μαζί με άλλα ιστορικά και ανθρωπολογικά επιχειρήματα για τη γνησιότητα του λειψάνου του.
Στην ιστορία των μεγάλων κειμηλίων, έχουμε σχεδόν πάντα αυτή την επιστημονική και πνευματική ταύτιση. Για παράδειγμα, στην ιστορία της Σινδόνης του Τορίνου, η ιστορική τεκμηρίωση δεν είναι πολύ πειστική, αλλά τα πιο εντυπωσιακά επιχειρήματα προέρχονται από την επιστημονική πλευρά, τα πορίσματα των οποίων έχουν συνεχώς αναθεωρηθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. (σημείωση του μεταφραστή: Τα τελευταία χρόνια έχουν εντοπιστεί και η πληθώρα των ιστορικών τεκμηρίων σχετικά με την αγία Σινδόνη, εκτός από τα επιστημονικά! Μπορείτε να διαβάσετε για την θύελλα των συγκλονιστικών στοιχείων σε διάφορα βιβλία, όπως για παράδειγμα στα άψογα “The Crucifixion of Jesus: A Forensic Inquiry” του ιατροδικαστή Frederick Zugibe και το “Holy Faces, Secret Places” του ιστορικού ερευνητή Ian Wilson. Το ένα εστιάζει κυρίως στις αποδείξεις που αφορούν στις φυσικές επιστήμες, ενώ το άλλο στις ιστορικές.)
Μετά τη Γαλλική Επανάσταση, είχαμε αυτό που ονομάστηκε «Καθολική Αναγέννηση» στη Γαλλία. Η πρωτόγονη και άξεστη λογικοκρατία και η κριτική των επαναστατών και των Προτεσταντών που προσπαθούσαν να δυσφημίσουν τα λείψανα ώθησαν τους Ρωμαιοκαθολικούς να εξερευνήσουν τις ιστορίες αυτών των αντικειμένων. Μελέτησαν, έκαναν αρχαιολογικές έρευνες, και έφτασαν σε ένα υψηλότερο επίπεδο αντικειμενικής επιχειρηματολογίας υπέρ της γνησιότητας πολλών από αυτά τα λείψανα που ήταν γνωστά από πριν. Όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά και στη χριστιανική Ανατολή, έχουμε ακόμη πολλά έγγραφα που δεν έχουν ερευνηθεί, εξαιτίας των γλωσσικών φραγμών, την αρχαιότητας, και της έλλειψης πρόσβασης.
Ο καθεδρικός ναός της Παναγίας στην Αμιένη, όπου φυλάσσεται η κεφαλή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.
Καθώς συνεχίζουμε να μελετάμε, βρίσκουμε με τον καιρό ακόμη περισσότερα επιχειρήματα υπέρ της γνησιότητας, αλλά η άποψή μου είναι ότι η λογική διερεύνηση δεν μπορεί ποτέ να αποτελεί επαρκή απόδειξη. Περιορίζεται από την φύση της λογικοκρατίας. Το βασικό επιχείρημα για εμάς είναι το επιχείρημα της πίστης μας. Δεν είναι το γεγονός ότι αυτό το λείψανο, αυτό το κόκαλο, είναι πραγματικά από από τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή με κάποιον τρόπο να επηρεάζει τη σύγχρονη ζωή μας, το προσωπικό μας πεπρωμένο. Γνωρίζουμε από την ιστορία της Εκκλησίας ότι, αν αυτό λείψανο είναι από τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, τότε έχουμε μια μεγαλύτερη εγγύηση ότι η αδύναμη προσευχή μας θα έχει περισσότερα αποτελέσματα εδώ από ό, τι σε άλλο τόπο.
Το σημείο όπου θέλουμε να καταλήξουμε είναι να δείξουμε ότι δεν είναι μόνο εφικτό, αλλά και χρήσιμο να προσευχόμαστε μπροστά σε άγια λείψανα. Έχουμε αρκετά στοιχεία που να δείχνουν ότι υποστηρίζουν την προσευχή μας. Ο Θεός και οι άγιοι οι ίδιοι μάς δίνουν αρκετά επιχειρήματα. Ωστόσο, ακόμη και αν καλώ προσκυνητές σε αυτά τα ιερά μέρη, προσωπικά, δεν τολμώ να επιβάλω αυτό το σέβας ως μια βεβαιότητα. Μόνο το σύνολο της Εκκλησίας μπορεί να το εξουσιοδοτήσει αυτό. […]“
(παρμένο από:http://www.roadtoemmaus.net/back_issue_articles/RTE_25/A_CITY_OF_SAINTS.pdf, “A CITY OF SAINTS: THE FORGOTTEN RELIQUARIES OF PARIS”;
Road to Emmaus Vol. VII, No. 2 (#25))
[***Σημείωση: Όπως γράφει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στον “Συναξαριστή” του για την γιορτή της μετακομιδής του λειψάνου του αγίου Νικολάου (20 Μαϊου): «Διά τούτο ευδόκησεν ο Θεός να σηκωθούν από εκεί τα άγια λείψανα του μεγάλου Πατρός ημών Nικολάου, και να μεταφερθούν εις την πολυάνθρωπον πολιτείαν την ονομαζομένην Mπαρ, ήτις ευρίσκεται εις την Iταλίαν. Ένα μεν, διά να μη μείνουν τα λείψανα τοιούτου Aγίου άτιμα και άδοξα, και άλλο δε, διά να απολαύση και η Δύσις τα τούτου θαυμάσια, ήτις ακόμη δεν είχε πέση εις τας αιρέσεις και κακοδοξίας, αλλ’ ήτον Oρθόδοξος, και ενωμένη με την Aνατολικήν Eκκλησίαν.” (http://www.snhell.gr/references/synaxaristis/search.asp)
(και τώρα οι ταπεινές μου απόψεις…) (σημείωση του μεταφραστή: δηλαδή του ιστολογίου Full of Grace and Truth)
Αυτά και τα παρόμοια συναισθήματα που προαναφέρθηκαν δεν δείχνουν να αποδέχονται καθόλου την αφαίρεση των ιερών ορθοδόξων λειψάνων(συμπεριλαμβανομένης εκείνης κατά την λεηλασία της Κωνσταντινούπολης) και τη μεταφορά τους σε ξένα και ακόμα και ετερόδοξα μέρη, αλλά φαίνεται να επαναλαμβάνουν ότι κανείς μας δεν γνωρίζει τον άπειρο νου του Θεού, και το τί ευδοκεί το ανεξιχνίαστο θέλημά Του. Ίσως θα έπρεπε επίσης να δείχνουμε ταπεινοφροσύνη, μετάνοια και καρτερία στις διάφορες δοκιμασίες που επιτρέπονται από το Θεό εξαιτίας των πολλών αμαρτιών μας. Εν πάση περιπτώσει, ας ευχαριστήσουμε τον Θεό εν τέλει για τις αμέτρητες υλικές και πνευματικές ευλογίες που συνεχίζουμε να λαμβάνουμε από Αυτόν σε αφθονία.]
Μετάφραση: Ραφαήλ Παπανικολάου
Πηγή: Περιοδικό “Road to Emmaus: A Journal of Orthodox Faith and Culture” (ιστοσελίδα http://www.roadtoemmaus.net/). Αναδημοσίευση από http://full-of-grace-and-truth.blogspot.com/2009/08/head-of-precious-forerunner-in-amiens.html.
vatopaidi.wordpress
ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ
ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ
ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
SIBAPOLI SEU NISIBI IN MESOPOTAMIA
VITA ET MARTYRIUM Auctore Thomaide
(Ο ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ)
(ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ)
Αγία Οσιομάρτυς Φεβρωνία
Προὶξ τῇ γυναικῶν καλλονῇ Φεβρωνία.
Τομὴ κεφαλῆς· ὡς καλὴ σοι προὶξ γύναι!
Δῶκε δὲ Φεβρωνίη ξίφει αὐχένα εἰκάδι πέμπτῃ.
Το φρικτό Μαρτύριο της Αγίας Φεβρωνίας
Κατά τους χρόνους του μεγάλου διωγμού που είχε εξαπολύσει ο Διοκλητιανός κατά των Χριστιανών, ζούσε στην Ρώμη ένας νεανίας ονόματι Λυσίμαχος, ο οποίος προοριζόταν για έπαρχος μετά τον θάνατο του πατέρα του. Όμως, επειδή ο Διοκλητιανός είχε ακούσει ότι αυτός ο νεαρός σεβόταν τον Χριστό, απεφάσισε να τον στείλει στην Ανατολή, μαζί με τον κακότροπο θείο του, τον Σελήνο και πλήθος στρατιωτών, για να διώξουν τους Χριστιανούς. Πράγματι κατέφθασαν σε μια χώρα της Μεσοποταμίας, την Παλμύρα, και ο άσπλαχνος Σελήνος θανάτωνε πολλούς Χριστιανούς. Ο Λυσίμαχος λυπόταν πικρά για όλα αυτά, διότι η μητέρα του ήταν Χριστιανή και του είχε διδάξει να πιστεύει στον Χριστό. Γι’ αυτό και ανακοίνωσε κρυφά στον Πρίμο, που ήταν επικεφαλής των στρατιωτών, ότι είχε εντολή από την μητέρα του να μην θανατώσει κανέναν Χριστιανό και επειδή πονούσε η ψυχή του βλέποντας τον θείο του να εγκληματεί κατά των αθώων Χριστιανών, κατέπεισε τον Πρίμο να μην φυλακίζει Χριστιανούς και να ειδοποιούνται τα Μοναστήρια ώστε να κρύβονται οι μοναχοί και οι μοναχές για να μην τους βρίσκουν οι διώκτες.
Στη χώρα αυτή υπήρχε ένα γυναικείο Μοναστήρι με πενήντα μοναχές και Ηγουμένη την Βρυένη. Ανάμεσα στις αδελφές ήταν και μια πολύ ενάρετη μοναχή, η εικοσάχρονη Φεβρωνία, που ήταν ανιψιά της Βρυένης, πολύ ωραία και εύμορφη που στα μέρη εκείνα δεν υπήρχε ωραιοτέρα γυναίκα καί λέγεται ότι δεν ήταν δυνατόν να ιστορίσει ζωγράφος το κάλλος και την φαιδρότητα του προσώπου της. Γι’ αυτό και η Ηγουμένη Βρυένη την φύλαγε με φόβο και αγωνία από τους ασεβείς δίνοντάς της αυστηρότερο κανόνα νηστείας, μη χορταίνοντας καν τον άρτο και το νερό, με πολύ λιγοστό ύπνο που λάμβανε καθιστή ή χωρίς στρώμα καταγής, ώστε να βασανίζει το σώμα της, προσευχόμενη διαρκώς στον Θεό να απομακρύνει τον πειράζοντα διάβολο. Αναγινώσκοντας με επιμέλεια τις Θείες Γραφές επειδή ήταν εκ φύσεως φιλομαθής, κατηχώντας με την πολυμάθειά της και τις άλλες αδελφές, ακόμα και τις κοσμικές γυναίκες που ερχόντουσαν προς πνευματική ωφέλεια στο Μοναστήρι. Μια εξ’ αυτών των γυναικών ήταν η Ιερεία, κόρη ενός Συγκλητικού, που θαύμαζε την Φεβρωνία και πήγαινε στον παρθενώνα για να ακούσει τα θεία λόγια της. Συνεπαρμένη η Ιερεία από τις νουθεσίες της, κατέπεισε ακόμα και τους γονείς της να λάβουν το Βάπτισμα.
Όμως, εκείνο τον καιρό ήλθαν στη χώρα αυτή ο Σελήνος και ο Λυσίμαχος με τα στρατεύματά τους, αναγκάζοντας τους Χριστιανούς να κρυφθούν στα όρη και στις σπηλιές. Έτσι και οι μοναχές του Μοναστηριού ζήτησαν ευλογία για να κρυφτούν στους γύρω τόπους. Και η Ηγουμένη Βρυένη, τις επέτρεψε να πράξουν κατά το συμφέρον τους, κάνοντας όπως θέλουν. Μόνο η Φεβρωνία, αν και είχε ασθενήσει βαρύτατα από τον σκληρό αγώνα της, έλεγε: «Ζει Κύριος ο Χριστός μου, τον οποίο ενυμφεύθην και του αφιέρωσα την ψυχή μου. Δεν εξέρχομαι από τον τόπο τούτο, αλλ’ εδώ θα αποθάνω και θα ενταφιασθώ δια τον Δεσπότη μου». Η Ηγουμένη μένοντας μόνη στο Μοναστήρι μαζί με την Φεβρωνία και την αδελφή Θωμαΐδα, μπήκε στην Εκκλησία και προσευχόταν κλαίγοντας, φοβούμενη για την Φεβρωνία, μην την πάρουν οι στρατιώτες στο κριτήριο, επειδή ήταν πανέμορφη νέα και την εξαπατήσουν με κολακείες και την εξαναγκάσουν να προδώσει την ευσέβειά της. Κατόπιν αφού συμβούλεψαν την Φεβρωνία να προσέχει ώστε ότι και αν συμβεί να μην πλανηθεί με πλούτο που θα της τάξουν και να μην προδώσει την τιμή της, υπομένοντας τις πανουργίες για χάρη του Χριστού, ενθυμούμενη τους αγίους Μάρτυρες που έλαβαν δεινά και φρικτά βασανιστήρια και κολαστήρια για χάριν Εκείνου. Τότε η Φεβρωνία ανήγγειλε ότι δεν έφυγε από την Μονή, «επειδή ποθώ να αποθάνω δια τον Δεσπότη μου, εάν με αξιώσει η χάρις Του, δι’ αυτό παρέμεινα».
Το πρωί πληροφόρησαν κάποιοι τον Σελήνο για εκείνο το γυναικείο Μοναστήρι και ευθύς απέστειλε στρατιώτες για να συλλάβουν τις μοναχές. Αφού έσπασαν τις πόρτες και εισήλθαν βρήκαν μόνο τις τρεις και κάποιος στρατιώτης τράβηξε το ξίφος για να φονεύσει την Ηγουμένη. Η Φεβρωνία έπεσε στα πόδια του και του είπε: «Σας εξορκίζω στον Θεό, ο Οποίος κατοικεί στα ουράνια, να φονεύσετε πρώτα εμένα, για να μη δω τον θάνατο της κυρίας μου». Τότε μεσολάβησε ο καλός Πρίμος και παρότρυνε τις μοναχές να κρυφτούν για να μην τις βρουν οι στρατιώτες όταν ξαναέρθουν. Επιστρέφοντας ο Πρίμος στο Πραιτώριο, λέγει προς τον Λυσίμαχο: «Μεταβήκαμε στο Μοναστήρι, και είδα μία νεανίδα, της οποίας εθαύμασα το κάλλος. Μα τους θεούς, δεν είδα γυναίκα ωραιοτέρα, καί είναι πράγματι αξία δια σε». Του λέγει ο Λυσίμαχος: «έχω εντολή από την μητέρα μου, να μη κακοποιήσω Χριστιανό. Πώς λοιπόν να επιβουλευτώ τις δούλες του Χριστού; σε παρακαλώ λοιπόν να τις διαφυλάξεις στην ευσέβεια, ώστε να μη πέσουν στά χέρια του θείου μου».
Ένας όμως από τους κάκιστους εκείνους στρατιώτες ανήγγειλε στον Σελήνο, λέγοντας ότι βρήκαμε στο Μοναστήρι νεανίδα, η οποία όντως είναι ξένο θέαμα. Τότε θυμωθείς ο Σελήνος έστειλε στρατιώτες να φέρουν την νέα στο κριτήριο. Απελθόντες λοιπόν άρπαξαν αυτήν ως άγρια θηρία, την έδεσαν από τον λαιμό, καί την έσυραν. Η δε Ηγουμένη και η Θωμαΐς την προέτρεπαν να μη φοβηθεί τις βασάνους, να μη λυπηθεί το φθειρόμενο σώμα, το οποίο γίνεται στον τάφο άχρηστο καί σε βρώμα των σκωλήκων μετατρέπεται, αλλά είναι προτιμότερο να το παραδώσει σε μάστιγες και κολαστήρια για τον Κύριο, για να ζήσει μαζί του αιωνίως στον Παράδεισο.
Ελπίζοντας στον Θεό, η Φεβρωνία και έχοντας το θάρρος της στον Χριστό και την Θεοτόκο, υπεσχέθη να δείξει ανδρείο και γενναίο φρόνημα και αφού ζήτησε την ευχή τους, αναχώρησε οδεύοντας προς τον Μαρτύριο. Οι στρατιώτες πήραν την Αγία και την οδήγησαν στο θέατρο όπου είχε συναχθεί πλήθος κόσμου και όσοι την είδαν την συμπόνεσαν. Ο ηγεμόνας Σελήνος εντυπωσιασμένος από το κάλλος και την ευγένεια της Φεβρωνίας, της πρότεινε να λάβει σύζυγο τον Λυσίμαχο που θα γινόταν Έπαρχος και θα τους χάριζε όλο τον πλούτο του. Την απείλησε ότι αν δεν δεχθεί τον λόγο του, τρεις ώρες δεν θα την αφήσει ζωντανή. Του λέγει η Φεβρωνία: «Εγώ έχω στους ουρανούς παστάδα αχειροποίητο, νυμφώνα ακατάλυτο, προίκα την βασιλεία των ουρανών και Νυμφίο αθάνατο, γι’ αυτό δεν δύναμαι να συνοικήσω με άνθρωπο. Λοιπόν μη πλανάσαι, ούτε να κοπιάζεις με κολακείες και απειλές να με δοκιμάζεις, ότι δεν θέλεις με νικήσει ουδέποτε».
Ακούγοντας αυτά ο τύραννος θύμωσε, και προστάζει να εκδύσουν την Αγία και να την παραστήσουν γυμνή μπροστά σε όλους, για να ντραπεί την ασχημοσύνη της, να ταλανίσει την αβουλία αυτής και την απείθεια, όταν συλλογισθεί από ποια λαμπρή δόξα σε πόση ατιμία κατήντησε. Όταν λοιπόν την εξεγύμνωσαν οι στρατιώτες και την παρέστησαν έτσι γυμνή, είπε προς αυτήν ο τύραννος: «Βλέπεις, Φεβρωνία, πόσων αγαθών εξέπεσες, και σε πόση περιέπεσες καταφρόνηση;» Και εκείνη απεκρίθη: «Ένας είναι ο Δημιουργός, ο οποίος μας έκαμε εξ αρχής άρσεν και θήλυ. Γι’ αυτό όχι μόνον υπομένω αυτήν την γύμνωση, αλλά και να κόψουν για τον Χριστό μου ένα έκαστον όλα τα μέλη μου, εάν με αξιώσει η χάρις Του να πάθω για την αγάπη Του δεινά κολαστήρια». Λέγει τότε ο τύραννος: «Αναίσχυντε και πάσης ατιμίας αξία, ξέρω πως κενοδοξείς για το κάλλος σου και το έχεις σε έπαινο να σε βλέπουν». Του λέγει η Αγία: «Ο Χριστός μου ξέρει, ότι έως την σήμερον δεν είδα χαρακτήρα ανδρός ουδέποτε, καί συ με λέγεις αναίσχυντο, αναίσχυντε όντως και άγνωστε. Όποιος θέλει να πολεμήσει σε αγώνα ολύμπιο, δεν παλεύει ενδεδυμένος με ιμάτια, αλλά γυμνός στον αγώνα συμπλέκεται, για να νικήσει τον αντίπαλο. Έτσι και εγώ είναι πρέπον να υπομείνω την γύμνωση, για να πολεμήσω με τον διάβολο τον πατέρα σου».
Θυμωθείς τότε ο ηγεμών πρόσταξε να απλώσουν την Αγία τέσσερις άνδρες, να ανάψουν φωτιά κάτω από αυτήν για να φλογίζεται και από πάνω να την χτυπούν δυνατά στη ράχη ανηλεώς άλλοι τέσσερις άνδρες. Καθώς λοιπόν την έδερναν ώρα πολλή οι άσπλαχνοι, ράντιζαν άλλοι με έλαιο το πυρ από κάτω, για να ανάβει ξανά και να την φλογίζει χειρότερα. Έτσι λοιπόν δεινώς βασανιζόμενης της Αγίας, εφώναζε ο λαός, και δεόταν λέγοντες: «Σπλαχνίσου, φιλάνθρωπε δικαστά, την νεανίδα». Αλλά αυτός ο άσπλαχνος δεν ήθελε καί πρόσταξε τους μαστιγώνοντας να την κτυπούν δυνατότερα. Και όταν είδε ότι έπεφταν στην γή οι σάρκες της καί φαινόταν σαν νεκρή, πρόσταξε να την ρίψουν παράμερα.
Όταν συνήλθε η Φεβρωνία την εξέτασε πάλι ο αλιτήριος λέγοντας: «Πώς σου φαίνεται η πρώτη συμπλοκή, Φεβρωνία;» Εκείνη απεκρίθη: «γνώρισες με την πρώτη δοκιμή, ότι με την βοήθεια του Χριστού, έμεινα ανίκητος και καταφρονώ τις βασάνους σου». Τότε πάλιν είπε ο τύραννος: «κρεμάσατέ την στο ξύλο, και ξεσχίσατε δυνατά τα πλευρά της με σιδηρά νύχια, έπειτα καταφλέξετε τα ξεσχισμένα μέλη της έως τα οστά της».
Τοσούτο λοιπόν ξέσχισαν την Αγία, ώστε έπεφταν στην γή οι σάρκες της και το αίμα της έρεε ποταμηδόν. Έπειτα φέρνοντας τη φωτιά κατέκαιαν τα σπλάγχνα της. Εκείνη βλέποντας προς τον ουρανό παρακαλούσε τον Θεό να την ενδυναμώσει και σιώπησε, διότι καιγόταν από την φωτιά. Τότε πολλοί από τους παρεστώτες έφυγαν λόγω της πολλής ωμότητας του ηγεμόνα, και οι υπόλοιποι τον παρακαλούσαν να την αποσύρουν από το πυρ και τους άκουσε σβήνοντας την φωτιά, αλλά την άφησαν κρεμασμένη και την ρωτούσε, εκείνη όμως δεν μπορούσε να αποκριθεί. Γι’ αυτό την κατέβασαν και την έδεσαν στον πάσσαλο, και ο τύραννος κάλεσε γιατρό που τον πρόσταξε να κόψει την γλώσσα της για να την κάψουν, διότι δεν του απεκρίθη. Η Αγία έβγαλε ευθύς την εύλαλη γλώσσα της, και ένευσε του γιατρού να την κόψει κατά το πρόσταγμα του τυράννου. Και έλαβε ο γιατρός τον σίδηρο να την κόψει, αλλά ο λαός φώναξαν, δεόμενοι στον ηγεμόνα να τους κάμει την χάρη αυτή, να την αφήσει. Ο ανήμερος τότε πρόσταξε να αφήσουν την γλώσσα και να βγάλουν τα δόντια της. Άρχισε λοιπόν ο γιατρός να εκριζώνει τα δόντια και όταν ξερίζωσε τα δεκαεπτά, από τους πόνους και την αιμορραγία ολιγοψύχησε η Αγία και προτάσσει τον γιατρό ο τύραννος να παύσει, της έδωκε δε βότανο θεραπευτικό για να σταματήσει η ρύση του αίματος.
Τότε πάλι την ρωτά ο τύραννος: «τί λέγεις, Φεβρωνία; Προσκυνείς τους θεούς;» Εκείνη απεκρίθη: «γιατί δεν με θανατώνεις το γρηγορότερο, για να απέλθω προς τον αγαπημένο μου Χριστό, αλλά εμποδίζεις τον δρόμο μου;» Της λέγει ο τύραννος: «Εγώ θα αφανίσω δια πυρός και ξίφους το σώμα σου, αναίσχυντο γύναιο, καί θα ταπεινώσω την αλαζονεία σου». Τότε προστάσσει να κόψουν, φευ! τους μαστούς της, έπειτα να κάψουν με φωτιά το στήθος της. Η δε Αγία, παρακαλούσε τον Θεό να πάρει την ψυχή της. Και όταν έκαψαν και τους δύο μαστούς, κατέκαυσαν όλον τον τόπο του στήθους της και πέρνα η λαύρα του πυρός έως μέσα στα εντόσθια. Όσοι έβλεπαν όλα αυτά αναθεμάτιζαν τον τύραννο και τους θεούς του, ο δε παράνομος τύραννος κατέβασε την Αγία από τον πάσσαλο, για να της δώσει καί άλλη κόλαση, αλλά αυτή δεν μπορούσε ούτε καν να ομιλήσει, μόνον έπεσε σχεδόν νεκρή και άφωνος.
Τότε λέγει, ο Πρίμος προς τον Λυσίμαχο: «Γιατί να απολεσθεί αυτή η ωραιότατη κόρη έτσι ασπλάγχνως;» Και ο Λυσίμαχος είπε: «Για πολλών σωτηρία, ίσως δε και εμού αυτού, την αφήκα να βασανισθεί, για να λάβουν και άλλοι πολλοί από αυτήν καλό υπόδειγμα». Η δε Ιερεία, όταν είδε, ότι ο αλιτήριος Σελήνος σκεπτόταν να υποβάλει την Φεβρωνία και σε άλλα βασανιστήρια, στάθηκε ενώπιόν του και τον έβρισε λέγουσα: «Δεν χόρτασες σε τόσα κακά οπού έκαμες αυτής της Αγίας κόρης, απάνθρωπε; ούτε θυμήθηκες τα μέλη της μητρός που θήλασες, η οποία κακώς σε γέννησε, αλλά έδειξες τόση ασπλαχνία σ’ αυτήν την ταπεινή; Εύχομαι να μη σε συγχωρήσει ο ουράνιος Βασιλεύς, αλλά να σε παιδεύσει σε τούτον τον κόσμο και στον μέλλοντα». Αυτά ακούγοντας ο άδικος δικαστής θύμωσε, και πρόσταξε να την δέσουν και αυτήν ως κατάδικο, για να την παιδεύσουν, διότι τον έβρισε. Εκείνη εισήλθε στο στάδιο χαίρουσα και έλεγε: «Κύριε μου Ιησού Χριστέ, δέξαι και εμέ την ταπεινή μετά της κυρίας μου Φεβρωνίας». Τότε οι φίλοι του Σελήνου τον συμβούλευσαν να μη κακοποιήσει δημοσία την Ιερεία, επειδή όλο το πλήθος μαρτυρεί μετ’ αυτής, καί όλη η πόλη απολείται.
Ο τύραννος, δεν τόλμησε να της κάνει τίποτα και μη δυνάμενος να την εκδικηθεί, πρόσταξε να κόψουν τα χέρια της Φεβρωνίας και το ένα πόδι για το πείσμα της Ιερείας. Έκοψαν λοιπόν καί τα δύο χέρια της Μάρτυρος. Όταν έκοπτε το πόδι ο δήμιος από τον αστράγαλο, δεν πέτυχε ο πέλεκυς την άρθρωση και την κτύπησε τρεις φορές, έως ότου να τον κόψει ο άσπλαχνος’ γι’ αυτό όλο το σώμα της μακαρίας συγκλονίσθηκε από τον πόνο. Και επειδή αισθανόταν μεγάλους πόνους καί άρρητη κάκωση, άπλωσε και τον άλλο πόδι, και το έβαλε στο ξύλο να το κόψει και αυτό, για να ξεψυχήσει και να μη βασανίζεται. Τούτο βλέποντας ο άδικος δικαστής, σκλήρυνε περισσότερο, λέγοντας: «Βλέπετε πόση δύναμη έχει αυτή η αναίσχυντη»; Έπειτα είπε προς τον δήμιο: «Κόψε το και αυτό». Όταν έκοψαν και το άλλο πόδι, είπε προς τον Σελήνο ο Λυσίμαχος. «Ας πάμε να γευματίσουμε, καί άφες αυτήν την ταλαίπωρη, επειδή τόσες κολάσεις της έδωκες». Ο δε απεκρίθηκε: «Δεν πηγαίνω, μα τους θεούς, έως να παραδώσει το πνεύμα της». Αφ’ ου λοιπόν έκαμαν ώρα πολλή, καί ψυχορραγούσε πλέον η Αγία, ρώτησε τους δήμιους λέγοντας:
Менологий 25 – 28 июня; Византия. Греция; XIV в.; памятник:
Византийский менологий (Byzantine illumination Menologion); 10 x 13 см.;
местонахождение: Англия. Оксфорд. Бодлеанская Библиотека (Bodleian Library)
Μηνολόγιο 25 – 28, Ιουνίου. Βυζαντινή Μηνολόγιο τού 14ου αιώνα μ.Χ.
Τώρα ευρίσκεται στην Αγγλία. Οξφόρδη. Bodleian Βιβλιοθήκη (Bodleian Library)
«ακόμη ζει αυτή η τρισκατάρατη»; Οι δε είπαν: «ναι». Τότε προστάσσει ο δυσσεβέστατος να κόψουν την αγία της κεφαλή. Παίρνοντας λοιπόν την σπάθη ο δήμιος και κρατώντας από την κόμη την Αγία, έκοψε την τιμία της κεφαλή την κε’ (25) του Ιουνίου.
Αφού ο παράνομος τύραννος τελείωσε το θέλημά του πήγε να φάγει. Ο Λυσίμαχος έμεινε μέσα περίλυπος, καί έχυνε δάκρυα από καρδίας για την Μάρτυρα, την οποία δεν άφησε τους Χριστιανούς να αρπάσουν για να μοιρασθούν το τίμιο λείψανό της, αλλά πρόσταξε τους στρατιώτες να το φρουρούν, για να της κάμει πολλή τιμή, να την ενταφιάσει σώα καί ανελλιπή στο άγιο Μοναστήρι της. Αυτά αφού πρόσταξε δεν πήγε στο γεύμα, αλλά κλείσθηκε στο δωμάτιό του, καί εθρήνει της Φεβρωνίας τον θάνατο. Ο δε Σελήνος, ο θείος του, ακούγοντας ότι πικραινόταν ο Λυσίμαχος, δεν έφαγε ούτε αυτός, αλλά έμεινε με πολλή αδημονία περίλυπος. Και περιπατώντας ανήσυχος από το ένα μέρος του παλατιού στο άλλο, απώλεσε τάς φρένας του, και κοιτάζοντας προς τον ουρανό εξέβαλλε φωνές ατάκτους και σαν ταύρος εμυκάτο, έκανε δε μερικά σημεία σαν των δαιμονιζομένων καί εμαίνετο’ έπειτα κτύπησε το κεφάλι του σε μία κολώνα και κακώς ετελειώθη για την αδικοκρισία, την οποία κατά της δικαίας κόρης ετέλεσε.
Τότε έγινε στο πραιτώριο σύγχυση, τρέχοντας όλοι να δούνε τον κακό του θάνατο. Πήγε καί ο Λυσίμαχος και έσεισε την κεφαλή του ώρα πολλή, λέγοντας: «Μέγας ο Θεός των Χριστιανών, ο οποίος εξεδίκησε το δίκαιο αίμα της Φεβρωνίας, που εχύθη αδίκως». Κατόπιν προσκάλεσε τον Πρίμο καί του λέγει να κανονίσει τα περί της ταφής της Αγίας: «.στείλε πανταχού κήρυκας να διαλαλήσουν, να συναχθούν Χριστιανοί χωρίς φόβο ή δειλία. Καί όταν ο κόσμος συναχθεί, ας σηκώσουν ευλαβώς οι στρατιώτες το άγιο λείψανο να το μεταφέρουν στο Μοναστήρι της Βρυένης.». Τότε ο Πρίμος τέλεσε όσα πρόσταξε ο Λυσίμαχος, και σήκωσαν οι καλύτεροι στρατιώτες το άγιο λείψανο, αυτός δε ο Πρίμος κράτησε την τιμία κεφαλή, τα χέρια, τα πόδια και τα άλλα μέλη στην χλαμύδα του με ευλάβεια. Και πηγαίνοντας στο Μοναστήρι συνέτρεχε πλήθος του λαού αναρίθμητο.
Φθάσαντες εκεί μετά βίας, απέθεσαν το άγιο λείψανο στην Εκκλησία, η δε Βρυένη όταν είδε έτσι κατακεκομμένο το σώμα της Μάρτυρος, λιγοψύχησε και έπεσε στην γη, και μετά από ώρα πολλή σηκώθηκε και το αγκάλιασε λέγουσα. «Ουαί μοι, θύγατερ ότι σήμερα στερηθήκαμε της γλυκύτατης παρουσίας σου και δεν έχομε άλλον διδάσκαλο να μας αναγινώσκει τις βίβλους τόσο επιμελέστατα». Τότε ήλθαν και οι άλλες Μοναχές κλαίοντας’ αλλά περισσότερο από αυτές θρηνούσε η ευλαβής Ιερεία λέγουσα: «Οίμοι, γλυκύτατη μου Φεβρωνία, ποια αμοιβή να σου δώσω, για την μεγίστη ευεργεσία, οπού μου έκαμες να με εξαγάγεις από το σκότος της αγνωσίας, πάνσοφε; Ας προσκυνήσω τους αγίους πόδας σου, που επάτησαν την κεφαλή του όφεως’ ας φιλήσω τις πληγές των αγίων μελών σου, γιά των οποίων η ψυχή μου ιάθη’ ας στεφανώσω με άνθη εγκωμίων την σεβασμία κορυφή σου, η οποία έστεψε το γένος μας με το κάλλος των αγώνων σου». Αυτά και άλλα πολλά έλεγαν οι αδελφές οι οποίες έκαμαν αγρυπνία ολονυκτία ιστάμενοι έως το πρωί, με υμνωδίες τω Κυρίω ψάλλοντες.
Ο δε Λυσίμαχος είπε προς τον κόμητα. «Εγώ, αγαπημένε μου, Πρίμε, από την σήμερον αποτάσσομαι την πλάνη του πατρός μου, με όλη την περιουσία του, και πιστεύω στον Δεσπότη μου Ιησού Χριστό». Του λέγει ο Πρίμος· «το όμοιον κάμνω και εγώ, κύριέ μου. Αναθεματίζω τον Διοκλητιανό με όλους του τους θεούς, και υποτάσσομαι τω Χριστώ εξ όλης καρδίας μου». Τότε λοιπόν επήγαν μαζί στο Μοναστήρι με πλήθος λαού αναρίθμητο, και φέροντες το γλωσσόκομο έθεσαν σ’ αυτό το τίμιο λείψανο, και έβαλαν όλα τα άγια μέλη καθ’ ένα στον τόπο του, ήτοι την κεφαλή, τα χέρια καί τα πόδια, τους δε οδόντας έθεσαν στο στήθος της, και ευωδιάσαντες αυτό με μύρα και αρώματα, το έβαλαν σε τόπο επίσημο, δοξάζοντες και ευχαριστούντες τον Κύριο. Και πολύ πλήθος Ελλήνων-ειδωλολατρών επίστευσαν τω Χριστώ και εβαπτίσθησαν. Ομοίως ο Πρίμος και ο Λυσίμαχος εβαπτίσθησαν και αρνήθησαν τον κόσμο τελείως, ούτε επέστρεψαν στον δυσσεβή βασιλέα, αλλά επήγαν στον Αρχιμανδρίτη Μαρκελλίνο, και τους έκαμε Μοναχούς, και ετελείωσαν την ζωή των ασκητικώς, με πολιτεία θεάρεστη. Εβαπτίσθησαν δε και πολλοί στρατιώτες, καί τελείωσαν τον βίο θεάρεστα. Ομοίως και η συγκλητική Ιερεία με τους γονείς της απηρνήθησαν τον κόσμο και εκουρεύθησαν στο Μοναστήρι, στο οποίο αφιέρωσαν όλο τον πλούτο τους. Η δε μακαρία Ιερεία παρεκάλεσε την Βρυένη, λέγουσα: «Δέομαί σου, μήτερ και δέσποινα, να με έχεις αντί της Φεβρωνίας υποτακτική για να εκτελώ όλα σου τα προστάγματα». Εξώδευσε δε την προίκα της όλη στο Ναό ιερώς η Ιερεία και τον στόλισε’ και τα χρυσά και αργυρά της κοσμήματα έλυσε καί χρύσωσε της μακαρίας Φεβρωνίας το γλωσσόκομο, στο οποίο εγίνοντο θαυμάσια άπειρα. Και μάλιστα την ημέρα της εορτής αυτής, όταν έψαλλαν οι Μοναχές την αγρυπνία, εφαίνετο και αυτή στο μέσον αυτών περί το μεσονύκτιο, και έστεκε στον τόπο της, έως την τρίτη ευχή και την έβλεπαν όλες οι Μοναχές, αλλά δεν ετόλμα καμία να την αγγίξει ή να την ρωτήσουν ολότελα. Όταν τον πρώτο χρόνο, οπού την είδαν, εφοβήθησαν όλες οι Μοναχές, και ποσώς δεν την επλησίασαν. Η δε Ηγουμένη φώναξε: «ιδού η Φεβρωνία, το τέκνο μου». Και μόλις εσίμωσε να την αγκαλιάσει έγινε άφαντος. Γι’ αυτό από τότε δεν ετόλμα καμία να την πλησιάσει, μόνο την έβλεπαν και έκλαιαν από την χαρά σ’ αυτήν την θαυμάσια οπτασία.
Όταν ο Επίσκοπος εκείνης της πόλεως έκτιζε έξι χρόνους ναό περικαλλή στο όνομα της Αγίας Φεβρωνίας, καί όταν τον τελείωσε, επήγαν όλοι οι Επίσκοποι στο Μοναστήρι, να ζητήσουν το άγιο λείψανο της Αγίας, για να το φέρουν στον νέο Ναό. Η δε Ηγουμένη και όλες οι αδελφές, έπεσαν στα πόδια των Επισκόπων μετά δακρύων παρακαλώντας να μην τις υστερήσουν αυτό τον θησαυρό. Η δε Ηγουμένη κατέληξε ότι «.αν αυτό το έργο αρεστό της Αγίας και της αγιοσύνης σας, τίς είμαι εγώ να το εμποδίσω; υπάγετε λοιπόν και σηκώσατέ την, εάν είναι Θεού θέλημα».
Τότε επήγαν οι Αρχιερείς στον τάφο της Μάρτυρος, και αναγίνωσκαν τις ευχές να σηκώσουν το γλωσσόκομο. Όταν επλήρωσαν την ευχή οι Επίσκοποι και άπλωσαν τα χέρια να σηκώσουν το άγιο λείψανο, γίνεται ευθύς στον αέρα βροντή μεγάλη και φοβερά τόσο, ώστε έπεσαν κατά γης όλοι έντρομοι. Και πάλι όταν πέρασε λίγη ώρα και συνήλθαν από τον φόβο, ξαναδοκίμασαν να το σηκώσουν, αλλά δεν μπόρεσαν διότι τόσο μέγας και φοβερός σεισμός έγινε, ώστε φαινόταν ότι ήθελε να πέσει όλη η πόλη. Τότε εγνώρισαν όλοι, ότι δεν ήθελε η Αγία να φύγει από το Μοναστήρι. Με θαυμαστό τρόπο, επέτρεψε μόνο να δοθεί ένα δόντι της στον Επίσκοπο και τον έθεσαν στο Άγιο Θυσιαστήριο του νέου Ναού όπου και εποίησε πολλά θαυμάσια. Τυφλοί ανέβλεπαν, χωλοί ανωρθούντο, περιπατούσαν παράλυτοι, οι δαίμονες από τους ασθενείς εδιώκοντο. Τούτο πανταχού ακούοντες, συνέτρεχαν όλοι από πάσης χώρας και πόλεως φέροντες τους αρρώστους, άλλους με τους κραββάτους, και άλλους σε άλογα ζώα φορτωμένους, και όλοι εθεραπεύοντο. Και δεν έπαυσαν ποτέ οι θαυματουργίες, ότι όχι μόνον τότε, αλλά και κάθε καιρό κάμνει σε όλους θαυμάσια ο φιλάνθρωπος και υπεράγαθος Θεός, ο οποίος δόξασε την πανένδοξο και καλλίνικο αυτού Οσιομάρτυρα. Καθώς και αυτή η αείμνηστος και πολύαθλος εδόξασε αυτόν με τον αγώνα της φρικτής εκείνης αθλήσεως. (santafebronia.wordpress.com)
Ι Ε Ρ Α Λ Ε Ι Ψ Α Ν Α
και λείψανο του Αγίου Μιχαήλ, επισκόπου Συνάδων (λεπτομέρεια) στην Ιερά Μονή Αγίου Παύλου Αγιον Ορος.
Η ωραία συρματερή λειψανοθήκη περιέχει: μέρος της κνήμης του Αγίου Χαραλάμπους, οστούν χειρός του Αγίου Βασιλείου, λείψανο του Οσιομάρτυρος Παχωμίου, λείψανο του Αγίου Γεωργίου, μέρος των Τιμίων Δώρων των Μάγων και λείψανο της Αγίας Φεβρωνίας , στην Ιερά Μονή Αγίου Παύλου Αγιον Ορος
Св. мощи прмц. дева Февронии Сирской Зачатьевский ставропигиальный женский монастырь г. Москва Απότμημα λειψάνου τής Αγ. Μάρτυρος;Φεβρωνίας στην Ιερά Σταυροπηγιακή Μονή Ευαγγελισμοὐ τής Θεοτόκου (Zachatievsky ) στην Μόσχα Ρωσία
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Ὡς τῆς ἀσκήσεως ῥόδον ἡδύπνευστον, ὀσμὴν ἀθλήσεως τῷ κόσμῳ ἔπνευσας, εἰς ὀσμὴν μύρων τοῦ Χριστοῦ δραμοῦσα ἀσχέτῳ πόθῳ· ὅθεν ὡς παρθένον σὲ καὶ ὁσίαν καὶ μάρτυρα, θαυμαστῶς ἐδόξασε Φεβρωνία ὁ Κύριος, ᾧ πρέσβευε ὑπὲρ τῶν βοώντων· χαῖρε σεμνὴ ὁσιομάρτυς.