Ανάμνηση Θαύματος κολλύβων
τού Αγίου Μεγαλομάρτυρος Θεοδώρου του Τήρωνος

 

Αποτέλεσμα εικόνας για θαυμα κολλυβων

 

Όταν έγινε βασιλιάς ο Ιουλιανός ο Παραβάτης (361-363) έκανε πολλά και διάφορα εναντίον των Χριστιανών καί προσπάθησε να αναστήσει την παλαιά ειδωλολατρική θρησκεία των Ελλήνων. Στην εποχή του είχαν ουσιαστικά ξαναρχίσει οι διωγμοί των Χριστιανών καί τα βασανιστήρια. Ο Ιουλιανός, γνώριζε πολύ καλά τα ήθη των Χριστιανών καί ότι την πρώτη εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής τηρούν αυστηρή νηστεία καί εξαγνίζονται μ’ αυτή καί τη θερμή προσευχή. Θέλησε, λοιπόν, να τους μιάνει με τις ειδωλολατρικές θυσίες. Γι’ αυτό καί κάλεσε τον έπαρχο της πόλεως καί του ανέθεσε να επιβλέψει στην εκτέλεση της εξής εντολής του: Να σηκωθούν από την αγορά όλα τα τρόφιμα καί να μην υπάρχουν σ’ αυτήν παρά μόνον εκείνα πού θα ήταν ραντισμένα με το αίμα των θυσιών πού έγιναν στα είδωλα. Με τον τρόπο αυτό αναγκαστικά, ή θα αγόραζαν όλοι να φάνε καί έτσι να γευθούν από τη θυσία προς τους θεούς, ή αν δεν υπακούσουν, να πεθάνουν από την πείνα.

.
Ο έπαρχος έθεσε αμέσως σε εφαρμογή τη διαταγή του Ιουλιανού καί αποσύρθηκαν από την αγορά τα τρόφιμα. Αντικαταστάθηκαν βέβαια από τα μιασμένα από τις θυσίες τρόφιμα. Φάνηκε έτσι -προς στιγμήν- ότι κέρδιζε ο διάβολος, ο υποκινητής καί εμπνευστής καί πατέρας του Ιουλιανού. Ο Θεός όμως είναι καί Παντοδύναμος καί Πάνσοφος. Δεν άφησε,ούτε εγκατέλειψε το λαό Του. Για τη σωτηρία του από τις μεθοδείες του διαβόλου έστειλε το Μεγαλομάρτυρά Του Θεόδωρο, πραγματικά ως δώρο Θεού για να Τον δοξάσει με ένα θαύμα.
.
Καί παρουσιάζεται ο Άγιος στον Πατριάρχη Ευδόξιο (360-369) καί του φανερώνει το σχέδιο του Ιουλιανού με τα έξης λόγια:
– «Σήκω γρήγορα, Πατριάρχη, συγκέντρωσε το Χριστεπώνυμο πλήρωμα, καί διαφύλαξε το από τον μολυσμό των ειδώλων, παραγγέλοντάς του να μην αγοράσει κανείς από τα τρόφιμα που υπάρχουν στην αγορά».
Ο Πατριάρχης απορώντας είπε προς τον Άγιο:
– «Πώς είναι δυνατόν, Κύριε μου, να γίνει αυτό; Διότι, οι μεν πλούσιοι μπορεί να το εφαρμόσουν γιατί έχουν τρόφιμα στις αποθήκες τους, οι φτωχοί όμως, που δεν θα έχουν ούτε μιας ημέρας τρόφιμα, τί θα κάνετε μπροστά σ’ αυτή την ανάγκη»;
.
Καί ο Άγιος του είπε:
– Να τους προσφέρεις κόλλυβα, για να καλύψεις την ανάγκη τους».
Και επειδή ο Πατριάρχης άκουγε για πρώτη φορά το λόγο για τα κόλλυβα, τον ρώτησε με απορία:
– «Τί είναι αυτά τα κόλλυβα δεν το γνωρίζω». Ο Μάρτυρας τότε του αποκρίθηκε:
– «Είναι σιτάρι. Να το βράσεις καί να το μοιράσεις στους Χριστιανούς».
Καί για να δείξει ο Άγιος από που ήλθε, πρόσθεσε:
– «Γι’ αυτό το βρασμένο σιτάρι στα Ευχάϊτα συνηθίζουμε να το λέμε κόλλυβα. Κάνε, λοιπόν, έτσι καί σώσε το ποίμνιο του Χριστού από το μιασμό».
.
Λέει ο Πατριάρχης προς τον Άγιο:
– «Ποιος είσαι εσύ Κύριε μου, πού φροντίζεις με αγάπη καί ευσπλαχνία για τη σωτηρία μας»;
Καί ο Άγιος του αποκρίθηκε:
– «Εγώ είμαι ο Μάρτυρας του Χριστού Θεόδωρος, καί με έστειλε για τη σωτηρία καί βοήθειά σας».
.
Ο Άγιος έγινε άφαντος καί ο Πατριάρχης σηκώθηκε με θαυμασμό καί χαρά καί συγκέντρωσε το λαό του Χριστού καί του φανέρωσε την παρουσία καί βοήθεια του Μάρτυρα. Συγχρόνως έκανε σύμφωνα με το λόγο του. Δηλαδή έβρασε σιτάρι καί μοίρασε στο λαό καί διαφυλάχθηκε έτσι το ποίμνιο του Χριστού.
.
Στην αγορά, αν καί τελείωνε η εβδομάδα, η μηχανορραφία του Ιουλιανού έμεινε ανενέργητη, γιατί κανένας Χριστιανός δεν αγόρασε από τα μιασμένα τρόφιμα. Κι’ αφού ο Ιουλιανός νικήθηκε ολοφάνερα, απέσυρε από την αγορά τα μιασμένα τρόφιμα καί επανέφερε τα συνηθισμένα.
Οι Χριστιανοί ύμνησαν καί δοξολόγησαν το Θεό καί το Μάρτυρά Του Θεόδωρο καί για χάρη του έκαναν λαμπρή γιορτή.
Έτσι καθιερώθηκε από τότε καί το Σάββατο της πρώτης Εβδομάδος των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής να γιορτάζεται στην Εκκλησία μας το θαύμα το δια κολλύβων του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος.
.
Από το βιβλίο: «Οι Άγιοι Μεγαλομάρτυρες Θεόδωρος ο Στρατηλάτης και Θεόδωρος ο Τήρων» του Αρχιμ. Γεωργίου Μαραγκού Ηγουμένου Ι.Μ. Αγίων Θεοδώρων Αροανίας Καλαβρύτων

 

 

Ο Όσιος Χριστόδουλος ο θαυματουργός, «ὁ ἐν Πάτμῳ»

 

 

Μέγας μὲν Ἀντώνιος ἀρχὴ Πατέρων.
Θεῖος δἐ Χριστόδουλος, ἕνθεον τἐλος.
Χριστόδουλον δεκάτεραν καθ ᾿ ἔκτην,εἰς Ὀλύμπῳ.

 

 

Βιογραφία

Ο Όσιος Χριστόδουλος γεννήθηκε σε μία κωμόπολη κοντά στη Νίκαια της Βιθυνίας γύρω στο 1020 μ.Χ. Το κοσμικό του όνομα ήταν Ιωάννης. Από πολύ νέος επιθύμησε να εγκαταλείψει τον κόσμο και ν΄ αφοσιωθεί στην μοναχική ζωή. Ξεκίνησε από κάποια Μονή στον Όλυμπο της Βιθυνίας, όπου μετά από λίγο καιρό εκάρη Μοναχός.

Από εκεί θα ματαβεί στους Αγίους Τόπους και για μικρό διάστημα θα μονάσει σε κάποιο ερημικό μέρος εκεί. Οι επιδρομές όμως των Σαρακηνών αναγκάζουν τους Μοναχούς να εγκαταλείψουν εκείνα τα μέρη και έτσι επανέρχεται στην Μικρά Ασία και εγκαθίσταται στο Όρος Λάτρος της Μυσίας. Εκεί διέπρεψε σ΄ όλες τις αρετές και οι Μοναχοί των εξέλεξαν πρώτον επιστάτη με το αξίωμα του Αρχιμανδρίτη, γεγονός που του έδωσε και το προσωνύμιο του Λατρηνού. Οι επιδρομές όμως των Μουσουλμάνων τον αναγκάζουν σε φυγή και από το Λάτρος.

Αναζητώντας τόπο ασκήσεως ο Όσιος φτάνει στη Στρόβιλο, μια θαλάσσια περιοχή στα παράλια της Μικράς Ασίας. Εκεί θα μείνει για λίγο καιρό, γιατί μια νέα επιδρομή θα τον αναγκάσει να διαφύγει στη Λέρο και στη συνέχεια στην Κώ, όπου και θα ιδρύσει Μονύδρια. Οι διαφορές όμως με τους εκεί κατοίκους θα τον καταστήσουν ανέστιο και αυτή τη φορά.

Ύστερα από περιπλνήσεις στα γύρω νησιά φτάνει στην Πάτμο, στην οποία γοητεύεται από την ησυχία και την ηρεμία της. Αμέσως φεύγει για την Κωνσταντινούπολη και ζητά από τον Αυτοκράτορα Αλέξιο Α’ τον Κόμνηνο την άδεια «ίνα φροντιστήριον των ψυχών καταστήση ταύτην». Ο Αυτοκράτορας με Χρυσόβουλλο του παραχωρεί την Πάτμο και τα γύρω νησιά μαζί με εργάτες και χρήματα. Με την εγκατάσταση του στην Πάτμο ο Όσιος ξεκινά το χτίσιμο Μοναστηριού τιμώμενο επ΄ ονόματι του Θεολόγου. Οι επιδρομές όμως των Μουσουλμάνων δεν θα τον αφήσουν ήσυχο ούτε αυτή τη φορά.

Ο Όσιος αφήνει την Πάτμο και καταφεύγει στην Εύβοια κατά το έτος 1092 μ.Χ.

Η διαμονή του Οσίου Χριστοδούλου στην Εύβοια ήταν σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες μικρής διάρκειας. Υπάρχει η πληροφορία ότι ένας ευσεβής και πλούσιος κάτοικος του Ευρίπου προσέφερε την πολυτελή οικία του στον Όσιο, ο οποίος την ανέδειξε σε μοναστήρι, αν και οι φροντίδες του Οσίου, εξαιτίας της μεγάλης περιουσίας του μοναστηριού στην Πάτμο, απαιτούσαν την παραμονή του όχι στην έρημο αλλά κοντά στον κόσμο. Εξάλλου, στην Εύβοια ανέκαθεν υπήρχε παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Όσιος Χριστόδουλος παρέμεινε ασκητεύοντας στο σπήλαιο στο δυτικό άκρο της κωμόπολης Λίμνη (Ελύμνιον).

Ο Όσιος κατά την διαμονή του στον Εύριπο συνέταξε την «Διαθήκη» και τον «Κωδίκελλό» του (Μάρτιος 1093). Τη Διαθήκη αυτή, για να έχει ισχύ, την υπογράφουν επτά αξιωματούχοι της επισκοπικής αρχής και της πόλεως Ευρίπου (Χαλκίδος), ήτοι Λέων πρεσβύτερος και σακελλάριος της πόλεως Ευρίπου, Ιωάννης πρεσβύτερος και νοτάριος της καθέδρας Ευρίπου, Μιχαήλ…. της καθέδρας Ευρίπου, Βασίλειος ο ευτελής διάκονος…. και νοτάριος Ευρίπου κ.α.

Ειδικότερα ο Μητροπολίτης Ρόδου Ιωάννης, στο έργο του «Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἠμῶν Χριστοδούλου» εξιστορεί την διαμονή και την κοίμηση του Οσίου Χριστοδούλου στον Εύριπο, που συνέβη το έτος 1093 μ.Χ., όπως και την ανακομιδή του ιερού λειψάνου του και τη μεταφορά του στην Πάτμο, αναγράφοντας τα εξής:

«Και φθάνουν εκεί ο Όσιος μαζί με την αδελφότητα, εκεί όπου το νερό της θάλασσας εισρέει προς τα έξω και πάλι οπισθοχωρώντας δημιουργεί κάποιο στενό θαλάσσης, που οι αρχαίοι το ονόμασαν πορθμό του Ευρίπου. Και εκεί λοιπόν, αφού έγινε το αντικείμενο του θαυμασμού όλων και αφού αξιώθηκε την πρέπουσα τιμή, σαν να ήταν Άγγελος σε θνητό σώμα, νουθετούσε το ποίμνιό του, για να μη δυσφορεί στις συχνές μετακινήσεις, ούτε να αντιστέκεται ανόητα στις βουλές του Θεού, που οικονομεί τα πάντα εν σοφία. Αλλά ένας από τους μοναχούς, επειδή δεν υπέμενε τις κακουχίες, ούτε το στριφνό και το επίπονο της αρετής, όπως ο Ιούδας από τους δώδεκα αναχώρησε από την ομήγυρη των αδελφών και την πνευματική εκείνη συγκέντρωση την αντικατέστησε με κήπο, που νοίκιασε. Και, καθώς ο διάβολος εισήλθε στον Ιούδα και τον ώθησε στην προδοσία, με τον ίδιο τρόπο και πονηρό δαιμόνιο βασάνιζε τον μοναχό που είχε αποσπασθεί από την αδελφότητα και ανακοινώνεται στον πατέρα η ασθένεια του μικρόψυχου αδελφού. Εκείνος, πράος και ανεξίκακος, δίνοντας τόπο στην οργή, αφού πήρε το ιερό Ευαγγέλιο, έρχεται το βράδυ προς τον μαινόμενο και παράφρονα, διαβάζει τα λόγια του Αγίου Πνεύματος για ασθενή και αμέσως βελτιώνεται η θέση του αρρώστου, ο οποίος δεν επιθυμούσε πλέον να ασχολείται με την φύτευση δένδρων και την άρδευση κήπων, αλλά προθυμοποιείται για την καλλιέργεια της γης της αρετής, επανερχόμενος με αυτόν τον τρόπο και πάλι στην ποίμνη, από την οποία κακώς προηγουμένως είχε αποκοπεί. Μετά την πάροδο μικρού χρονικού διαστήματος, προφητεύει σε όσους τον ακολουθούσαν ότι θα αποδημήσει προς τον Κύριο, ότι οι Αγαρηνοί δεν θα κατοικήσουν μέχρι τέλους στα νησιά και ότι ο επιστήθιος φίλος του δεν θα αδιαφορήσει γι’ αυτούς, αλλά ότι μόλις καταπαύσει η θαλασσοταραχή, θα επανέλθουν και πάλι στο πνευματικό μαντρί. Παρακαλεί λοιπόν να παραλάβουν μαζί τους το νεκρό σώμα του από την ξένη αυτή γη και να το τοποθετήσουν στο ναό, για τον οποίο μόχθησε πολύ. Αυτά, αφού προείπε σε όσους συναναστρεφόταν και καθαγίασε τους πάντες με αποχαιρετιστήρια λόγια, παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό, την 16η Μαρτίου. Ταυτόχρονα με την εκπλήρωση της προφητείας και την εξαφάνιση των πειρατών από τη θάλασσα με την δύναμη του άρχοντος, οι καλοί μαθητές του θυμόντουσαν την προφητεία του ενάρετου ποιμένα και ετοιμάζονταν να αποπλεύσουν. Επειδή όσοι κατοικούσαν τη χώρα εκείνη άκουσαν ότι θα στερούνταν το τίμιο εκείνο σώμα, αφού συγκεντρώθηκαν από τα γύρω μέρη, έλεγαν απροκάλυπτα, ότι με κανένα λόγο δεν θα το επέτρεπαν αυτό. Γιατί νόμιζαν ότι θα ήταν ανόητο και εξ’ ολοκλήρου ασύνετο, να επιτρέψουν σε άλλους να το μετακομίσουν όπου ήθελαν, επειδή (ο Όσιος) ήταν γι’ αυτούς σωτήρας, ιατρός και θεραπευτής κάθε αρρώστιας. Γι’ αυτό με αυστηρότητα φρουρούσαν τον νεκρό. Αλλά δεν έπρεπε να διαψευσθεί η προφητεία του μάκαρος. Γι’ αυτό και αφού πλέον είχε προχωρήσει η νύχτα, ξεφεύγοντας από την προσοχή των φρουρών, μεταφέροντας τον νεκρό στους ώμους τον επιβιβάζουν σε πλοίο και, αφού έτυχαν νηνεμίας, φθάνουν στο νησί, αποβιβάζουν με μεγαλοπρεπή πομπή το ιερό σκήνος υμνολογώντας τον Θεό και ευωδιάζοντας τον αέρα με αρώματα. Και τώρα άρτιο και σώο κείται το σκήνωμα στο ναό του Αποστόλου και αναβλύζει πηγές θαυμάτων και όσοι με πίστη το αγγίζουν αισθάνονται κάποια οσμή μύρου και με μόνη την αφή καθαγιάζονται και απελευθερώνονται από κάθε σωματική βλάβη».

Από τα όσα συνέγραψε ο Όσιος Χριστόδουλος διασώθηκαν τα εξής: «Ὑποτύπωσις ἤτοι διάταξις γενομένη πρὸς τοὺς ἐαυτοῦ μαθητᾶς ἐν τὴ ἐν Πάτμῳ ἰδὶα αὐτοῦ μονή», η προαναφερθείσα «Διαθήκη» και ο «Κωδίκελλος».

Το λείψανο του Οσίου και φυλάσσεται ως σήμερα στο μικρό φερώνυμο Παρεκκλήσιο του Οσίου Χριστοδούλου, στη Νοτιοδυτική πλευρά του Καθολικού της Μονής Πάτμου.

 

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Tῆς Νικαίας τὸν γόνον καὶ τῆς Πάτμου τὸ καύχημα καὶ τῶν μοναζόντων τὸ κλέος θεοφόρον Χριστόδουλον
 τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις ἀδελφοί, τὸ σκῆνος προσπτυσσόμενοι αὐτοῦ, ἵνα λάβωμεν τὴν ἴασιν τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων 
κράζοντες. Δόξα τῷ δεδοκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος β’.
Τοῖς τῶν δακρύων σου ὄμβροις, πάτερ Χριστόδουλε, τῶν νοσημάτων ἐξαίρεις τὸν καύσωνα· διό σε πιστῶς ἱκετεύομεν, ἑπερχομένων παντοίων κακῶν ἡμᾶς λύτρωσαι, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Μέγαν εὔρατο ὲν τοῖς κινδύνοις.
Μέγα εὗρέ σε ἡ Πάτμος κλέος, παμμακάριστε ποιμὴν πατέρων· ὡς γὰρ διῆλθες ὁδὸν τῆς ἀσκὴσεως, τοῦ ἀκροτάτου τέλους ἐπέτυχες καὶ παρρησίας οὐδόλως διήμαρτες πάτερ, ὁσιε Χριστόδουλε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρὴσασθαι ἡμῖν τὸ μἐγα ἕλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῆ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ.
Τῷ ἐκ τοῦ κὀσμου τῆς δεινῆς ματαιὄτητος ταῖς διδαχαῖς σου ταῖς σεπταῖς ποίμνην ἐλάσαντι, ἀναγράφομεν οἱ παῖδἐς σου ὕμνον σοι, μάκαρ. Ἀλλ᾿ ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς τὸν Κύριον, ὲκ παντοίων ἡμᾶς λύτρωσαι κολάσεων, ἵνα κράζωμεν· Χαίροις, πάτερ Χριστόδουλε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Επεφάνης σήμερον.
Τὸ σεπτόν σου λείψανον τοῦς προσκυνοῦντας σχετικῶς ἐκ πίστεως φύλαττε, πάτερ, ἀσινεῖς, ταῖς πρὸς Θεὸν ἱκεσίαις σου, ὁσιε πάτερ θεόφρον Χριστόδουλε.

 

(Ποίημα του αββά Απολλώ)
Ὁ Οἶκος
Άγγελος ἀλλος ὤφθης ἐπὶ γῆς, θεοφόρε, βιώσας ἐγκρατῶς ὑπὲρ λόγον καὶ τοῖς ἐπουρανίοις χοροῖς συνηρίθμησαι τανῦν, τρισμακάριστε· διὸ ἀνυνοῦντες βοῷμέν σοι θερμῶς τοιαῦτα·
Χαίροις ἀστὴρ τῆς ἐῴας ἑκλάμψας.
Χαίροις φωστὴρ τους ὲν Πάτμῳ αὐγάσας.
Χαῖρε τῶν ἑν βάθει παθῶν ἡ ἀνάκλησις.
Χαῖρε τῶν ἐν ζόφῳ κακίας ἡ λύτρωσις
Χαῖρε ἐλκών πρὸς μετάνοιαν ταῖς τῶν λόγων διδαχαῖς.
Χαῖρε ἄγων πρὸς ἀπάθειαν ταῖς τοῦ βίου ἀγωγαῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις όδηγὸς μοναζόντων.
Χαῖρε, ὅτι τυγχάνεις ἰατρὸς ἀσθενούντων.
Χαῖρε σωτὴρ ἀνθρώπων θερμὸτατε.
Χαῖρε φωστὴρ σῶν, παίδων λαμπρότατε.
Χαῖρε, δι οῦ ό Θεὸς ὲδοξάσθη.
Χαῖρε, δι᾿ οὗ ό ἐχθρὸς κατησχύνθη.
Χαίροις, πάτερ Χριστόδὁυλε.