Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Σ Α Ν Ε Σ Τ Η
Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Μετεώρων ἤ Μεγάλο Μετέωρο, 1483 μ.Χ.
Α Λ Η Θ Ω Σ Α Ν Ε Σ Τ Η Ο Κ Υ Ρ Ι Ο Σ Μ Α Σ
Μ Ε Σ Ο Π Ε Ν Τ Η Κ Ο Σ Τ Η
Ἑστὼς διδάσκει τῆς ἑορτῆς ἐν μέσῳ,
Χριστὸς Μεσσίας τῶν διδασκάλων μέσον.
Την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Παραλύτου πανηγυρίζει η Εκκλησία μας μία μεγάλη δεσποτική εορτή, την εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Τα βυζαντινά χρόνια, η εορτή της Μεσοπεντηκοστής ήταν η μεγάλη εορτή της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και συνέτρεχαν κατ’ αυτή στον μεγάλο ναό πλήθη λαού. Δεν έχει κανείς παρά να ανοίξει την Έκθεση της Βασιλείου Τάξεως (Κεφ. 26) του Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου για να δει το επίσημο τυπικό του εορτασμού, όπως ετελείτο μέχρι την Μεσοπεντηκοστή του έτους 903 μ.Χ. στον ναό του Αγίου Μωκίου στην Κωνσταντινούπολη, μέχρι δηλαδή την ημέρα που έγινε η απόπειρα κατά της ζωής του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’ του Σοφού (11 Μαΐου 903 μ.Χ.). Εκεί υπάρχει μία λεπτομερής περιγραφή του λαμπρού πανηγυρισμού, που καταλαμβάνει ολόκληρες σελίδες και καθορίζει με την γνωστή παράξενη βυζαντινή ορολογία, πως ο αυτοκράτωρ το πρωί της εορτής με τα επίσημα βασιλικά του ενδύματα και την συνοδεία του ξεκινούσε από το ιερό παλάτι για να μεταβεί στον ναό του αγίου Μωκίου, όπου θα ετελείτο η θεία λειτουργία. Σε λίγο έφθανε η λιτανεία με επί κεφαλής τον πατριάρχη, και βασιλεύς και πατριάρχης εισήρχοντο επισήμως στον ναό. Η θεία λειτουργία ετελείτο με την συνήθη στις μεγάλες εορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά από αυτήν ο αυτοκράτωρ παρέθετε πρόγευμα, στο οποίο έπαιρνε μέρος και ο πατριάρχης. Και πάλι ο βασιλεύς υπό τις επευφημίες του πλήθους «Εἰς πολλούς καί ἀγαθούς χρόνους ὁ Θεός ἀγάγει τήν βασιλείαν ὑμῶν» και με πολλούς ενδιαμέσους σταθμούς επέστρεφε στο ιερό παλάτι.
Μεσοπεντηκοστή – Ι.Ν. Ζωοδόχου Πηγής, Λαρίσης
(www.panagialarisis.gr)
Αλλά και στα σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στο Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τα ίχνη της παλαιάς της λαμπρότητας. Παρουσιάζεται σαν μία μεγάλη δεσποτική εορτή, με τα εκλεκτά της τροπάρια και τους διπλούς της κανόνες, έργα των μεγάλων υμνογράφων, του Θεοφάνους και του Ανδρέου Κρήτης, με τα αναγνώσματά της και την επίδραση της στις προ και μετά από αυτήν Κυριακές και με την παράταση του εορτασμού της επί οκτώ ημέρες κατά τον τύπο των μεγάλων εορτών του εκκλησιαστικού έτους.
Ποιό όμως είναι το θέμα της ιδιορρύθμου αυτής εορτής; Όχι πάντως κανένα γεγονός της ευαγγελικής ιστορίας. Το θέμα της είναι καθαρά εορτολογικό και θεωρητικό. Η Τετάρτη της Μεσοπεντηκοστής είναι η 25η από του Πάσχα και η 25η προ της Πεντηκοστής ημέρα. Σημειώνει το μέσον της περιόδου των 50 μετά το Πάσχα εορτάσιμων ημερών. Είναι δηλαδή ένας σταθμός, μία τομή. Ωραία το τοποθετεί το πρώτο τροπάριο του εσπερινού της εορτής:
«Πάρεστιν ἡ μεσότης ἡμερῶν,
τῶν ἐκ σωτηρίου ἀρχομένων ἐγέρσεως
Πεντηκοστῇ δέ τῇ θείᾳ σφραγιζομένων,
καί λάμπει τάς λαμπρότητας
ἀμφοτέρωθεν ἔχουσα
καί ἑνοῦσα τάς δύο
καί παρεῖναι τήν δόξαν προφαίνουσα
τῆς δεσποτικῆς ἀναλήψεως σεμνύνεται».
Χωρίς δηλαδή να έχει δικό της θέμα η ημέρα αυτή συνδυάζει τα θέματα, του Πάσχα αφ’ ενός και της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος αφ’ ετέρου, και «προφαίνει» την δόξα της αναλήψεως του Κυρίου, που θα εορτασθεί μετά από 15 ημέρες. Ακριβώς δε αυτό το μέσον των δύο μεγάλων εορτών έφερνε στο νου και ένα εβραϊκό επίθετο του Κυρίου, το «Μεσσίας». Μεσσίας στα ελληνικά μεταφράζεται Χριστός. Αλλά ηχητικά θυμίζει το μέσον. Έτσι και στα τροπάρια και στο συναξάρι της ημέρας η παρετυμολογία αυτή γίνεται αφορμή να παρουσιασθεί ο Χριστός σαν Μεσσίας – μεσίτης Θεού και ανθρώπων, «μεσίτης καί διαλλάκτης ἡμῶν καί τοῦ αἰωνίου αὐτοῦ Πατρός». «Διά ταύτην τήν αἰτίαν τήν παροῦσαν ἑορτήν ἑορτάζοντες καί Μεσοπεντηκοστήν ὀνομάζοντες τόν Μεσσίαν τε ἀνυμνοῦμεν Χριστόν», σημειώνει ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος στο συναξάρι. Σ’ αυτό βοήθησε και η ευαγγελική περικοπή, που εξελέγη για την ημέρα αυτή (Ιω. 7, 14-30). Μεσούσης της εορτής του Ιουδαϊκού Πάσχα ο Χριστός ανεβαίνει στο ιερό και διδάσκει. Η διδασκαλία Του προκαλεί τον θαυμασμό, αλλά και ζωηρά αντιδικία μεταξύ αυτού και του λαού και των διδασκάλων.
Μεσοπεντηκοστή – πρώτο μισό 18ου αι. μ.Χ. –
Σκήτη Aγίας Άννης, Άγιον Όρος
Είναι Μεσσίας ο Ιησούς η δεν είναι; Είναι η διδασκαλία του Ιησού εκ Θεού ή δεν είναι; Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται: ο Χριστός είναι διδάσκαλος. Αυτός που ενώ δεν έμαθε γράμματα κατέχει το πλήρωμα της σοφίας, γιατί είναι η Σοφία του Θεού η κατασκευάσασα τον κόσμο. Ακριβώς από αυτόν τον διάλογο εμπνέεται μεγάλο μέρος της υμνογραφίας της εορτής. Εκείνος που διδάσκει στον ναό, στο μέσον των διδασκάλων του Ιουδαϊκού λαού, στο μέσον της εορτής, είναι ο Μεσσίας, ο Χριστός, ο Λόγος του Θεού. Αυτός που αποδοκιμάζεται από τους δήθεν σοφούς του λαού Του είναι η του Θεού Σοφία. Εκλέγομε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά τροπάρια, το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού του πλ. δ’ ήχου:
«Μεσούσης τῆς ἑορτῆς
διδάσκοντός σου, Σωτήρ,
ἔλεγον οἱ Ἰουδαῖοι·
Πῶς οὗτος οἶδε γράμματα, μή μεμαθηκώς;
ἀγνοοῦντες ὅτι σύ εἶ ἡ Σοφία
ἡ κατασκευάσασα τόν κόσμον.
Δόξα σοι».
Λίγες σειρές πιο κάτω στο Ευαγγέλιο του Ιωάννου, αμέσως μετά την περικοπή που περιλαμβάνει τον διάλογο του Κυρίου με τους Ιουδαίους «Τῆς ἑορτῆς μεσούσης», έρχεται ένας παρόμοιος διάλογος, που έλαβε χώρα μεταξύ Χριστού και των Ιουδαίων «τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς», δηλαδή κατά την Πεντηκοστή. Αυτός αρχίζει με μία μεγαλήγορο φράση του Κυρίου.« Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω.ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθώς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος» (Ιω. 7, 37-38). Και σχολιάζει ο Ευαγγελιστής.« Τοῦτο δέ εἶπε περί τοῦ Πνεύματος, οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν» (Ιω. 7, 39). Δεν έχει σημασία ότι οι λόγοι αυτοί του Κυρίου δεν ελέχθησαν κατά την Μεσοπεντηκοστή, αλλά λίγες ημέρες αργότερα. Ποιητική αδεία μπήκαν στο στόμα του Κυρίου στην ομιλία Του κατά την Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν εξ’ άλλου τόσο πολύ με το θέμα της εορτής. Δεν μπορούσε να βρεθεί πιο παραστατική εικόνα για να δειχθεί ο χαρακτήρας του διδακτικού έργου του Χριστού. Στο διψασμένο ανθρώπινο γένος η διδασκαλία του Κυρίου ήλθε σαν ύδωρ ζων, σαν ποταμός χάριτος που δρόσισε το πρόσωπο της γης. Ο Χριστός είναι η πηγή της χάριτος, του ύδατος του αλλομένου εις ζωήν αιώνιον, που ξεδιψά και αρδεύει τις συνεχόμενες από βασανιστική δίψα ψυχές των ανθρώπων. Που μεταβάλλει τους πίνοντας σε πηγές.« Ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσι ὕδατος ζῶντος» (Ιω. 7, 38). «Καί γενήσεται αὐτῷ πηγή ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον», εἶπε στήν Σαμαρείτιδα» (Ιω. 4, 14). Που μετέτρεψε την έρημο του κόσμου σε θεοφύτευτο παράδεισο αειθαλών δένδρων φυτεμένων παρά τας διεξόδους των υδάτων του αγίου Πνεύματος. Το γόνιμο αυτό θέμα έδωσε νέες αφορμές στην εκκλησιαστική ποίηση και στόλισε την εορτή της Μεσοπεντηκοστής με εξαίρετους ύμνους. Διαλέγομε τρεις, τους πιο χαρακτηριστικούς: Το κάθισμα του πλ. δ’ ήχου προς το «Τήν Σοφίαν καί Λόγον», που ψάλλεται μετά την γ’ ωδή του κανόνος στην ακολουθία του όρθρου:
«Τῆς σοφίας τό ὕδωρ καί τῆς ζωῆς
ἀναβρύζων τῷ κόσμῳ, πάντας, Σωτήρ,
καλεῖς τοῦ ἀρύσασθαι
σωτηρίας τά νάματα·
τόν γάρ θεῖον νόμον σου
δεχόμενος ἄνθρωπος,
ἐν αὐτῷ σβεννύει
τῆς πλάνης τούς ἄνθρακας.
Ὅθεν εἰς αἰῶνας
οὐ διψήσει, οὐ λήξει
τοῦ κόρου σου δέσποτα, βασιλεῦ ἐπουράνιε.
Διά τοῦτο δοξάζομεν
τό κράτος σου, Χριστέ ὁ Θεός,
τῶν πταισμάτων ἄφεσιν αἰτούμενοι
καταπέμψαι πλουσίως
τοῖς δούλοις σου».
Το απολυτίκιο και το κοντάκιο της εορτής, το πρώτο του πλ. δ’ και το δεύτερο του δ’ ήχου:
«Μεσούσης τῆς ἑορτῆς
διψῶσάν μου τήν ψυχήν
εὐσεβείας πότισον νάματα·
ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας·
Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω.
Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι».
«Τῆς ἑορτῆς τῆς νομικῆς μεσαζούσης
ὁ τῶν ἁπάντων ποιητής καί δεσπότης
πρός τούς παρόντας ἔλεγες, Χριστέ ὁ Θεός·
Δεῦτε καί ἀρύσασθαι ὕδωρ ἀθανασίας.
Ὅθεν σοι προσπίπτομεν καί πιστῶς ἐκβοῶμεν·
Τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι ἡμῖν,
σύ γάρ ὑπάρχεις πηγή τῆς ζωῆς ἡμῶν».
Μεγαλυνάριον
Μεσούσης ἐπέστης τῆς ἑορτῆς, Οἰκτίρμων διδάσκων, ἐν τῷ μέσῳ τοῦ Ἱεροῦ, δεῦτε οἱ διψῶντες, προσέλθετε καὶ ὕδωρ, ἐκ τῆς πηγῆς τῶν ὅλων, πάντες ἀρύσασθε.
Και τέλος το απαράμιλλο εξαποστειλάριο της εορτής:
«Ὁ τόν κρατῆρα ἔχων
τῶν ἀκενώτων δωρεῶν,
δός μοι ἀρύσασθαι ὕδωρ
εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν·
ὅτι συνέχομαι δίψῃ,
εὔσπλαγχνε μόνε οἰκτίρμον».
Αυτή με λίγα λόγια είναι η εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Η έλλειψη ιστορικού υποβάθρου της στέρησε τον απαραίτητο εκείνο λαϊκό χαρακτήρα, που θα την έκανε προσφιλή στον πολύ κόσμο. Και το εντελώς θεωρητικό της θέμα δεν βοήθησε τους χριστιανούς, που δεν είχαν τις απαραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις, να ξεπεράσουν την επιφάνεια και να εισδύσουν στην πανηγυριζόμενη δόξα του διδασκάλου Χριστού, της Σοφίας και Λόγου του Θεού, της πηγής του ακενώτου ύδατος. Συνέβη με αυτή κάτι ανάλογο με εκείνο που συνέβη με τους περίφημους ναούς της του Θεού Σοφίας, που αντί να τιμώνται στο όνομα του Χριστού ως Σοφίας του Θεού, προς τιμήν του οποίου ανεγέρθησαν, κατήντησαν, για τους ιδίους λόγους, να πανηγυρίζουν στην εορτή της Πεντηκοστής η του αγίου Πνεύματος η της αγίας Τριάδος η των Εισοδίων η της Κοιμήσεως της Θεοτόκου η και αυτής της μάρτυρος Σοφίας και των τριών θυγατέρων της Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.
ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ
ΕΠΙΣΚΕΘΦΘΕΙΤΕ
ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
Τόν βίο τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Γλυκερίας
Τόν Παρακλητικό Κανόνα τῆς Ἁγίας Γλυκερίας
Τό Μαρτύριο τῆς Ἁγίας Γλυκερίας καί τοῦ Ἁγίου Λαοδικίου ἀπό Acta Sanctorum
Τά μαρτύρια τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Γλυκερίας και Λαοδικίου τοῦ, δεσμοφύλακα
ΥΠΌ τοῦ Αγίου Δημητρίου Μητροπολιτη Ροστοφ (1651 – 1709)
( σέ ἑλληνικη μετάφραση ἀπό τήν ρωσική γλώσσα μέσω του translate google)
Ἡ Ἁγία Γλυκερία
Θηρὸς τὸ πικρὸν δῆγμα τῇ Γλυκερίᾳ
Ὑπὲρ γλυκάζον ὡς ἀληθῶς ἦν μέλι.
Ἐν τριτάτῃ δεκάτῃ δάκε καὶ κτάνε θὴρ Γλυκερίαν.
Βιογραφία
Η Αγία Γλυκερία γεννήθηκε στην Τραϊανούπολη το 2ον μ.Χ. αι., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Αντωνίνος ο Ευσεβής (138 – 161 μ.Χ.). Ο πατέρας της ονομαζόταν Μακάριος και είχε διατελέσει ύπατος. Σε μικρή ηλικία, ασπάσθηκε το Χριστιανισμό και ανέπτυξε έντονη χριστιανική και κατηχητική δράση.
Όταν πληροφορήθηκε το γεγονός ο ηγεμόνας Σαββίνος, την κάλεσε να παρουσιασθεί μπροστά του. Με μεγάλη προθυμία η Αγία εμφανίσθηκε σ’ εκείνον, έχοντας σημειώσει στο μέτωπό της τον Τίμιο Σταυρό και δεν δίστασε να ομολογήσει με παρρησία και σθένος την πίστη της στο Σωτήρα και Λυτρωτή Ιησού Χριστό. Εκείνος έξαλλος την οδήγησε με τη βία στον ειδωλολατρικό ναό για να προσευχηθεί και να θυσιάσει στο είδωλα. Εκεί η Γλυκερία αφού προσευχήθηκε θερμά, συνέτριψε το άγαλμα του Δία. Εξοργισμένοι οι ειδωλολάτρες, την έσυραν έξω και τη λιθοβόλησαν με μανία. Όμως ούτε μία πέτρα δεν άγγιξε την Αγία, με αποτέλεσμα πολλοί να πιστεύσουν στο Χριστό.
Ejecución de la Santa a espada. Fresco ortodoxo serbio en el monasterio Visoki Decani , Kosovo Εκτέλεση της Ἁγίας μέ ξιφος. Τοιχογραφία (φρέσκο) ἀπό τό Ὀρθόδοξο Σέρβικο Μοναστηρι Βισόκι Ντέτσανι, Κοσσυφοπέδιο (Κόσσοβο) Σερβία Гликерия дева, мц. и страж Лаодикий Гераклейский, мч. (13 мая) Менологий 12 -15 мая; Византия. Греция; XIV в.; памятник: Византийский менологий (Byzantine illumination Menologion); 10 x 13 см.; местонахождение: Англия. Оксфорд. Бодлеанская Библиотека (Bodleian Librry) Μαρτύριο της Ἁγίας Γλυκερίας καί του Ἁγίου Λαοδικίου τοῦ δεσμοφύλακα Βυζαντινό Μηνολόγιο τού Μαίου (12 - 15) τού 14ου αιώνα μ.Χ. και ευρίσκεται Αγγλία. Βιβλιοθήκη Bodleian στην Οξφόρδη. Αγγλία Martirio y glorificación de los Santos Gliceria y Laodicio. Lienzo de Jerónimo Jacinto de Espinosa (1600 - 1667) Museo del Real Colegio del Corpus Christi, Valencia , Espana Μαρτύριο της Ἁγίας Γλυκερίας καί του Ἁγίου Λαοδικίου τοῦ δεσμοφύλακα. Καμβάς του Jerónimo Jacinto de Espinosa(1600 - 1667) Μουσείο του Βασιλικού Κολλεγίου του Corpus Christi, Βαλένθια, Ισπανία
МУЧЕНИЦА ГЛИКЕРИЯ
Церковь Симеона Богоприимца
в Зверине монастыре в Новгороде
Ἡ Ἁγία Γλυκερία
στον Ιερό Ναό τού Συμεών τού Θεοδόχου
Τοιχογραφία (Fresco)
τής Ιεράς Μονής Ζβερίν-Πορόβσκι
στο Βελίκι Νόβγκοροντ. Ρωσία
Στη συνέχεια, αφού υπέστη διάφορα βασανιστήρια ρίχθηκε στη φυλακή, όπου κατήχησε και έφερε στη χριστιανική πίστη το δεσμοφύλακά της Λαοδίκιο, ο οποίος εν συνεχεία ομολόγησε με θάρρος την πίστη του και μαρτύρησε για το Χριστό. Αμετάπειστος ο τύραννος, διέταξε να βασανίσουν εκ νέου τη Γλυκερία και έπειτα να τη ρίξουν στο άγρια θηρία. Όμως και εκείνα την σεβάστηκαν, αν και ένα εξ’ αυτών τη δάγκωσε με αποτέλεσμα η Αγία να παραδώσει σε ολίγες ημέρες το πνεύμα της στον αθλοθέτη Κύριο.
Το ιερό λείψανό της παρέλαβε ο Επίσκοπος της Ηρακλείας Δομίτιος και το τοποθέτησε σε ευπρεπή τόπο κοντά στην πόλη. Μαρτυρώνται δε πολλά θαύματα, ιάσεων και θεραπείες δαιμονισμένων, τα οποία επιτελούσε η Αγία σε όσους με πίστη κατέφευγαν να προσκυνήσουν το Ιερό λείψανό της.
ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ
ΕΠΙΣΚΕΘΦΕΙΤΕ
ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
Η βυζαντινή στήλη λειψανοθήκη της αγίας μάρτυρος Γλυκερίας
Часть мощей мц. Гликрии в монастыре св. Николая в Форт-Майерсе
Ἀπότμημα τοῦ λειψάνου τῆς Ἁγίας Γλυκερίας
στήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Νικολάου στό Φορτ Μάγιερς, Φλώριδα ΗΠΑ
Ἡ Ἁγία Γλυκερία, λάμπει στὸ νοητὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας, σὰν φωτεινὸ ἀστέρι πρώτου μεγέθους, μεταξὺ τῶν λοιπῶν καλλινίκων μαρτύρων τῆς Ἐπαρχίας Ἡράκλειας Θράκης.
Γεννήθηκε στὴν Τραιανούπολη, παραθαλάσσια πόλη στὸν Ἀδριατικὸ κόλπο, ἢ ὁποία κοινῶς λεγόταν Τράνι. Πότε γεννήθηκε ἀκριβῶς, δὲν εἶναι γνωστό. Ἔζησε, κατὰ τὸν Β’ μ.Χ. αἰώνα καὶ καταγόταν ἀπὸ ἀριστοκρατικὴ οἰκογένεια. Ὃ πατέρας της, ὀνόματι Μακάριος, εἶχε διατελέσει τρεῖς φορὲς ὕπατος τῆς Ρώμης.
Ἢ Ἁγία Γλυκερία, ἦταν μία εὐσεβέστατη χριστιανή, μὲ πίστη ἀκράδαντη καὶ ἀπαράμιλλη αὐταπάρνηση. Ὅταν βρισκόταν στὴν ἀκμὴ τῆς ἡλικίας της, αὐτοκράτορας στὴ Ρώμη ἦταν ὃ Ἀντωνίνος, ὃ Εὐσεβὴς (138-161 μ.Χ.), ἡγεμόνας δὲ τῆς Εὐρώπης, μὲ ἕδρα -κατ’ ἀρχὰς- τὴν Τραίανουπολη, ὃ Σαβίνος. Καὶ οἱ δύο τους ἦταν φανατικοὶ εἰδωλολάτρες.
Στὴν Τραίανουπολη, αὐτὴ τὴν ἐποχή, κατοικοῦσαν λίγοι Χριστιανοί. Παρ’ ὅλο ποῦ ἔφοβουντο τὸν ἡγεμόνα Σαβινο καὶ τοὺς ἄλλους εἰδωλολάτρες, ἐν τούτοις, καθημερινά, συνανθροίζονταν κρυφά, γιὰ νὰ προσευχηθοῦν στὸ Θεό. Ἀπὸ τὶς συναθροίσεις αὐτὲς δὲν ἔλειπε ποτὲ καὶ ἢ Ἁγία. Ἐκεῖ, εὕρισκε τὴν εὐκαιρία νὰ κηρύττει μὲ θέρμη, ἀλλὰ καὶ νὰ διαδηλώνει μὲ θάρρος, τὴν ἀγάπη τῆς «εἰς Χριστόν, ἐσταυρωμένον καὶ ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν».
Μὲ τὴν παρουσία της, τὴν ταπείνωσή της, τὴν πίστη της στὴν Ἁγία Τριάδα, τὸ τακτικὸ κήρυγμα καὶ τὸ ἐν γένει παράδειγμά της, ἔστηριζε στὴν πίστη, τοὺς ὀλίγους φοβισμένους Χριστιανοὺς τῆς γενέτειράς της.
ΒΑΣΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΘΥΣΙΕΣ ΣΤΑ ΕΙΔΩΛΑ
Ὁ βασιλιὰς Ἀντωνίνος, ὄντας εἰδωλολάτρης, ἔθυσιαζε τακτικὰ στὰ εἴδωλα τῶν ψευδωνύμων θεῶν, ἰδιαίτερα δέ, στὸ θεὸ τῶν Ἑλλήνων, Δία. Κάποια ἡμέρα, μετὰ ἀπὸ σύσκεψη, μὲ τοὺς μιαροὺς ἱερεῖς τῶν εἰδώλων, στὸ ναὸ τοῦ Δία, ἐξέδωκε νόμο, μὲ τὸν ὁποῖο ὑποχρέωνε ὅλους τους ὑπηκόους του, νὰ θυσιάσουν στοὺς θεοὺς καὶ πρῶτα πρῶτα στὸ Δία. Κατὰ τῶν ἀρνουμένων, ὃ νόμος, προέβλεπε σκληρὰ βασανιστήρια καὶ τέλος θάνατο.
Ὃ νόμος αὐτὸς στάλθηκε σ’ ὅλη τὴν ἐπικράτεια τοῦ βασιλείου του. Ἔτσι, λοιπόν, ἔφθασε καὶ στὰ χέρια τοῦ ἡγεμόνα τῆς Εὐρώπης, Σαβίνου. Εὔπειθης, ὅπως ἦταν, ἔδωκε ἐντολή, ἀμέσως, καὶ τελέσθηκε ἢ πρώτη κοινὴ θυσία, στὸ ναὸ Μαξιμιανουπὸ-λεως, ὅπου καὶ ἐπέδειξε τὸ βασιλικὸ νόμο. Τὴν ἑπόμενη, ὃ παμμίαρος, ἐπῆγε στὴν Τραίανουπολη. Ἀφοῦ κι ἐδῶ ἐπέδειξε τὸ νόμο στοὺς κατοίκους, μπῆκε στὸ ναὸ τοῦ Δία, νὰ κάνει θυσία. Χωρὶς ἀντίρρηση, ὅλοι συμφώνησαν ὅπως, μετὰ ἀπὸ 3ήμερο ἐξαγνισμό, συγκεντρωθοῦν στὸ ναὸ τοῦ Δία, κρατώντας ἀπὸ μία λαμπάδα, γιὰ νὰ ἑορτάσουν τὰ γενέθλια του βασιλιᾶ καὶ νὰ θυσιάσουν στὸ μεγάλο Δία. Ὅποιος θὰ ἤρνειτο νὰ κρατήσει λαμπάδα καὶ νὰ κάνει θυσία, θὰ θανατωνόταν καὶ θὰ εἶχε τέλος οἰκτρό.
Τὸ βασιλικὸ πρόσταγμα, ἔφθασε καὶ στ’ αὐτιὰ τῆς Ἁγίας Γλυκερίας καὶ τῶν λοιπῶν χριστιανῶν. Ἢ Ἁγία, γιὰ νὰ τονώσει τὴν πίστη τῶν ἀδελφῶν της χριστιανῶν, ἐπῆγε στὴ συνάθροισή τους καὶ ἔμιλησε πρὸς αὐτοὺς γιὰ τὸν Ἐπουράνιο Βασιλέα, τὴ δύναμη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ τὴν αἰώνιο Βασιλεία. Ἰδιαίτερα, ἔτονισε, ποιοὶ θὰ κληρονομήσουν τὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Τελειώνοντας, ἀφοῦ τοὺς συνέστησε νὰ ἔχουν πίστη στὸ Χριστὸ καὶ νὰ ζοῦν βίο ἠθικό, τοὺς εὐχήθηκε, νὰ ἀπολαύσουν ὅλες τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι ἀληθές, ὅτι τὸ 3ήμερο αὐτό, ὅλοι οἱ χριστιανοὶ τῆς Τραϊανουπόλεως, προσεύχονταν θερμὰ στὸν Κύριο, νὰ τοὺς δώσει πίστη καὶ νὰ τοὺς ἐνισχύσει στὸν ἀγώνα τους. Περισσότερη δύναμη ἂπ’ ὅλους, ζητοῦσε ἀπὸ τὸ Θεό, ἢ Ἁγία Γλυκερία. Εἶχε πάρει ἀπόφαση, νὰ ἐπιτεθεῖ εὐθέως, κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ἐλέγξει τὴν πλάνη τῶν εἰδωλολατρῶν. Ὃ φόβος τῆς εἶχε ξεπερασθεῖ, γιατί εἶχε προετοιμασθεῖ ψυχικά, ἀλλὰ καὶ πνευματικά.
Η ΑΓΙΑ ΑΡΝΕΙΤΑΙ ΝΑ ΘΥΣΙΑΣΕΙ ΣΤΟ ΔΙΑ
Μόλις συμπληρώθηκαν οἳ τρεῖς ἡμέρες, ὅλοι οἳ εἰδωλολάτρες τῆς Τραίανουπολεως, κρατώνας ἀπὸ μία λαμπάδα, ἔτρεχαν, σὰ μανιασμένοι, γιὰ νὰ θυσιάσουν στὸ Δία. Αὐτοὺς ἀκολούθησε καὶ ἢ Ἁγία. Ἀφοῦ σημείωσε στὸ μέσον του μετώπου της, ἔντονα, τὸν τύπον τοῦ Σταυροῦ, γιὰ δύναμη καὶ φωτισμό της, ἔτρεξε καὶ στάθηκε μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα. Χωρὶς νὰ φοβηθεῖ, ἀπευθύνθηκε πρὸς αὐτόν, μὲ πρωτοφανῆ τόλμη καὶ τοῦ εἶπε:
«Λαμπρότατε Ἡγεμόνα· ἐπίτρεψέ μου, νὰ κάνω ἀρχὴ καὶ νὰ σοὺ δείξω, πῶς θυσιάζουν στὸ Θεό, μία καὶ κατέχω τὴν πρώτη θέση, ὡς κόρη τοῦ ἄξιου Μακαρίου, ποῦ διετέλεσε τρεῖς φορὲς ὕπατος τῆς Ρώμης». Ὃ ἡγεμόνας, βλέποντας τὴν προθυμία της, τὴν ἔρωτα, ποὺ εἶναι ἢ λαμπάδα της! « Ὑψηλότατε· ἂν δὲν τὸ ξέρεις, σοὺ δηλώνω εὐθέως, ὅτι εἶμαι Χριστιανή». Κι ἀμέσως, δείχνοντας τὸ Σταυρό, ποῦ ἦταν σημειωμένος στὸ μέτωπό της, τοῦ διευκρινίζει. «Αὐτὴ εἶναι ἢ ἀσβέστη λαμπάδα μου! Αὐτὴ ἢ λαμπάδα, φωτίζει ὅλες. τὶς θυσίες τῶν Χριστιανῶν καὶ τοὺς ὁδηγεῖ στὸν Ἐπουράνιο Βασιλέα Χριστό». Ὃ Σαβίνος, μὴ μπορώντας νὰ ἐννοήσει τοὺς λόγους της, τὴν προστάζει νὰ θυσιάσει. Ἢ Ἁγία, χωρὶς νὰ χάσει τὸ θάρρος της, τοῦ ἅπαντα: « Ὃ Χριστός μου, ὃ αἰώνιος Βασιλεὺς καὶ θεός μου, δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ λαμπάδες ποῦ καπνίζουν. Δῶσε, σὲ παρακαλῶ, ἐντολὴ νὰ σβήσουν ὅλοι τὶς λαμπάδες τους, γιὰ νὰ γίνει δεκτὴ ἢ θυσία μου ἀπὸ τὸ μόνο ἀληθινὸ Θεό».
“Ὄντως, ἔδωκε ἐντολὴ νὰ σβήσουν τὶς λαμπάδες. Τότε, ἢ θεία Γλυκερία, στρέφεται πρὸς τὸν συγκεντρωμένο ὄχλο καὶ λέγει, δυνατά: «Βλέπετε τὴ φωτεινὴ λαμπάδα, ποῦ εἶναι σημειωμένη στὸ μέτωπό μου;» Ὃ λαός, ἄναυδος, παρακολουθεῖ τὴν Ἁγία, νὰ δείχνει μὲ τὸ χέρι της, τὸ σταυρὸ στὸ μέτωπό της καὶ ἀκολούθως, μὲ τὰ χέρια τῆς ὑψωμένα καὶ τὰ μάτια τῆς ἔστραμμενα πρὸς τὸν οὐρανό, νὰ προσεύχεται, ἱκετευτικά: « Ὃ Θεός, ὃ παντοκράτωρ, ὃ δοξασμένος ἀπὸ τοὺς δούλους Σου, γιὰ τὴν Σταύρωση καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Υἵου Σου, Ἐσύ, ποῦ ἔσωσες τοὺς ὁσίους παισας τῶν λεόντων καὶ νικητὴν ἀνέδειξες τὸν δοῦλον σου Δανιὴλ Ἰησοῦ Χριστέ, ὃ ἄμωμος ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ἔλθε καὶ ἒπ’ ἔμε τὴν ταπεινὴ δούλη Σου καὶ κατατρόπωσε τὸν δαίμονα τῆς εἰδωλολατρείας καὶ φώτισε τὸ πλάσμα Σου νὰ Σὲ γνωρίσει καὶ νὰ Σὲ πιστεύσει ὡς Υἷόν του θεοῦ, ποῦ στραυρώθηκε γιὰ τὴ σωτηρία του». Καί, ὢ τοῦ θαύματος! Πρὶν καλὰ καλὰ τελειώσει τὴν προσευχή της, ἀκούσθηκε βροντὴ μεγάλη καὶ παρευθύς, ἔπεσε τὸ λίθινο ὁμοίωμα τοῦ Δία καὶ ἔγινε κομμάτια. Ὅλοι οἳ παρευρισκόμενοι, μετὰ ἂπ’ αὐτὸ τὸ παράδοξο γεγονός, ταράχθηκαν.
ΤΗ ΛΙΘΟΒΟΛΟΥΝ ΑΛΛΑ ΟΙ ΠΕΤΡΕΣ ΔΕΝ ΤΗΝ ΕΓΓΙΖΟΥΝ
Ὁ Σαβίνος, μόλις εἶδε τὸ ἄγαλμα τοῦ Δία κομματιασμένο, ἐκνευρίσθηκε πάρα πολὺ καὶ ἔδωκε διαταγή, μετὰ ἀπὸ προτροπὴ καὶ τῶν ἱερέων τοῦ ναοῦ, νὰ θανατωθεῖ ἢ Ἁγία, μὲ λιθοβολισμό.
Ἔτσι, τὸ πλῆθος τῶν εἴδολολατρων, ἄρχισε μὲ μανία νὰ ρίχνει ἐπάνω στὴν Ἁγία, πέτρες. Παραδόξως ὅμως, ἔβλεπαν ὅτι καμία πέτρα δὲν τὴν ἄγγιζε, λὲς κι ἦταν ἄυλη ὕπαρξη, ἐνῶ δίπλα της εἶχαν συγκεντρωθεῖ σωροὶ ἀπὸ πέτρες.
Ἀντί, τὸ πρωτοφανὲς αὐτὸ γεγονὸς νὰ τοὺς προβληματίσει καὶ νὰ ἐννοήσουν ἡγεμόνας, ἱερεὶς καὶ λαός, τὴν εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ, ἐφώναζαν, ὅτι εἶναι φαρμακὸς καὶ κάνει μαγεῖες, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν τὴν ἐγγίζουν οἳ πέτρες. Τότε ἢ μακαριὰ Γλυκερία, μὲ ἠρεμία, τοὺς ἀπήντησε: «Σᾶς πληροφορῶ, ὅτι δὲν ὑπῆρξα ποτὲ φαρμακὸς (μάγισσα) καὶ ποτὲ δὲν ἀσχολήθηκα μὲ σατανικὲς ἐνέργειες. Ἐπειδὴ ὅμως, ἐπιμένετε νὰ μὲ λέτε φάρμακο, σᾶς τονίζω, ὅτι τὰ «φάρμακα» τοῦ Χρίστου μου βοηθοῦν πάντοτε στὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καὶ δὲν βλάπτουν κανένα. Αὐτὰ τὰ «φάρμακα» ἐνδυνάμωσαν καὶ μένα καὶ φανερώθηκε ἢ πλάνη σας. Ἢ δύναμη τοῦ Ἰησοῦ Χρίστου, τοῦ Θεανθρώπου, μὲ βοήθησε καὶ δὲν ἄγγιξε ἐπάνω μου μία πέτρα. Καίτοι περιμένατε, νὰ μὲ ἐνταφιάσετε κάτω ἀπὸ τὶς πέτρες, ἐγὼ δὲν ἔπαθα οὔτε τὴν παραμικρὴ ἀμυχή».
Μετὰ τὰ λόγια της αὐτά, ὃ ἡγεμόνας, διέταξε νὰ τὴν βάλουν στὴ φυλακὴ ἕως τὴν ἑπομένη καὶ νὰ τὴν ἀσφαλίσουν καλά, μήπως δραπετεύσει μὲ μαγικὸ τρόπο καὶ ἰσχυρισθεῖ κατόπιν, ὅτι τὴ βοήθησε ὃ Θεός της, ὅποτε καὶ θὰ πλάνευε πολλούς.
Ἢ Ἁγία, χωρὶς νὰ δείξει, ὅτι στενοχωρήθηκε ἀπὸ τὴν ἀπόφαση τοῦ αὐτή; τοῦ εἶπε: «Λυποῦμαι, γιατί εἶσαι φανατισμένος εἰδωλολάτρης καὶ δὲν καταλαβαίνεις, ὅτι ἀκολουθῶ τὶς ἐντολὲς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ εἶμαι προσηλωμένη στὸ νόμο Του. Ὃ Θεός μου, εἶναι παντοδύναμος, δίκαιος, ἀλλὰ καὶ φιλάνθρωπος. Εἶναι Θεὸς ἀγάπης καὶ ἐλέους. Μάθε ὅμως, ὅτι ἀντιτάσσεται στοὺς ὑπερήφανους καὶ ἐξευτελίζει τὶς βουλές τους».
ΤΗ ΦΥΛΑΚΙΖΟΥΝ
Μετὰ τὴν ἀπάντησή της, τὴν παρέλαβαν οἱ δεσμοφύλακες καὶ τὴν ἔκλεισαν στὴ φυλακή. Ἢ φυλάκιση τῆς Ἅγιας, ἔλυπησε πολύ τους Χριστιανούς. Ἢ θαυματουργικὴ ὅμως, ἐπέμβαση τοῦ Κυρίου, ποῦ φανερώθηκε μὲ τὸν ἀνεπιτυχῆ λιθοβολισμὸ τῆς Ἁγίας, τοὺς εἶχε ἀναπτερώσει τὸ ἠθικὸ καὶ τοὺς εἶχε τονώσει τὴν πίστη. Τώρα, ὅλοι οἳ εἰδωλολάτρες, στὴν Τραιανούπολη, συζητοῦσαν γιὰ τὸ θαῦμα, ποῦ συνέβηκε στὴ Χριστιανὴ Γλυκερία.
Ὃ πρεσβύτερος Φιλοκράτης, ἀψηφώντας τοὺς κινδύνους, ἐπέτυχε νὰ ἐπισκεφθεῖ τὴν Ἁγία, στὴν φυλακή, λίγο, μετὰ τὸ κλείσιμο τῆς σ’ αὐτή. Ἢ Ἁγία, τὸν δέχθηκε μὲ χαρὰ καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ τὴ σταυρώσει, γιὰ νὰ μπορέσει μὲ τὴ δύναμη τοῦ τιμίου Σταυροῦ, νὰ νικήσει τὴν κακία τοῦ μισόκαλου Ἑωσφόρου. Ὃ ἱερεύς, ἀφοῦ τὴν ἐνδυνάμωσε μὲ λόγια του Εὐαγγελίου, στὴν ἀπόφασή της νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χρίστου, τὴν ἔσταυρωσε καὶ τῆς εὐχήθηκε ἐκπλήρωση τοῦ πόθου της, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου.
Ἔτσι, μετὰ τὴν ἀναχώρηση τοῦ θαρραλέου ἱερέα Φιλοκράτη, ἔμεινε μόνη, ἔχοντας συντροφιὰ τὴν πίστη της στὸ Θεό. Τὸ πρωί, τῆς ἑπόμενης ἡμέρας, ὃ ἡγεμόνας, γεμάτος θυμὸ πηγαίνει στὴ φυλακὴ γιὰ νὰ τιμωρήσει τὴν Ἁγία. Προστάζει, λοιπόν, νὰ τὴν φέρουν ἐνώπιόν του γιὰ νὰ ἐρωτηθεῖ, ἐὰν θέλει νὰ θυσιάσει καὶ ἐὰν δὲν πεισθεῖ πρὸς τοῦτο, νὰ δώσει ἐντολὴ νὰ θανατωθεῖ.
Ἦρθε ἢ Ἁγία, μετ’ ὀλίγον καὶ στάθηκε ἔμπροσθέν του, μὲ πρόσωπο χαρούμενο.
Τότε, ὃ ΣαβΙνος, τὴν ἔρωτα: «Γλυκερία, πές μου, μήπως πείσθηκες νὰ θυσιάσεις στὸ μεγάλο θεὸ Δία, στὸν ὅποιον καὶ ὃ αὐτοκράτορας Ἀντωνίνος θυσιάζει;» «Πῶς νὰ θυσιάσω σ’ αὐτὸν τοῦ ἁπαντὰ ἢ Ἁγία ὃ ὅποιος δὲν μπόρεσε οὔτε τὸν ἑαυτό του νὰ βοηθήσει, ἀφοῦ τὸ ἄγαλμα τοῦ ἔπεσε, μὲ τὴ δύναμη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, στὸν Ὅποιον προσευχήθηκα καὶ ἔγινε μικρὰ κομμάτια; Ἀπορῶ, πῶς μὲ διατάσσεις νὰ θυσιάσω σ’ αὐτόν! Ἐγώ, πιστεύω στὸν ἀληθινὸ Θεό, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Ὅποιον καὶ ἐγνώρισα. Ἐκεῖνος μὲ ἐνισχύει στὶς δοκιμασίες μου καὶ στὰ βασανιστήρια ποῦ μου κάνετε καὶ καταλύει τὴν ψεύτικη δύναμή σας. Γιὰ τὸ Σωτήρα μου, γιὰ τὴν ἀγάπη Του, ἀποφάσισα νὰ θυσιάσο τὸν ἑαυτό μου!»
«Θυσίασε, τῆς λέγει ὃ ἡγεμόνας, πρὶν διατάξω νὰ σὲ βασανίζουν σκληρὰ καὶ σὲ θανατώσουν».« Ἄδικα, τοῦ ἅπαντα ἢ Ἁγία, ἐπιμένεις, ἀπειλώντας μὲ νὰ προδώσω τὸν Νυμφίο μου Χριστό. Δὲν πρόκειται, ὄ,τιδηποτε καὶ νὰ μοῦ συμβεῖ, νὰ Τὸν ἀρνηθῶ, γιατί, ὅπως εἶδες, εἶναι ὃ ἀληθινὸς Θεός. Τὸ μαρτύριο, .« τὸ προτιμῶ καὶ γιὰ ἕναν ἀκόμα λόγο. Γιατί μὲ τοὺς πόνους τοῦ σώματος, θὰ θεραπεύσω τὰ τραύματα τῆς ψυχῆς μου».
ΤΗΝ ΚΡΕΜΟΥΝ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΛΛΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΞΕΣΚΙΖΟΥΝ
Τότε, ὃ ἡγεμόνας, γιὰ νὰ τὴν τιμωρήσει σκληρότερα, διατάσσει νὰ τὴν κρεμάσουν ἀπὸ τὰ μαλλιά της. Μόλις τὴν ἐκρέμασαν ἀπὸ τὰ πλούσια μαλλιὰ τῆς κεφαλῆς της, ἢ ἐνάρετη Μάρτυς, ἔδοξολογησε τὸ Θεὸ καὶ Τὸν παρακάλεσε νὰ τὴν ἐνδυναμώσει καὶ σ’ αὐτὴ τὴ δοκιμασία.Ὃ Σαβϊνος, βλέποντας τὴν εὐλογημένη Γλυκερία, νὰ ἀντιμετωπίζει μὲ καρτερία καὶ τὸ μαρτύριο αὐτό, δίνει ἐντολὴ νὰ τὴν καταξεσχίσουν.
Σκληρόκαρδοι εἰδωλολάτρες ἀνέλαβαν νὰ ὑλοποιήσουν τὴ διαταγὴ αὐτή, τοῦ αἰμοδιψοῦς ἄρχοντα. Κανεὶς δὲν ὑπολόγιζε, ὅτι ὃ ἀδίστακτος ἡγεμόνας θὰ ταπεινωνόταν ἀκόμα μία φορά.Ἐνῶ ἄρχισαν νὰ τῆς καταξεσχίζουν μὲ μίσος καὶ μανία τὸ σῶμα, ἢ Ἁγία, ἀπευθυνθεῖσα πρὸς τὸν ἡγεμόνα, εἶπε: « Ὑψηλότατε· μὴ χαίρεσε, γιατί ἀπὸ τὰ βασανιστήρια αὐτά, ποῦ διέταξες, δὲν αἰσθάνομαι κανένα πόνο. Ὃ Χριστός μου, μὲ προστατεύει συνεχῶς, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν μπορεῖς νὰ μὲ βλάψεις. Δοξασμένο νὰ εἶναι τὸ “Ἅγιο Ὄνομα Τοῦ εἰς τοὺς αἰώνας. Ἀμήν».
Βλέποντας ὃ χαιρέκακος, τὴν Ἁγία, σώα, δίνει τώρα, ἐντολὴ νὰ τὴν ξεκρεμάσουν καὶ νὰ τὴν χτυπήσουν στὸ πρόσωπο, μέχρι νὰ ἀλλοιωθεῖ ἢ ὄψη της.
Ἢ γενναιόψυχη Γλυκερία, δὲν θορυβεῖται ἀπὸ τὸ ἄκουσμα τοῦ σκληροῦ αὐτοῦ μαρτυρίου, γιατί πιστεύει, ὅτι ὃ Νυμφίος της δὲν θὰ τὴν ἐγκαταλείψει. Ζώντας στὸ δικό της κόσμο, συνεχίζει θερμὰ νὰ προσεύχεται στὸν Κύριό της.
Οἱ βασανιστές, ἀρχίζουν τὸ ἔργο τους. Ἔξαφνα, ἐμφανίζεται ἄγγελος Κυρίου, ὃ ὅποιος τοὺς παραλύει καὶ γίνονται σὰν νεκροί. Ἢ Μάρτυς, βλέποντας τὸ θαῦμα, ἐνθαρρύνεται γιὰ νὰ συνεχίσει τὸ μαρτυρικό της δρόμο.
Ὃ Σαβινος, τυφλωμένος, ὅπως ἦταν ἀπὸ τὴν ἀπιστία του, δὲν μπόρεσε νὰ ἐννοήσει τὰ παράδοξα, ποῦ συνέβαιναν μὲ τὶς προσευχὲς τῆς Χριστιανῆς Γλυκερίας, γι’ αὐτὸ καὶ ἐπέμενε, νὰ τὴν πείσει νὰ θυσιάσει στὸν Δία. Ἢ εὔψυχη Μάρτυς, τοῦ ἀρνήθηκε καὶ πάλι, λέγοντας: «Τὴ θυσία, ποῦ ζητᾶς φορτικά, τόσες ἥμερες, δὲ θὰ τὴν προσφέρω, διότι εἶναι χωρὶς περιεχόμενο. Θυσία προσφέρω μόνο στὸν ἀληθινὸ Θεό, τὴν ὁποία καὶ ζητεῖ, ἐν πνεύματι ἅγιω. Τέτοια θυσία, ἔκανε καὶ ὃ Πατριάρχης Ἀβραάμ, ὅταν ὁδήγησε τὸν υἷόν του Ἰσαάκ, στὸ θυσιαστήριο καὶ εὔαρεστησε τὸ Θεό. Ἀδίκως, πιστεύεις, πῶς ἔχω πέσει σὲ πλάνη. Ὃ φανατισμός σου καὶ ἢ σκληροκαρδία σου δὲ σὲ ἀφήνουν νὰ δεῖς τὴν ἀλήθεια. Μὴν ἐλπίζεις, ἐπειδὴ εἶμαι γυναίκα, ὅτι θὰ καμφθῶ ἀπὸ τὶς ἀπειλές σου καὶ τὰ σκληρὰ βασανιστήρια. Ὃ ἀγωνοθέτης Χριστός, στὸ πνευματικὸ στάδιο δὲν ἔχει μόνον ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ γυναῖκες, ποῦ ἀγωνίζονται μέχρι θανάτου, κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ τελικά, λαμπρὰ τὶς στεφανώνει. Τὸ στάδιο τῆς ἀρετῆς, εἶναι κοινό, γιὰ ὅλους τους ἀθλητὲς τῆς πίστεως, ἄνδρες καὶ γυναῖκες».
ΤΡΕΦΕΤΑΙ ΑΠΟ ΑΓΓΕΛΟΥΣ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ
Ὁ ἡγεμόνας, δίνει καὶ πάλιν ἐντολὴ νὰ φυλακίσουν τὴν μάρτυρα καὶ νὰ μὴν τῆς δώσουν οὔτε τροφή, οὔτε νερό. Ἢ Ἁγία, χωρὶς νὰ παύσει νὰ δοξολογεῖ τὸ Θεό, μπαίνει καὶ πάλι στὴ φυλακὴ μὲ θάρρος καὶ πίστη στὸ Σωτήρα Χριστό. Ἐνῶ ὃ φρουρός, ἀσφαλίζει τὴ φυλακὴ προσεκτικά, ἢ σεμνὴ Γλυκερία, συνεχίζει νὰ δοξάζει τὸ Θεό, λέγοντας: «Εὐλογημένος εἶσαι, ὃ Θεὸς τῶν Πατέρων μας, ὃ Ὅποιος γνωρίζεσαι ἀπὸ τοὺς δούλους Σου, ποῦ φυλάσσουν τὶς ἐντολές Σου καὶ τιμοῦν τὸ Ὄνομά Σου τὸ Ἅγιο. Κύριε, ἔπακουσόν της δούλης Σου καὶ διαφύλαξε μὲ ἀπὸ τὶς κακὲς διαθέσεις τοῦ ἀπίστου καὶ μοχθηροῦ ἡγεμόνα».
Ἀφοῦ πέρασαν τρεῖς ἥμερες, ὃ Σαβινος, ἐγχείρισε σὲ ἔμπιστο βοηθὸ τοῦ ἀσφαλιστικὸ δακτύλιο (λουκέττο), μὲ τὴ διαταγή, νὰ σφραγίσει τὴ φυλακή, ποῦ βρισκόταν ἢ «μάγισσα» Γλυκερία.
Ὃ ἀπεσταλμένος τοῦ ἡγεμόνα πηγαίνει στὴ φυλακὴ καὶ προβαίνει στὴν ἀσφάλισή της, ὅπως διατάχθηκε. Ἡ Ἁγία, καθ’ ὅλο τὸ διάστημα ποῦ βρισκόταν φυλακισμένη, δοξολογοῦσε τὸ Θεό, διότι τῆς εἶχε δείξει ξεκάθαρα, ἀλλὰ καὶ θαυμαστά, τὴν ἀγάπη Του. Παρ’ ὅτι τὴν εἶχαν ἀφήσει νηστική, ἐν τούτοις αὐτὴ δὲν ἐπείνασε, διότι ἄγγελος Κυρίου τῆς ἔφερνε, καθημερινῶς, οὐράνια τροφή. Ἐν τῷ μεταξύ, ὃ ἡγεμόνας, ἀποφάσισε νὰ μεταβεῖ στὴν Ἡράκλειά της Θράκης. Στὸ ταξίδι τοῦ ὅμως αὐτό, ἤθελε νὰ τὸν ἀκολουθήσει καὶ ἢ Ἁγία. Κατόπιν αὐτοῦ, ἐπέρασε ἀπὸ τὴ φυλακή. Μόλις εἶδε τὴ σφραγίδα στὴν πόρτα, ἐθεώρησε, ὅτι αὐτὴ θὰ εἶχε πεθάνει, μία καὶ εἶχαν περάσει πολλὲς ἥμερες ἀπὸ τότε ποῦ εἶχε φυλακισθεῖ. Ἀνοίγει, ἀμέσως, τὴν πόρτα καὶ περιέργως βλέπει αὐτὴν νὰ ἔχει ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὰ δεσμά της καὶ παραπλεύρως νὰ ὑπάρχει δίσκος, ἐπάνω στὸν ὅποιο ἦταν ψωμὶ καὶ δύο μικρὰ δοχεῖα, ποῦ περιεῖχαν γάλα καὶ νερό.
Πράγματι, τὰ ἔχασε, βλέποντας αὐτὸ τὸ παράδοξο καὶ διέταξε τὴν Ἁγία νὰ βγεῖ ἔξω.
Δυστυχῶς, ὃ σκληρόκαρδος, δὲν μπόρεσε νὰ καταλάβει, ὅτι τὴν ἔτρεφε ὃ Θεός, στὸν Ὅποιον ἐπίστευε. Ἢ μακαριὰ Γλυκερία, μόλις βγῆκε ἀπὸ τὴ φυλακή, ἔκανε τὴν ἑξῆς προσευχή: «Δέσποτα Θεέ, ὃ χορηγός της ζωῆς, Σύ, ποῦ ἐχάρισες εἷς τὸν λαόν Σου τὴν βοήθειάν Σου καὶ πρόσφερες τροφὴν εἷς τὸν Δανιὴλ μὲ ἄγγελόν Σου καὶ εἷς τὸν Προφήτην Ἤλιαν τροφὴν μὲ κόρακα, Σύ, ποῦ ἐπανέφερες τοὺς πλανηθέντας εἰς τὴν ὅδόν της ἀληθείας καὶ ἔδωκες φωτισμὸν σὲ τυφλούς. Σὲ εὐχαριστῶ καὶ Σὲ δοξάζω, διότι καὶ μένα, τὴν ταπεινὴ δούλη Σου, οἰκονόμησες, ἐντός της φυλακῆς μὲ οὐράνια τροφή. Σὲ παρακαλῶ, Κύριέ μου, μὴ μὲ ἐγκαταλείψεις, μέχρι τῆς τελευταίας μου πνοῆς, ὡς φιλεύσπλαγχνος Πατέρας μου. Ἀμήν».
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΟΝ ΗΓΕΜΟΝΑ ΣΤΗΝ ΗΡΑΚΛΕΙΑ
Μετὰ τὴν προσευχή, ὃ ἡγεμόνας, ἀφοῦ παρέλαβε καὶ τὴ θεία Γλυκερία, ἀνεχώρησε μὲ τὴ συνοδεία του-γιὰ τὴν Ἡράκλειά της Θράκης. Ὃ Σαβινος, μόλις ἔφθασε στὴν πόλη τῆς Ἡράκλειας, ἔσπευσε, ἀμέσως, στὸ ναὸ τοῦ Δία νὰ προσφέρει θυσία. Πρέπει νὰ σημειώσουμε, ὅτι στὴν εἴσοδο τῆς Πόλεως, τὴν ἄθληφορο Γλυκερία ὑποδέχθηκαν οἳ Χριστιανοὶ τῆς Ἡράκλειας, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν Ἐπίσκοπο Δομίτιο. Ὅλοι τους ἔχαρηκαν, διότι ἔβλεπαν τὴν πιστὴ καὶ θαρραλέα Γλυκερία ἀπὸ κοντά, τῆς ὁποίας τὰ θαύματα εἶχαν ἐν τῷ μεταξὺ πληροφορηθεῖ. Ὃ Ἐπίσκοπος βλέποντας, τὴν Ἁγία ἀπτόητη νὰ ἀνεβαίνει τὸ γολγοθά της, συγκινημένος, προσευχήθηκε πρὸς τὸν Θεάνθρωπο: «Κύριε Ἴησου Χριστέ, ὃ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, τὸ φῶς τοῦ κόσμου, ὃ ὁδηγὸς τῶν πεπλανημένων, ὃ συνοδεύσας τὸν Μωϋσῆ καὶ τὸν Φαραὼ καταποντίσας, Σὲ παρακαλῶ, δέξου τὴ θερμὴ δέησή μου, ἀλλὰ καὶ τὶς προσευχὲς ὅλων τῶν Χριστιανῶν τῆς Ἡράκλειας καὶ ἐνίσχυσε τὴ δούλη Σου Γλυκερία εἰς τὴν ὁμολογία της, γιὰ τὴν ἀγάπη Σου καὶ τὴ Θεότητά Σου».
Ἢ Ἁγία, μὲ τὶς εὐχὲς καὶ τὶς προσευχὲς ὅλων τῶν Χριστιανῶν, εἰσέρχεται στὴν πόλη, γιὰ νὰ συνεχίσει τὸν ἀγώνα τῆς ἐναντίον τοῦ σκληροῦ εἰδωλολατρικοῦ ἡγεμόνα.
Ὃ Σαβίνος, μὴ χάνοντας τὴν ὑπομονή του, δίνει διαταγὴ νὰ φέρουν τὴν Ἁγία ἐνώπιόν του. Εἶχε πάρει πλέον ἀπόφαση, σὲ περίπτωση, ποῦ θὰ ἤρνειτο νὰ θυσιάσει στὸ Δία, νὰ δώσει ἐντολὴ νὰ τὴν κάψουν ζωντανή.Σὲ ἐρώτησή του, ἂν ἄλλαξε γνώμη, ἢ Ἁγία του ἀπάντησε: «Στὸ Νόμο εἶναι γραμμένο, μὴ βάλεις σὲ δοκιμασία Κύριον τὸν Θεόν σου καὶ ἂς εἶναι γιὰ σένα, τὸ ναί, ναὶ καὶ τὸ ὄχι, ὄχι διότι, ὅπως σου εἶπα, πιστεύω ἀκράδαντα στὸν ἀληθινὸ Θεό, τὸν Ὅποιο καὶ ἀκολουθῶ. Ἔχω δὲ ἀπαρνηθεῖ καὶ ἀποκηρύξει τὸν διάβολο, τὸν ὁποῖο ἐσὺ τιμᾶς καὶ λατρεύεις. Πῶς, λοιπόν, ἐνῶ ἀκολουθῶ πιστὰ τὸ Χριστό μου, μοῦ ζητᾶς νὰ τὸν ἀπαρνηθῶ; Αὐτό, δὲ θὰ γίνει ποτέ! Γιατί, ἂν γίνει, θὰ κληρονομήσω, ἀντὶ τῆς αἰωνίου ζωῆς, τὸ θάνατο, τὴν αἰώνια κόλαση! Ὅ,τι νομίζεις κᾶνε. Ἐγώ, ἤδη, ἀποφάσισα νὰ καταφρονήσω τὰ πρόσκαιρα, γιὰ νὰ κληρονομήσω τὰ ἐπουράνια».
ΡΙΠΤΕΤΑΙ ΣΕ ΑΝΑΜΕΝΟ ΚΑΜΙΝΙ
Ὁ ἡγεμόνας ὀργισμένος, γιὰ τὸ θάρρος της καὶ τὴν ἐπιμονή της, προστάζει νὰ ρίξουν τὴν Ἁγία μέσα σὲ ἀναμμένο καμίνι, ποῦ εἶχαν ἑτοιμάσει γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό. Ἢ Ἁγία, κάμνει ἀμέσως τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ ἀρχίζει νὰ προσεύχεται: «Κύριε παντοκράτορ, ἀνυμνῶ Σὲ καὶ δοξάζω τὸ Πανάγιο Ὄνομά Σου, διότι, αὐτὴ τὴν ὥρα, ἔδωκες σὲ μένα τὴ δούλη Σου θάρρος, εἰρήνη καὶ ἄφατη ἀγαλλίαση, γράφοντας τὴν ὁμολογία τῆς πίστεώς μου ἐνώπιον ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων.
Ἐκπλήρωσε τὴν ἐπιθυμία μου καὶ δεῖξε στὸν ἀμετανόητο ἡγεμόνα, ὅτι Σύ, εἶσαι ὃ βοηθός μου καὶ ὃ Σωτήρας μου καὶ ὑπερασπιστὴς τῆς ζωῆς μου».
Καὶ παρευθύς, σπρώχνεται στὸ πυρακτωμένο καμίνι. Καί, ὢ τοῦ θαύματος! Ἐνῶ περίμεναν ὅλοι οἳ παρευρισκόμενοι, νὰ τὴν τυλίξουν οἳ φλόγες καὶ νὰ κατακαεῖ, παραδόξως, δὲ κάηκε, γιατί ἔσβησε πάραυτα ἢ φωτιά. Δροσιὰ ἔπεσε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ κατάσβεσε τὶς φοβερὲς καὶ πανύψηλες φλόγες. Ὁ ἲ αὐτόπτες μάρτυρες τὰ ἔχασαν, ὅταν εἶδαν τὸ θαῦμα, ἐνῶ ἢ πιστὴ Χριστιανὴ Γλυκερία, στεκόταν, «ὡς ἄμωμος ἀμνὸς ἐν τὴ καμίνο ἄδουσα καὶ ψάλλουσα τὴν ὠδή». «Ἅγιος καὶ Πανάγιος εἶσαι Θεέ μου, Σύ, ποῦ μὲ τὴ δύναμη τῆς Θεότητάς Σου, κατέπεμψες ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς βοήθεια, σὲ μένα τὴν ταπεινὴ δούλη Σου Γλυκερία, γιὰ νὰ γνωρίσουν ὅλοι, ὅτι σὲ Σένα τὰ πάντα ὑποτάσσονται καὶ στὸ δικό Σου θέλημα ὑπάκουσαν καὶ οἳ φλόγες τῆς καμίνου καὶ κατασβέσθηκαν, χωρὶς νὰ μὲ ἔγγισουν».
Τελειώνοντας, μὲ τὴ δοξαστικὴ καὶ εὐχαριστήρια αὐτὴ ὕμνηση, πρὸς τὸ Θεό της, βγαίνει ἢ μάρτυς ἀπὸ τὸ καμίνι, σώα καὶ ἀβλαβής.
‘Ὁ ἡγεμόνας, καταπικραμένος, μὴ μπορώντας νὰ αἰσθανθεῖ τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν παντοδυναμία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὃ Ὅποιος ἔδωκε τόσο θάρρος καὶ δύναμη στὴ Χριστιανὴ Γλυκερία καὶ τὴν ἔσωσε ἀπὸ τὸ φοβερὸ «πῦρ» τῆς καμίνου, μὲ ἀπορία τῆς λέγει: «Πές μου, ἀπὸ ποιὸν παίρνεις θάρρος καὶ δὲ θυσιάζεις; Σταμάτα, καὶ μὴν προσπαθεῖς μὲ διάφορα τεχνάσματα νὰ ἐξαπατᾶς τοὺς πάντες».
«Θάρρος, δύναμη καὶ ἐλπίδα, τοῦ ἁπαντά, παίρνω μόνον ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ Θεό, τὸν Ὑ ἴο καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸν Κύριο ἦμον Ἴησο·» Χριστό, τὸν Λυτρωτὴ τοῦ κόσμου. Σὲ πληροφορῶ, ὅτι δὲ χρησιμοποιῶ τεχνάσματα, ἀλλὰ μὲ ἔργα ἀγαθὰ καὶ λόγια ἀληθείας, βεβαιώνω ἐκείνους, ποῦ θέλουν νὰ πιστεύσουν στὸν ἀληθινὸ θεό».
ΤΗΣ ΓΔΕΡΝΟΥΝ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ
Ὁ Σαβινος, ταπεινωμένος γι’ ἄλλη μία φορὰ καὶ .ἀπογοητευμένος γιὰ τὴν ἀποτυχία τοῦ ἐγχειρήματός του, προκειμένου νὰ κάνει τὴν Ἁγία νὰ θυσιάσει στὸν ἀγαπημένο τοῦ Δία, δίνει ἐντολὴ νὰ ἔκδαρουν τὸ κεφάλι μέχρι τὸ μέτωπό της. Χωρὶς χρονοτριβῆ, τὴν ἔδεσαν ἀπὸ τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια καὶ ἐντὸς ὀλίγου, οἳ ἐκτελοῦντες καθήκοντα δημίων, ἔκδαραν τὸ κεφάλι τῆς μέχρι τὸ μέτωπο, ὅπως ἀκριβῶς προστάχθηκαν.
Παρὰ τοὺς φοβεροὺς πόνους, ἢ πιστὴ Γλυκερία, δὲν χάνει τὸ θάρρος της. Πιστεύει ἀκράδαντα, ὅτι ὃ Κύριος της δὲν θὰ τὴν ἐγκαταλείψει. Ἔτσι, μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς της δὲν παύει νὰ προσεύχεται: «Κύριε, ὃ Θεός μου, Σύ, ποῦ εἶσαι τὸ φῶς τὸ ἀληθινό, ὃ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, δεῖξε καὶ στὸ μιαρὸ ἡγεμόνα Σαβινο, μὲ τὸν τρόπο ποῦ ξέρεις, πὼς κάθε ἄνθρωπος ποῦ στηρίζει τὴν ἐλπίδα του σὲ Σένα, ἀγωνίζεται, μὲ τὴ Χάρη Σου, νὰ λάβει μὲ μεγαλύτερα βασανιστήρια τὸ στεφάνι τῆς ὁμολογίας, τὸ ὅποιο Σὺ θὰ τοῦ προσφέρεις. Σ ‘ εὐχαριστῶ Κύριε, διότι, μέσω τοῦ μαρτυρίου μου αὐτοῦ, μοῦ ἀποκάλυψες, ὅ,τι εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ τὴ σωτηρία μου. Φώτισε μέ, λοιπόν, γιὰ νὰ κατανοήσω, τὰ θαυμάσια, ποῦ εἶναι γραμμένα στὸ θεῖο καὶ αἰώνιο Νόμο Σου».
Ὃ ἡγεμόνας, ντροπιασμένος, ἀπὸ τὴν ὅλη θαρραλέα στάση τῆς Ἁγίας ἀπέναντί του, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ θαύματα ποῦ εἶχαν λάβει χώρα, ἔδωκε ἐντολὴ νὰ τὴν ξανακλείσουν στὴ φυλακὴ μέχρι τὴν ἑπομένη τὸ πρωί, ἀφοῦ προηγουμένως τὴν δέσουν χειροπόδαρα καὶ τοποθετήσουν στὸ δάπεδο αἰχμηρὲς πέτρες, ὥστε σὲ κάθε κίνησή της, νὰ ὑφίσταται ὀδυνηροὺς πόνους. Πράγματι, οἳ ὑπηρέτες, ἐκτέλεσαν κατὰ γράμμα εἰς βάρος τῆς Μάρτυρος, ὅ,τι διέταξε ὃ χαιρέκακος Σαβινος.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΥΡΙΟΥ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΥΕΙ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ
Περὶ τὰ μεσάνυχτα, ἦρθε ἄγγελος Κυρίου, ἔλυσε τὴν Ἁγία ἀπὸ τὰ δεσμά της καὶ ἀποκατέστησε θαυματουργικά, τὴ μεγάλη βλάβη τῆς ἐκδορᾶς τοῦ δέρματος τῆς κεφαλῆς καὶ ἀπόδωσε τὴν ὡραιότητα τοῦ προσώπου τῆς Ἁγίας, ὥστε νὰ λάμπει καὶ πάλι ἢ ὀμορφιὰ καὶ ἢ χάρη.Τὴν ἑπομένη τὸ πρωί, ἐπῆγε ὃ ἡγεμόνας στὴ φυλακὴ καὶ διέταξε τὸ δεσμοφύλακα νὰ ὁδηγήσει ἐνώπιόν του τὴ φυλακισμένη Γλυκερία.
Μόλις ἄνοιξε τὴ φυλακή, ὃ δεσμοφύλακας, τὰ ἔχασε. Ἢ φυλακισμένη ἦταν λυμένη ἀπὸ τὰ δεσμά της καὶ τὸ κεφάλι της δὲν ἔφερε ἴχνη ἐκδορᾶς, οὔτε τὸ πρόσωπο τῆς εἶχε τραύματα. Μὴ μπορώντας νὰ τὴν ἀναγνωρίσει, ὅπως ἦταν θεραπευμένη καὶ ἀναλογιζόμενος τὶς εὐθύνες του, σκέφθηκε νὰ θέσει τέρμα στὴ ζωή του, Ἢ Μάρτυς, ἀντιληφθεῖσα τὶς προθέσεις του, τὸν καθησύχασε καὶ τὸν ἐβεβαίωσε ὅτι εἶναι ἢ ἴδια ἢ Χριστιανὴ Γλυκερία, ποῦ ζητοῦσε, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ κάνει κακὸ στὸν ἑαυτό του. Ἀκολούθως, τοῦ ἐξήγησε, ὅτι Ἄγγελος Κυρίου τὴν νύχτα, τὴν ἔλυσε ἀπὸ τὰ δεσμὰ καὶ ἐθεράπευσε τὰ τραύματά της.
Ὃ δεσμοφύλακας, τρομοκρατημένος τῆς λέγει: «Τὸν εἶδα καὶ ἐγὼ τὸν Ἄγγελο ποῦ ἦρθε στὸ κελλί σου καὶ συγκλονίσθηκα. Πίστεψε μέ, τὰ εἶδα ὅλα, ἀλλά μου φαίνονταν ἀπίστευα! Βοήθησε μέ, Γλυκερία, νὰ μὴν πεθάνω, προτοῦ νὰ ἀξιωθῶ νὰ πιστέψω στὸ Θεό, ποῦ σὲ βοήθησε».
«Θεός μου», τοῦ ἅπαντα, «εἶναι ὃ Χριστός. Εἶναι ὃ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὃ Ὅποιος, Θεὸς ὄντας, ἐφόρεσε καὶ ἀνθρώπινη σάρκα γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἀγάπη Του, ἦταν τόσο μεγάλη γιά μας, ποῦ ἔθυσιασε τὴ ζωή Του. Γιὰ τοῦτο, λοιπόν, ἀφοῦ ἐκήρυξε τὸ Εὐαγγέλιό Του στὴ γῆ, τὴν Ἀλήθεια καὶ ἔκανε ἄπειρα θαύματα, τὸν σταύρωσαν ἄδικα καὶ τὴν τρίτη ἥμερα ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν. Θέλεις, νὰ ἀκολουθήσεις τὸ Χριστό, ποῦ χαρίζει τὴ σωτηρία στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν δούλων Του;»
Ο ΔΕΣΜΟΦΥΛΑΚΑΣ ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΦΑΛΙΖΕΤΑΙ
Βεβαίως. Πιστεύω στὸ Θεό, ποῦ μου λές, στὸ Χριστό! Χρειάζεται νὰ τὸ σκεφθῶ ἀκόμα, ὕστερα ἀπὸ τόσα θαυμαστὰ γεγονότα, ποῦ ἀξιώθηκα νὰ δῶ ἐγὼ ὃ ἴδιος καὶ μετὰ ἂπ’ αὐτὰ ποῦ μου ἐξήγησες;»
«Εὔχομαι ὃ Θεὸς νὰ σὲ ἐλεήσει, ἀδελφέ! Γιὰ νὰ μὴν καθυστεροῦμε ἄλλο, πρέπει νὰ σοὺ πῶ ὅτι, ὅποιος πεθάνει γιὰ τὸ Χριστό, θὰ κερδίσει τὴν αἰώνιο Βασιλεία Του. Ἔχε ἀκράδαντη πίστη στὸ Σωτήρα Χριστό».
Μόλις ἔτελειωσε τὰ λόγια αὐτά, ἢ Ἁγία, βγῆκε ἀπὸ τὴ φυλακή, λυμένη ὅπως ἦταν ἀπὸ τὰ δεσμά της, γιὰ νὰ παρουσιασθεῖ στὸν ἡγεμόνα. Ὃ δεσμοφύλακας, φορώντας στὰ χέρια τοῦ τὰ δεσμὰ τῆς Μάρτυρος, ἀκολούθησε αὐτήν.
Ὃ Σαβίνος, βλέποντας τὴν, χωρὶς δεσμά, ἀπευθύνεται ἔξαλλος πρὸς τὸ δεσμοφύλακα καὶ τοῦ λέγει: «Πῶς τὰ ἔκανες ἔτσι, Λαοδίκιε; Γιατί τὴν ὁδηγεῖς ἐνώπιόν μου, δίχως δεσμά;»
«Ὑψηλότατε, τοῦ ἁπαντά, αὐτὴ ποῦ βρίσκεται μπροστά σου, ἢ Χριστιανὴ Γλυκερία, τὴ νύχτα ποῦ πέρασε, ἐνῶ ἦταν καλὰ δεσμευμένη στὴ φυλακή, λύθηκε καὶ θεραπεύθηκε ἀπὸ Ἄγγελο καὶ τὸ πρόσωπο τῆς ἔγινε φωτεινό. Ἐγώ, βλέποντας αὐτὰ τὰ θαυμάσια του Θεοῦ, σοὺ δηλώνω, ὅτι ἐπίστευσα καὶ πιστεύω στὸ Θεὸ τῆς Γλυκερίας, στὸ Χριστό, ποῦ εἶναι ὃ ἀληθινὸς Θεός. Ἐπειδὴ δέ, ἐπιθυμῶ, νὰ γίνω καὶ ἐγὼ συμμέτοχος τοῦ θανάτου της, ἐφόρεσα πρὸ ὀλίγου, ἀντὶ γι’ αὐτή, τὰ δεσμὰ τῆς κρατούμενης». Ὃ ἡγεμόνας, ὄργισθεις ἀπὸ τὴν ἀπάντηση τοῦ Λαοδικίου, ἔδωκε διαταγὴ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν. Εἰρωνευόμενος δέ, τὴν ἀπόφαση τοῦ αὐτή, νὰ μαρτυρήσει, ἐπρόσθεσε: «Θὰ ἴδουμε, ἐὰν θὰ τὸν βοηθήσει ὃ Χριστός!»
Ὃ Μάρτυρας, πρὶν νὰ ἀποκεφαλισθεῖ, ὑψώνει τὰ χέρια του πρὸς τὸν Οὐρανὸ καὶ λέγει: «Χριστέ μου, ὃ Θεὸς τῶν Χριστιανῶν, Σὲ παρακαλῶ, συγχώρησε μὲ καὶ συγκαταρίθμησε μὲ μαζὶ μὲ τὴ δούλη Σου Γλυκερία».
Ἢ Ἁγία, γιὰ νὰ τονώσει τὸ Λαοδίκιο στὸ μαρτύριό του, προσευχομένη δυνατά, εἶπεν: « Ὃ Πατὴρ τοῦ Κυρίου Ἠμῶν Ἰησοῦ Χρίστου, ὃ λύσας τὰς ὄδυνάς του θανάτου καὶ ἔλευθερωσας τὸν αἰχμαλωτισθέντα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἄνθρωπο, συγχώρησον τὸν δοῦλον Σου Λαοδίκιον καὶ ἐνδυνάμωσαν αὐτὸν εἰς τὴν ὁμολογίαν τοῦ Χριστοῦ Σου καὶ παράλαβε εἰρηνικὰ τὸ πνεῦμα αὐτοῦ».
Χωρὶς χρονοτριβῆ, καὶ ἐνῶ ἀκούγεται ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Μάρτυρα, τὸ Ἀμήν, πέφτει ὃ πέλεκυς τοῦ δημίου, μὲ δύναμη, στὸν αὐχένα αὐτοῦ καὶ ἀποκόπτει τὴν τιμία κεφαλή του.Οἳ Χριστιανοί, χαρούμενοι γιὰ τὸ θάρρος καὶ τὴν ὁμολογία τοῦ Μάρτυρα, παίρνουν τὸ σῶμα του μὲ πολὺ σεβασμὸ καὶ συγκίνηση καὶ τὸ ἐνταφιάζουν χριστιανικά.Τὸ μαρτύριο, ὡς μυστήριο, ἐπέχει θέση δευτέρου βαπτίσματος στὴν Ἐκκλησία. Ἢ σωτηρία παρέχεται μὲ τὴν πίστη καὶ τὸ βάπτισμα. « Ὃ πιστεύσας καὶ βαπτισθεῖς σωθήσεται» (Μάρκου, ἰστ’ 16). Μόνον ὃ Μάρτυρας, καίτοι ἀβάπτιστος εἰ-σέρχεται ἔνδοξος στὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, διότι τὸ βάπτισμα τοῦ τελεσιουργεῖται ὡς μυστήριο, μὲ τὴν ἔκχυση τοῦ αἵματος ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος τοῦ Χρίστου. Ὃ Μάρτυρας βαπτίζεται στὸ αἷμα του. Τὸ μαρτύριο, ὡς καθάρσιο ἁμαρτίας ἐξαλείφει κάθε κηλίδα ἀπὸ τὸν χιτώνα τῆς ψυχῆς.Αὐτὸς εἶναι ὃ λόγος, γιὰ τὸν ὁποῖο ὃ Μαρτυρᾶς Λαοδίκιος, καίτοι ἀβάπτιστος, ἐνταφιάσθηκε σὰ νὰ ἦταν Χριστιανός.
ΤΗ ΡΙΧΝΟΥΝ ΣΤΑ ΘΗΡΙΑ
Μετὰ τὸν ἀποκεφαλισμὸ τοῦ δεσμοφύλακα Λαοδικίου, ὃ ἡγεμόνας, δὲν χάνει τὴν ὑπομονή του καὶ ἀπευθύνεται καὶ πάλι πρὸς τὴν Ἁγία: «Γνωρίζεις, Γλυκερία, ὅτι ὃ πατέρας σου ἐξελέγη τρεῖς φορὲς ὕπατος Ρώμης; Ἐπιτρέπεται σὲ σένα, νὰ μὴν πιστεύεις στοὺς θεοὺς τῶν προγόνων σου; Πές μου, λοιπόν, ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποῦ σὲ βοήθει καὶ σὲ ἔσωσε, ἀπὸ τόσες δοκιμασίες καὶ πολλὰ μαρτύρια;»
« Ὑψηλότατε, ὅπως τόσες φορές σου εἶπα, Θεός μου, εἶναι ὃ Χριστός, ὃ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Αὐτός, μοῦ ἀπέστειλε τροφή, μὲ Ἄγγελόν Του, στὴ φυλακή. Αὐτός, κατάσβεσε τὶς πύρινες γλῶσσες τῆς καμίνου, πρὶν μὲ ἔγγισουν. Αὐτός, ἀπέστειλε Ἄγελόν Του καὶ μὲ ἔλυσε ἀπὸ τὰ δεσμὰ καὶ ἐθεράπευσε τὴν ἔκδαρεισα κεφαλή μου, ἀλλὰ καὶ τὸ πρόσωπό μου ἀπὸ τὰ τραύματα, ποῦ διέταξες καὶ μοῦ ἔκαναν οἳ δήμιοί σου. Σέβομαι καὶ τιμῶ τὸν πατέρα μου, ἀλλὰ ἢ καρδιά μου καὶ ἢ ζωή μου ἀνήκουν στὸ Νυμφίο μου Χριστό! Εἰλικρινά, ἀπορῶ γιὰ τὴν ὑπομονή σου! Λυποῦμαι, γιατί, ἐνῶ τόσα θαυμαστὰ εἶδες, τὰ μάτια τῆς ψυχῆς σου παραμένουν κλειστά».
Ἀκούοντας τὰ λόγια αὐτά, ὃ ἡγεμόνας, διατάζει νὰ τὴ ρίξουν στὰ θηρία.
Ἢ Ἁγία, δέχθηκε μὲ χαρὰ τὴν ἀπόφασή του, διότι ἔτσι, θὰ ἀξιωνόταν, νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὴν πίστη της καὶ τὴν ἀγάπη της στὸ Χριστό. Μόλις ἔκαθησε ὃ ἡγεμόνας στὸ θρόνο του, μπῆκε στὸ Στάδιο καὶ ἢ Ἁγία. Θαρραλέα καὶ χαρούμενη στάθηκε στὸ μέσον του Σταδίου, περιμένοντας, μετὰ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή της, βοήθεια ἀπὸ τὸν Κύριό της. Καὶ πράγματι, δὲν ἄργησε ἢ Θεία βοήθεια.
ΛΕΑΙΝΑ ΤΗΣ ΓΛΕΙΦΕΙ ΤΑ ΠΕΛΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΔΙΩΝ ΤΗΣ
Ὁ θηριοδαμαστής, ἀνασηκώνει τὴν πόρτα τοῦ θηριοτροφείου καὶ ἐξέρχεται μία λέαινα μεγαλόσωμη, ἢ ὁποία, τρέχοντας καὶ βρυχωμένη, κατευθύνεται πρὸς τὴ Γλυκερία. Ὢ τοῦ θαύματος! Ἐνῶ ὅλοι περίμεναν, τὸ λιοντάρι, νὰ τὴν κατασπαράξει, αὐτό, ὅταν ἔφθασε κοντὰ στὴν Ἁγία, ἄρχισε νὰ κυλίεται στὰ πόδια της καὶ νὰ τῆς γλείφει τὰ πέλματα τῶν γυμνῶν ποδιῶν της. Τότε, ἢ πιστὴ Γλυκερία, καὶ ἐνῶ τὸ κατάπληκτο πλῆθος παρακολουθοῦσε τὸ παράδοξο αὐτὸ θέαμα, ὕψωσε τὰ μάτια της καὶ τὰ χέρια της πρὸς τὸν Οὐρανὸ καὶ εἶπε εἰς ἐπήκοον ὅλων: «Σ’ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, Θεὲ τῶν Πατέρων, διότι καὶ τὰ ἄγρια ζῶα ἐξημέρωσες γιὰ νὰ γνωρίσουμε τὸ μεγαλεῖο της Θεότητάς Σου καὶ παρουσίασες σὲ μένα, τὶς τόσες δυσκολίες, εὐκολίες. Δοξασμένο νὰ εἶναι τὸ Πανάγιο Ὄνομά Σου. Σὲ παρακαλῶ, εἰσάκουσε μέ, καὶ ἐπίτρεψε νὰ ἔχω τὸ μαρτυρικὸ τέλος, ποῦ ἐπιθυμεῖ ὃ σκληρόκαρδος ἡγεμόνας. Ἐνδυνάμωσε μέ, Κύριε, καὶ ἀξίωσε μὲ τοῦ μαρτυρικοῦ στεφάνου, γιὰ νὰ συναγάλλομαι μετὰ τῶν Μαρτύρων καὶ Ἁγίων της Ἐκκλησίας Σου. Ἀμήν».
Καί, ὢ τοῦ θαύματος! Μόλις ἔτελειωσε ἢ θερμὴ αὐτὴ προσευχὴ τῆς Ἁγίας, φωνὴ ἀκούσθηκε ἀπὸ τὸν Οὐρανό, ὃ ὁποία ἔλεγε: «Ὢ πιστή μου, δούλη Γλυκερία! Ὄντως, γιὰ σένα ἄνοιξαν οἳ πύλες τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν».
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ
Ὁ Σαβινος, παραμένει ἄφωνος, ἄσυγκιντος καὶ ἀνέκφραστος μπροστὰ στὰ ὅσα συμβαίνουν ἐνώπιόν του, στὸ Στάδιο, ἀλλὰ καὶ στὸν Οὐρανό. Αὐτόπτης καὶ αὔτηκο-ὃς μάρτυρας καὶ ὃ λαὸς τῆς Ἡράκλειας, τηρεῖ τὴν ἴδια στάση μὲ τὸν ἡγεμόνα του.
Ὃ θηριοδαμαστής, σὰν νὰ μὴ συμβαίνει τίποτα τὸ ἰδιαίτερο, συνεχίζει τὸ ἔργο του· ἀνασηκώνει τὴν πόρτα τοῦ θηριοτροφείου καὶ βγαίνει ἄλλη μία λέαινα. Αὐτὴ ὁρμᾶ ἐπάνω στὴν Ἁγία καὶ τὴ δαγκώνει, χωρὶς νὰ τῆς προξενήσει τὴν ἐλάχιστη πληγή. Ἢ Μάρτυς πέφτει νεκρή. Ἔτσι, μετὰ τὸ δάγκωμα, παραδίδει τὸ πνεῦμα της στὸ Νυμφίοτης Χριστό, τὸν Ὅποιον τόσον ἀγάπησε, ἀλλὰ καὶ εὐθαρσὼς ὁμολόγησε ἐνώπιόν του σκληρόκαρδου ἡγεμόνα Σαβίνου καὶ πλήθους εἰδωλολατρῶν; χωρίς, μέχρι τὴν τελευταία της πνοή, νὰ καμφθεῖ, ἀπὸ τὰ βασανιστήρια ποῦ ἔπαθε.
Μετὰ τὸ θάνατο τῆς Ἁγίας, ὃ θηριοτρόφος, ἔκλεισε τὶς δύο λέαινες στὸ κλουβί. Τὸ παράδοξο εἶναι, ὅτι καὶ οἳ δύο συμμαζεύθηκαν σὲ μία γωνία αὐτοῦ καὶ παρέμειναν κατηφεῖς, σὰν νὰ ἀντιλήφθηκαν τὸ κακὸ ποῦ συνέβηκε στὴν Ἁγία.
Ὃ Σαβινος, προφανῶς, ἱκανοποιημένος ἀπὸ τὸ τέλος τῆς Χριστιανῆς Γλυκερίας, ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Στάδιο τὴν ἴδια ὥρα, προτοῦ προφθάσει νὰ χαρεῖ ἰδιαίτερα, γιὰ τὸ θάνατό της. Κι αὐτό, γιατί, καθ’ ὅδον, ἀρρώστησε αἰφνιδίως ἀπὸ ὑδρωπικία (δήλ. ἐγέμισε ἢ κοιλία τοῦ ὀρῶδες ὑγρὸ) καὶ ἀπέθανε παραδειγματικά, ἐν μέσω φοβερῶν πόνων, χωρὶς νὰ μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸν βοηθήσει.Μετὰ τὸ μαρτυρικὸ τέλος τῆς Ἁγίας καὶ τὴν ἀναχώρηση τῶν εἰδωλολατρῶν κατοίκων τῆς Ἡράκλειας ἀπὸ τὸ Στάδιο, ὃ Ἐπίσκοπος Δομίτιος, μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανούς, ποῦ παρακολουθοῦσαν προσευχόμενοι τὴν τελευταία μαρτυρική της δοκιμασία, παρέλαβαν τὸ σεπτὸ σκῆνος αὐτῆς καὶ τὸ ἐνταφίασαν σὲ τόπο ἀπέριττο, πλησίον της πόλεως Ἡράκλειας.
Ἢ Ἁγία, μετὰ τὸ μαρτύριό της, λόγω τῶν πολλῶν θαυμάτων ποῦ ἔκανε, ἀνακηρύχθηκε προστάτιδα καὶ πολιοῦχος τῆς πόλεως Ἡράκλειας. Μάλιστα, πρὸς τιμὴ τῆς ἀνήγειραν καὶ μεγαλοπρεπῆ ναό. Ἐπίσης, ἢ Μάρτυς, ξεχωριστά, τιμήθηκε καὶ ἀπόρους κατοίκους τῆς νήσου Λήμνου, διότι ἐπὶ εἰκονομαχιῶν εἶχε μεταφερθεῖ προσωρινὰ ἐκεῖ, τὸ ἵερο λείψανό της, πλὴν τῆς τίμιας κάρας της. Ἀσματικὴ Ἀκολουθία τῆς Ἁγίας συνέθεσε ὃ ἱερὸς Θεοφάνης, ἢ ὁποία εὑρίσκεται καταχωρισμένη στοὺς Παρισινοὺς καὶ Λαυρεωτικοὺς Κώδικες.Ἀκολουθία ἐπίσης, ὡς καὶ Παρακλητικὸ Κανόνα συνέταξε καὶ ὃ Ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μᾶς Μοναχὸς π. Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης. Ἢ Μάρτυς, τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας τὴ 13η Μαΐου, μαζὶ μὲ τὸν Μάρτυρα· Λαοδίκιο. Ἢ Ἁγία Γλυκερία, στὴν Ὑμνολογία, μνημονεύεται ὡς «Παρθενομάρτυς» καὶ «νεάνις».
Ὃ μαρτυρικὸς θάνατος τῆς καλλιπαρθένου Γλυκερίας διδάσκει πολλὰ στοὺς Χριστιανοὺς καὶ γενικώτερα, στοὺς θρησκευόμενους. Εἶναι, ἴσως, τὸ καλύτερο καὶ ἰδανικώτερο πρότυπο γι’ αὐτούς. Πιστὴ Χριστιανὴ θυσιάζει τὴν κοσμικότητα καὶ τὴ σκοπιμότητα γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὴ δόξα Του. Σταθερὴ στὶς πεποιθήσεις της· καθορίζει τὴ συνισταμένη τῆς ζωῆς τῆς κοντὰ στὸ Χριστό. Σὰν ἀναγκασθεῖ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Κύριο, ν’ ἀποθάνει. Παράδειγμα προσευχῆς προσεύχεται, ὅταν ἔχει ἀνάγκη λυτρωμοῦ καὶ συμπαράστασης, ἀλλὰ καὶ ὅταν θέλει νὰ εὐχαριστήσει τὸν Κύριο. Πρότυπο ὑπομονῆς, στὶς δύσκολες στιγμὲς δὲ λιποψύχει, δὲν ἀπογοητεύεται. Κοντὰ στὸ Χριστό, ἔχει χριστιανικὴ ἀνδρεία καὶ ἀπίστευτο θάρρος. Ὁπωσδήποτε, ὃ θάνατος καὶ τὸ μαρτύριο τῆς Ἁγίας Γλυκερίας τονώνει τὴν πίστη μας καὶ διώχνει τὶς ἀπογοητεύσεις καὶ παραμερίζει τοὺς ἐγωισμούς μας.
ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ
α. Μυροβόλησε ὃ τάφος της
Ὅπως ἀναφέρει ὃ ἱερὸς Δοσίθεος, στὴ Δωδεκάβιβλό του, στὴν Ἡράκλεια, ὑπῆρχε χάλκινη λεκάνη, ἢ ὁποία δεχόταν τὰ θεορρυτα μύρα, ποῦ ἀνάβλυζαν ἀπὸ τὸν τάφο τῆς Ἁγίας Γλυκερίας.Μὲ τὰ οὐράνια αὐτὰ μύρα, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ καὶ ὃ Θεοφύλακτος ὃ Σιμοκάττης, γίνονταν καθημερινῶς, πολλὰ θαύματα. Ὅλως παραδόξως, τὰ θαύματα ἔσταματησαν, ὅταν ὃ Μητροπολίτης τῆς Ἡράκλειας, ἀντικατέστησε τὴ χάλκινη λεκάνη μὲ χρυσή, ποῦ ἔφερε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Μὲ δάκρυα καὶ μὲ προσευχές, τοῦ ἀποκαλύφθηκε «ἄνωθεν», ὅτι ἢ χρυσὴ λεκάνη ἦταν ἀκάθαρτη.Ὃ Μητροπολίτης, χωρὶς νὰ χάσει καιρό, τὴν ἐπῆγε στὸν Πατριάρχη Ἰωάννη τὸ Νηστευτή, τὸν μετέπειτα ἅγιό της Ἐκκλησίας μας. Ἐκεῖνος, μετὰ ἀπὸ ἔρευνα, ἔμαθε ὅτι, κάποιος ἄρχοντας σοφός, ἀλλὰ μάγος, ὀνόματι Παυλινος, θυσιάζοντας στοὺς δαίμονες, ἔχυνε αἷμα στὴ λεκάνη. Τὸ γεγονὸς αὐτό, ἀναφέρθηκε στὸ βασιλιὰ Μαυρίκιο, ὃ ὁποῖος, παρὰ τὶς ἀντιρρήσεις τοῦ Πατριάρχη, διέταξε, καὶ τὸ μὲν ἄρχοντα, ἔδεσαν σ’ ἕνα στύλο, μέχρι ποῦ πέθανε, τοὺς δὲ γυιούς του, ἀποκεφάλισαν, ὡς συγκοινωνοὺς τῆς μαγείας τοῦ πατέρα τους.
Κατὰ πληροφορίαν πάλι τοῦ Θεοφύλακτου, ἢ ἀνάβλυση τῶν μύρων ἀπὸ τὸν τάφο τῆς Ἁγίας, τὴν πηγὴ αὐτὴ τοῦ χάριτος, σταμάτησε, παραδόξως, τὸ ἔτος 583 μ.Χ., πλὴν ὅμως, τὸν ἴδιο χρόνο θεία βουλὴ ἄρχισε νὰ ξαναμυροβλύζει πρὸς χαρὰν ὅλων τῶν Χριστιανῶν τῆς Θράκης.
β. Στὸ τόπο τοῦ μαρτυρίου ἀνάβλυσε πηγὴ ἁγιάσματος.
Ὅπως ἀναγράφεται καὶ σὲ ἐγκώμιο τῆς Ἁγίας, στὴν Ὑμνολογία, στὸ τόπο τοῦ μαρτυρίου της, ἀνάβλυσε θαυμασταπηγῆ ἁγιάσματος, τὸ ὁποῖο, ὅσοι ἐλάμβαναν, ἀπὸ τοὺς ἀσθενεῖς, μὲ πίστη, γίνονταν καλά.
Λόγο τῶν πολλῶν θαυμάτων, ποῦ ἔκανε ἢ Ἁγία, μὲ τὰ μύρα καὶ τὸ νερὸ τῆς ἁγιασμένης πηγῆς της, ἢ Ἡράκλεια κατὰ τοὺς Βυζαντινοὺς Χρόνους εἶχε γίνει παλλαϊκὸ προσκύνημα. Μάλιστα, καὶ ἀξιωματοῦχοι ἀνέπεμψαν τὶς προσευχὲς τοὺς πρὸ τοῦ πᾶν ἱεροῦ τάφου τῆς Ἁγίας, ὅπως π.χ. ὃ αὐτοκράτορας Μαυρίκιος, τὸ ἔτος 591 μ.Χ. (κατὰ τὸ Θεοφύλακτο) καὶ ὃ Ἡράκλειος, τὸ φθινόπωρο τοῦ ἔτους 610 μ.Χ. (κατὰ τὸν Ἰωάννη τὸν Ἀντιοχέα).
ΑΝΕΥΡΕΣΗ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ , ΣΤΟ ΓΑΛΑΤΣΙ
Σύμφωνα μὲ τὴν προφορικὴ παράδοση, ἢ ἀνεύρεση τῆς εἴκοναςτης Παρθενομάρτυρος Γλυκερίας, στὸ Γαλάτσι Ἀττικῆς καὶ ἢ ἀνέγερση ἵερου ναοῦ ἐκεῖ, πρὸς τιμὴν τῆς Ἁγίας, συνδυάσθηκε μὲ τὸν ἕξης συγκινητικὸ θρύλο. Στὰ μαῦρα χρόνια της Τουρκοκρατίας, στὸ Γαλάτσι, ζοῦσαν τρία ἀδέλφια. Ἔτυχε ὅμως, ἀπὸ πολὺ μικρὰ νὰ ξενιτευθοῦν καὶ τὰ τρία καὶ νὰ ἐπιστρέψουν ἔπειτα, ἀπὸ πάρα πολλὰ χρόνια. Δυστυχῶς, τὰ δύο, παρασύρθηκαν καὶ ἀλλαξοπίστησαν. Ὃ ἕνας «φράγκεψε»· ἔγινε καθολικὸς στὴ Βενετία καὶ ὃ ἄλλος «τούρκεψε»· ἔγινε μωαμεθανός. Μόνον ὃ τρίτος, ὃ μικρότερος, ἔμεινε πιστὸς στὴ θρησκεία τοῦ πατέρα του, ἔμεινε Ὀρθόδοξος Χριστιανός.Παραδόξως, μία ἡμέρα, συναντήθηκαν, χωρὶς νὰ ἀλληλογνωρισθοῦν στὸν τάφο τοῦ πατέρα τους, ποῦ πῆγαν νὰ προσκυνήσουν. “Ὅταν εἶδε ὃ ἕνας τὸν ἄλλον, τράβηξαν ἀμέσως, τὰ σπαθιά. Ὃ τάφος εἶναι τοῦ πατέρα μου. Τραβήξου πέρα, μεμέτη, καὶ σὺ σκυλοφράγκε, φώναξε ἀγριεμένος ὃ Χριστιανὸς στοὺς ἄλλους δύο, στὸν «Τοῦρκο» καὶ στὸ «Βενετσανο».
– Ὃ πατέρας μου, εἶναι θαμμένος ἐδῶ, γιατί ἦταν χριστιανὸς εἶπε ὃ «Τοῦρκος».
– Καὶ ὃ δικός μου πατέρας ἦταν γραικός, φώναξε μὲ τὴ σειρά του καὶ ὃ «Φράγκος».
Κοιτάχτηκαν τότε, καὶ τὰ τρία καλάκαλα στὰ μάτια. Ἐπίασαν κουβέντα. Θυμήθηκαν τὰ χαρούμενα παιδικά τους χρόνια, ποῦ ζοῦσαν ξένοιαστα στὸ Γαλάτσι, προτοῦ φύγουν γιὰ τὴ μαύρη ξενιτειά. Καὶ βάζοντας τὰ σπαθιὰ στὶς θῆκες τους, ρίχτηκαν μὲ δάκρυα στὰ μάτια, ὃ ἕνας στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ ἄλλου καὶ ἔγιναν γιὰ πολλὴ ὥρα ἕνα σῶμα, ἕνα σύπμλεγμα παράδοξο, ποῦ ἕνωσε ἢ ἀγάπη, τὸ ἀδελφικὸ αἷμα, ὃ τάφος καὶ ἢ εὐχὴ τοῦ πατέρα τους, ἢ ζωή, μὲ τ’ ἀπίστευτα καὶ ὅμως, πολλὲς φορές, ἀληθινὰ συμβάντα της. Λίγο ἀργότερα, πιὸ πέρα ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ πατέρα τῶν τριῶν ἀδελφῶν, βρέθηκε μία εἰκόνα τῆς Ἁγίας Γλυκερίας. Ἢ ἀλληλογνωριμία τῶν τριῶν ἀδελφῶν, ποῦ ἦταν ἕτοιμοι ἀλληλοσφαγουν καὶ ἢ συμφιλίωση τοὺς ἐπάνω στὸν τάφο τοῦ πατέρα τους, συνδυάσθηκε μὲ τὴν ἀνεύρεση τῆς εἰκόνας τῆς Ἁγίας καὶ ἀποδόθηκε σὲ θαυμαστὴ ἐπέμβαση αὐτῆς.Κατόπιν αὐτοῦ, οἳ ἀγαθοὶ χριστιανοὶ χωρικοί, ποῦ ζοῦσαν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη στὸ καταπράσινο Γαλάτσι, ἔκτισαν ἕνα μικρὸ πανέμορφο ἔξωκκλησι, γιὰ νὰ τιμήσουν τὴν ἁγνὴ κόρη Γλυκερία, ποῦ μαρτύρησε γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χρίστου, ποῦ εἶναι ὃ Θεὸς τῆς ἀγάπης, τῆς συγχωρήσεως καὶ τῆς εὐσπλαγχνίας. Αὐτὸ ἀναφέρει ἢ παράδοση, ὅπως τὴν ἀφηγοῦνται ἡλικιωμένοι θεοφοβούμενοι Γαλατσιῶτες.Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, τὸ Γαλάτσι, μεγάλωσε, ὅποτε ἢ πιστοὶ Γαλατσιῶτες, κατεδάφισαν τὸ ἔτος 1928 τὸ γραφικὸ ἱστορικὸ ἐκκλησάκι τῆς Ἁγίας καὶ στὴ θέση τοῦ ἀνήγειραν μεγάλο ναό, ὃ ὅποιος ἀποπερατώθηκε τὸ ἔτος 1946.Τὴν Παρθενομάρτυρα Ἁγία Γλυκερία, τὴν εὐλαβοῦνται πολὺ οἳ κάτοικοι Γαλατσίου γιὰ τὰ πολλά της θαύματα, γι’ αὐτὸ καὶ ἀπὸ πολλῶν δεκαετιῶν καθιερώθηκε ὡς Προστάτιδα καὶ Πολιοῦχος Ἁγία του Γαλατσίου Ἀθηνῶν.
Τὸ Γαλάτσι, τὸ ὡραῖο αὐτὸ προάστιο τῆς Ἀθήνας, σήμερα, στὰ τέλη τοῦ 20ου αἰώνα, πράγματι, μένει πιστὸ στὴ παράδοση. Τιμᾶ καὶ εὐλαβεῖται τὴν ἄθληφορο Μάρτυρα Γλυκερία. Θέλει δὲ καὶ ἐπιθυμεῖ, στὸν καιρὸ τῆς ἀμφιβολίας καὶ τῆς ἄρνησης, νὰ γνωρισθεῖ καὶ νὰ ἀναγνωρισθεῖ ἢ Παρθενομάρτυς Γλυκερία ἀπὸ περισσότερους Χριστιανούς, νὰ γίνει τὸ κέντρον τοῦ ἐνδιαφέροντος τῶν ἀνθρώπων καὶ οἳ παλμοὶ τῆς καρδιᾶς νὰ κτυποῦν σὲ τούτη τὴ ζωή, ἀλλὰ μὲ στόχο τὴν ἄλλη τὴν ἰδανικώτερη καὶ αἰώνια ζωή. Εἴθε, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Γλυκερίας, τῆς Μυροβλύτισσας, τῆς καλλιπαρθένου καὶ Θαυματουργοῦ, νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς ἐπουρανίου Βασιλείας. Ἀμήν.
Ἀπολυτυκιον
Ἦχος γ. Τὴν ὡραιότητα
Τὴν καλλιπάρθενον Χρίστου τιμήσωμεν, τὴν ἀριστεύσασαν. πόνοις ἀθλήσεως, καὶ ἀσθένεια τῆς σαρκός, τὸν δφὶν καταβαλοϋσαν πὸθφ γὰρ τοῦ Κτίσαντος, τῶν βασάνων τὴν ἕφοδον, ὡς οὐδὲν ἤγησατο, καὶ θεόθεν δὲ-δόξασται· πρὸς ἢν ἀναβοήσωμεν πάντες Χαίροις, θεοφρον Γλυκερία.
ΑΚΟΥΣΤΕ το απολυτίκιο Αγ Γλυκερίας
Ο ιερός υμνογράφος, στο Απολυτίκιο που συνέθεσε για την αγία Γλυκερία, λέγει μεταξύ των άλλων και τα εξής: «Την καλλιπάρθενον, Χριστού τιμήσωμεν, την αριστεύσασαν πόνοις αθλήσεως, και ασθενεία της σαρκός, τον όφιν καταβαλούσαν». Δηλαδή, η αγία Γλυκερία αρίστευσε στους πόνους της αθλήσεως και παρ’ όλο που ήταν ασθενής ως προς την σάρκα, δηλαδή δεν είχε μεγάλη σωματική δύναμη, εν τούτοις ενίκησε τον όφι, δηλαδή τον διάβολο. Πράγματι, οι πόνοι τους οποίους υπέμεινε η αγία εξ αιτίας των σκληρών και απάνθρωπων βασανιστηρίων στα οποία υπεβλήθη ήσαν πολλοί και θα ήταν αδύνατο να τους υπομείνη, παρ’ όλο το ψυχικό της σθένος, χωρίς την Χάρη του Θεού, που την δυνάμωνε και την παρηγορούσε.
Ο πόνος στην ζωή του ανθρώπου αποτελούσε πάντοτε και θα εξακολουθή να αποτελή ένα μεγάλο πρόβλημα, αφού θεωρείται σχεδόν από όλους ως ένας ανεπιθύμητος επισκέπτης, παρά το ότι προξενεί πολλά καλά όταν αντιμετωπίζεται σε κάθε περίπτωση με τον πρέποντα τρόπο. Ο πόνος είναι αποτέλεσμα της πτώσεως του ανθρώπου στην αμαρτία. Οι πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο δεν αισθάνονταν πόνο, αλλά πνευματική αγαλλίαση, που ήταν αποτέλεσμα της κοινωνίας τους με τον Άγιο Τριαδικό Θεό. Μετά την παρακοή και την έξοδό τους από τον Παράδεισο, φόρεσαν τους δερμάτινους χιτώνες, δηλαδή μπήκε στην ζωή τους η φθορά και ο θάνατος, που προξενούν πόνο και θλίψη.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν έχει πονέσει στην ζωή του. Όλοι μας γευθήκαμε και γευόμαστε τον πόνο, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, όσο επιτρέπει ο Θεός ανάλογα με την δύναμη του καθενός. Για να αντιμετωπισθή σωστά ο πόνος, εκτός από την ιατρική φροντίδα στην περίπτωση των σωματικών ασθενειών, χρειάζεται να διαθέτη κανείς πνευματικά αντισώματα και να γνωρίζη να κάνη χρήση των σωτήριων φαρμάκων, τα οποία είναι η απόλυτη εμπιστοσύνη στην πρόνοια και την αγάπη του Αγίου Τριαδικού Θεού, η υπομονή και η προσευχή, που σταλάζουν στην καρδιά ειρήνη, ελπίδα, παρηγοριά και πνευματική ανδρεία. Διαφορετικά ελλοχεύει ο κίνδυνος της απελπισίας, που οδηγεί στην κατάθλιψη και την αυτοκαταστροφή.
Ο σωματικός πόνος είναι ευεργετικός και από την άποψη ότι βοηθά στην άμεση αντιμετώπιση της ασθένειας. Στην περίπτωση που κάποια σωματική ασθένεια δεν προκαλεί πόνο, αφού υπάρχουν και τέτοιου είδους ασθένειες, τότε ελλοχεύει ο κίνδυνος, όταν διαγνωσθή η ασθένεια να είναι αργά και η θεραπεία να καθίσταται από δύσκολη έως ακατόρθωτη. Επομένως, ο πόνος αποτελεί μεγάλη ευεργεσία και ευλογία και από την άποψη αυτή, αφού δίνει την δυνατότητα της έγκαιρης διάγωσης, ούτως ώστε να είναι αυξημένες οι πιθανότητες θεραπείας.
Ο ψυχικός πόνος, ο οποίος συνδέεται άμεσα με τον σωματικό, αφού ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματική ύπαρξη, δεν μπορεί να αντιμετωπισθή κατά τρόπον αποτελεσματικό χωρίς την εξ ύψους δύναμη και παρηγορία, όσο ισχυρό χαρακτήρα και να διαθέτη κανείς, αφού σε κάποιες περιπτώσεις είναι κυριολεκτικά αφόρητος. Γι’ αυτό και όποιος έχει μάθει στην ζωή του να υπακούη στις Θείες εντολές και να προσεύχεται αυτός έχει την δυνατότητα να αντλή παρηγοριά, υπομονή και δύναμη από την πηγή της παρηγοριάς, της υπομονής και της δυνάμεως, που είναι ο Χριστός, αλλά και η Παναγία Μητέρα Του, καθώς και οι φίλοι Του, οι Άγιοι. Στην αντίθετη περίπτωση οδηγείται σε τραγικά αποτελέσματα, όπως είναι ο νευρικός κλονισμός, η κατάθλιψη, ακόμη και η αυτοκτονία. Και δυστυχώς υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα, με τραγικές συνέπειες για το οικογενειακό, αλλά και το κοινωνικό περιβάλλον.
Ο πόνος όσο ανεπιθύμητος και αν είναι πρέπει να παραδεχθούμε ότι στην πορεία της ζωής μας αποδεικνύεται ο μεγαλύτερος ευεργέτης μας, επειδή όταν αντιμετωπίζεται σωστά προξενεί πολλά καλά. Μεταξύ των άλλων ψήνει και ωριμάζει τον άνθρωπο και τον καθιστά χρήσιμο για τον εαυτό του, την οικογένειά του, καθώς και για ολόκληρη την κοινωνία. Όπως το ψωμί είναι χρήσιμο όταν είναι ψημένο, διαφορετικά παραμένει ζυμάρι το οποίο με το πέρασμα του χρόνου καθίσταται άχρηστο, έτσι και ο άνθρωπος που ψήνεται μέσα στο καμίνι του πόνου γίνεται «Θεώ ηδύτατος άρτος», αλλά και καθαρίζεται από τα πάθη, όπως καθαρίζεται το χρυσάφι μέσα στο χωνευτήρι. Γι’ αυτό και ακτινοβολεί την Χάρη του Θεού, που κατοικεί μέσα στην καρδιά του, με το λόγο του και κυρίως με το παράδειγμά του.
Στην ζωή μας δεν πρέπει να αναζητούμε τον πόνο, όταν όμως έρχεται να τον δεχόμαστε με ανδρεία και υπομονή, ευχαριστώντας και δοξολογώντας τον Θεό για την πρόνοια, την αγάπη και τις πολλές και μεγάλες ευεργεσίες Του και τότε ο πόνος γίνεται εκούσιος και λογίζεται ως μαρτύριο.
Μακάρι να αξιωθούμε, με την Χάρη του Θεού και τις πρεσβείες της αγίας Γλυκερίας, να αριστεύσουμε «πόνοις αθλήσεως». Επειδή, δια των πόνων η καρδιά μαλακώνει και βαθμηδόν καθαίρεται, ο νους φωτίζεται και πτερούται και «προς τα υπέρ φύσιν υπερφυώς υπερφέρεται».
© 2015 Ἱερὰ Μητρόπολις Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ἡ ἀμνάς σου Ἰησοῦ, κράζει μεγάλη τῇ φωνῇ Σὲ Νυμφίε μου ποθῶ, καὶ σὲ ζητοῦσα ἀθλῶ, καὶ συσταυροῦμαι καὶ συνθάπτομαι τῷ βαπτισμῷ σου· καί πάσχω διά σέ, ὡς βασιλεύσω σὺν σοί, καὶ θνήσκω ὑπὲρ σοῦ, ἵνα καὶ ζήσω ἐν σοί· ἀλλ᾽ ὡς θυσίαν ἄμωμον προσδέχου τὴν μετὰ πόθου τυθεῖσάν σοι. Αὐτῆς πρεσβείαις, ὡς ἐλεήμων, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον.
Ἦχος γ’.
Ἢ Παρθένος σήμερον Τὴν παρθένον στέργουσα, καὶ Θεοτόκον Μαρίαν, διετήρεις ἄφθορον, τὴν σεαυτὴς παρθενίαν πὸθφ δὲ καρδιωθεισα τφ τοῦ Κυρίου, ἤθελησας ἀνδρειοφρόνως μέχρι θανάτου διὰ τοῦτο Γλυκερία, διπλὸ στεφάνω, σὲ στέφει Χριστὸς ὃ Θεός.
Μεγαλυνάριον
Μύρον πολυσύνθετον τῷ Χριστῷ, ἐξ ἅγνειας πόνων, καὶ αἱμάτων τοῖς σταλαγμοις, προσενεγκαμένη, θεοφρον Γλυκερία, ἐν μύροις θεοβρύτοις, λαμπρῶς δεδόξασαι.
πηγη:
ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΙΔΡΥΜΑ
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ
Για το μύρο που ανέβλυζε από τον τάφο της αγίας και τους μάγους
Περί του λειψάνου της Aγίας Γλυκερίας ταύτης γράφει ο Δοσίθεος, σελ. 519 της Δωδεκαβίβλου, ότι εις την Hράκλειαν ευρίσκετο μία χαλκίνη λεκάνη, η οποία εδέχετο τα θεόρρυτα μύρα, άπερ ανέβρυον από του τάφου της Aγίας ταύτης Γλυκερίας, διά μέσου των οποίων εγίνοντο πολλά θαύματα, ως ιστορεί ο Θεοφύλακτος. Eχρησίμευε δε, η χαλκίνη λεκάνη εκείνη διά να γίνεται εν αυτή ο αγιασμός επάνω εις τον τάφον της Mάρτυρος. O δε τότε Hρακλείας, ευρών εις Kωνσταντινούπολιν μίαν λεκάνην χρυσήν και θαυμαστήν, ηγόρασεν αυτήν, και εδιώρισε να γίνεται εν αυτή ο αγιασμός επάνω εις τον τάφον της Mάρτυρος αντί της χαλκίνης. Όθεν πλέον δεν εγίνοντο θαύματα.
Διά δε τα δάκρυα και τας προσευχάς του Hρακλείας, απεκαλύφθη αυτώ, ότι η χρυσή εκείνη λεκάνη ήτον ακάθαρτος. Διά τούτο έφερεν αυτήν εις τον τότε Πατριάρχην Άγιον Iωάννην τον Nηστευτήν. Kαι εξετάσας εκείνος εύρεν, ότι ένας άρχων σοφός και μάγος Παυλίνος ονόματι, έχυσεν αίματα μέσα εις την λεκάνην εκείνην τρόπω θυσίας, και εγοήτευε με την επίκλησιν των δαιμόνων ως ειδωλολάτρης. Όθεν αναφέρεται τω βασιλεί Mαυρικίω το δράμα. Kαι ο μεν Nηστευτής, διϊσχυρίζετο από Γραφικά ρητά, ότι να δοθή αυτώ παιδεία νομική και κατά κανόνα. O δε Mαυρίκιος, επαλούκωσεν αυτόν. Tους δε υιούς του απεκεφάλισεν, ως συγκοινωνούς όντας της μαγείας του πατρός των. (Όρα ω αναγνώστα, πόσην πικράν τιμωρίαν λαμβάνουν οι μάγοι και γόητες.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)