Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Σ   Α Ν Ε Σ Τ Η

Φορητή Εἰκόνα ἀπό τόν Ἱ. Ναό Ἁγίας Τριάδος στά Καυσοκαλύβια Ἁγίου Ὄρους

Φορητή Εἰκόνα ἀπό τόν Ἱ. Ναό Ἁγίας Τριάδος στά Καυσοκαλύβια Ἁγίου Ὄρους

Α Λ Η Θ Ω Σ  Α Ν Ε Σ Τ Η  Ο  Κ Υ Ρ Ι Ο Σ  Μ Α Σ

 

 

ΕΑΝ   ΘΕΛΕΤΕ

ΕΠΙΣΚΕΘΦΕΙΤΕ

ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΞΕΝΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

 

 

ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

 

 

Των Αγίων Μυροφόρων γυναικών,
έτι δε Ιωσήφ του εξ Αριμαθαίας
και του νυκτερινού μαθητού Νικοδήμου

Tο Xαίρε των Mυροφόρων – 1546 μ.Χ. –
Ιερἀ Mονή Σταυρονικήτα, Άγιον Όρος
(Κρητική σχολή, Θεοφάνης ο Kρής)

 

 

Χριστῷ φέρουσιν αἱ Μαθήτριαι μύρα,
ἐγὼ δὲ ταύταις ὕμνον, ὡς μύρον, φέρω.

 

Mihail Damascus 16ου αἰ.

 

 

Κρήτη 16ος αι.

                      Ἱερα Μονή Ἁγ. Αἰκατερίνης Σινᾶ 7ου αἰ.

 

ΠΟΙΕΣ ΚΑΙ ΠΟΣΕΣ ΗΤΑΝ ΑΙ ΜΥΡΟΦΟΡΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ;

(ΑΓΙΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ – ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΡΤΗΣ)

«…Πρῶτον λοιπόν ζήτημα ἔχομεν πόσες ἦταν οἱ Μυροφόρες γυναῖκες οἱ ὁποῖες ἐπῆγαν εἰς τόν Τάφον τοῦ Χριστοῦ μέ τά μύρα; Καί λέγομεν εἰς αὐτό ὅτι πολλές καί διάφοροι εἶναι αἱ Μυροφόρες πλήν οἱ κυριώτερες Μυροφόρες γυναῖκες ἦταν ἑπτά. Αὐτές δέ ἦταν οἱ ἑξῆς:

Πρώτη εἶναι Μαρία ἡ Μαγδαληνή ἀπό τήν ὁποία ὁ Χριστός ἔβγαλε ἑπτά δαιμόνια καί διά τήν εὐεργεσίαν αὐτήν ἀκολουθοῦσε καί ἀγαποῦσε τόν Χριστόν. Μαγδαληνή δέ ὀνομάζετο ἡ Μαρία διότι ἐκατάγετο ἀπό τά Μάγδαλα. Μετά δέ τήν Ἀνάληψιν τοῦ Χριστοῦ ἐπῆγεν εἰς τήν Ρώμην, πρός τόν Αὐτοκράτορα Τιβέριον, ὁ ὁποῖος ἔπασχε ἀπό τόν ἕνα ὀφθαλμόν καί τόν ἐθεράπευσε. Διά τήν εὐεργεσίαν αὐτήν τῆς Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς ὁ Τιβέριος ἔφερε εἰς τήν Ρώμη τούς Ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων καί τόν Πόντιον Πιλᾶτον καί ἀφοῦ τούς ἐδίκασε, τούς κατεδίκασε εἰς θάνατον, ἐπειδή ἐσταύρωσαν ἕναν ἀθῶον, τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Τέλος ἡ Μαρία ἀπέθανεν εἰς τήν Ἔφεσον ὅπου καί τήν ἔθαψεν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ἀργότερον ὁ Βασιλεύς Λέων ὁ Σοφός ἔφερε τό ἅγιον λείψανόν της εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν.

Δεύτερη Μυροφόρος εἶναι ἡ Σαλώμη, περί τῆς ὁποίας λέγουσι κάποιοι ὅτι ἦτο ἡ νόμιμη γυναῖκα τοῦ Ἰωσήφ τοῦ Μνήστορος. Ἄλλοι δέ λέγουν ὅτι ἦταν θυγατέρα τοῦ Ἰωσήφ τοῦ Μνήστορος, τό ὁποῖον εἶναι ἀληθέστερον, διότι ὁ Ἰωσήφ ὁ Μνήστωρ εἶχε ἑπτά παιδιά. Τέσσερα ἀγόρια, τόν Ἰάκωβον (ὁ ὁποῖος ὀνομάζετο μικρός) τόν Ἰωσῆν, τόν Σίμωνα καί τόν Ἰούδα, ὄχι τόν προδότην, ἀλλά τόν λεγόμενον Ἀδελφόθεον. Εἶχε δέ καί τρεῖς θυγατέρες, τήν Ἐσθήρ, τήν Θάμαρ καί τήν Σαλώμην τήν γυναῖκα τοῦ μικροῦ Ζεβεδαίου. Ὤστε ὅταν ἀκούεις αὐτό πού λέγεται στό Εὐαγγέλιο «Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου τοῦ μικροῦ καί Ἰωσῆ μήτηρ» (Μάρκ. ιε΄, 40) τήν Παναγία Θεοτόκον νόμιζε ὅτι λέγει, διότι ὡς μήτηρ τῶν τέκνων τοῦ Ἰωσήφ ἐφαίνετο ἡ Παναγία. Ἐκ τούτου δέ προκύπτει ὅτι ὁ Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καί ὁ Χριστός ἦταν ἀνεψιός καί θεῖος. Ὁ μέν Χριστός θεῖος, ὁ δέ Ἰωάννης ἀνεψιός.

Τρίτη Μυροφόρος εἶναι ἡ Ἰωάννα, ἡ ὁποῖα ἦταν γυναίκα τοῦ Χουζᾶ, ὁ δέ Χουζᾶς αὐτός ἦτο ἐπίτροπος καί οἰκονόμος εἰς τόν οἶκον τοῦ βασιλέως Ἠρώδου.

Τέταρτη Μυροφόρος εἶναι ἡ Μαρία ἡ ἀδελφή του Λαζάρου, ἡ ὁποῖα καί προτύτερα εἰς τόν οἶκον της ἤλειψε τό Χριστόν μέ τό Μύρον, ὅταν ἀνέστησε τόν ἀδελφόν της τόν Λάζαρον, καθώς τό ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης λέγων: «Ἡ οὖν Μαρία λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς» ( Ἰω. ιβ΄, 3).

Πέμπτη Μυροφόρα εἶναι ἡ Μάρθα ἡ ἀδελφή τῆς Μαρίας καί τοῦ Λαζάρου, ἡ ὁποῖα καί πολλήν προθυμίαν ἔδειξε πρός τόν Χριστόν ἀπό τήν ἀρχήν, διότι αὐτή τόν ὑπηρέτει εἰς ὅλα τά σωματικά.

Ἕκτη Μυροφόρος εἶναι ἡ Μαρία ἡ γυναίκα τοῦ Κλωπᾶ. Κλωπᾶν δέ κάποιοι τόν Κλεόπαν ὀνομάζουσιν. Αὐτή τήν Μαρία ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, ἀδελφήν τῆς Θεοτόκου τήν ὀνομάζει, λέγων εἰς τήν Σταύρωσιν αὐτό: «Εἰστήκεσαν δέ παρά τῷ Σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ» (Ἰω. ιθ΄, 25).
Πῶς δέ ἦταν ἀδελφή τῆς Παναγίας ἀκούσατε. Ὁ Ἰωακείμ ὁ πατήρ τῆς Παναγίας, εἶχεν ἀδελφό, ὅστις ἀπέθανε χωρίς νά ἀποκτήσει τέκνον, κατά δέ τόν Νόμον τοῦ Μωϋσέως ἐπῆρε τήν νύμφην του διά γυναῖκα καί ἔκαμε ἀπό ἐκείνην αὐτήν τήν Μαρίαν. Ἀπό δέ τήν Ἄννα ἔκαμε τήν Παναγίαν Θεοτόκον. Ὥστε λοιπόν ἀδελφή τῆς Παναγίας μας ἦταν ἀπό τόν πατέρα μόνον.

Ἑβδόμη Μυροφόρος εἶναι ἡ Σωσσάνα.
Ἦσαν δέ καί ἄλλες πολλές ὡς τό λέγει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς «αἵτινες ἦσαν διακονοῦσαι αὐτῶ» (Λουκ. η΄, 3 και Ματθ. κζ΄, 55) δηλαδή τόν Χριστόν, ἀλλά οἱ Εὐαγγελιστές δέν ἔγραψαν τά ὀνόματα ὅλων διότι δέν ὑπῆρχε λόγος.

Ἐδιαλύσαμεν μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ τό πρῶτον ζήτημα. Ἄς ἔλθωμεν τώρα καί είς τό δεύτερον»…

(Δαμασκηνοῦ Στουδίτου – Μητροπολίτου Ἄρτης)

(Ο ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΤΟΜΟΣ ΙΔ΄, σελ. 38.
Ὅρα καί «Θησαυρός Δαμασκηνοῦ» σελ. 130)

 

 

 

Αποτέλεσμα εικόνας για ευσχημων ιωσηφ

 

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β΄.
Ὀ εὐσχήμων Ἰωσήφ, ἀπὸ τοῦ ξύλου καθελὼν τὸ ἄχραντόν σου σῶμα, σινδόνι καθαρὰ εἰλήσας καὶ ἀρώμασιν, ἐν μνήματι καινῷ, κηδεύσας ἀπέθετο· ἀλλὰ τριήμερος ἀνέστης Κύριε, παρέχων τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ταῖς μυροφόροις γυναιξί, παρὰ τὸ μνῆμα ἐπιστάς, ὁ Ἄγγελος ἐβόα· τὰ μύρα τοῖς θνητοῖς ὑπάρχει ἁρμόδια· Χριστὸς δὲ διαφθορᾶς ἐδείχθη ἀλλότριος· ἀλλὰ κραυγάσατε· Ἀνέστη ὁ Κύριος, παρέχων τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.

 


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄ Κανόνας πίστεως.
(Ἀπολυτίκιον Νικοδήμου Μυροφόρου)
Χριστὸν τὸν Κύριον ἐν νυχτὶ ἐπεσκέψατο, ἀναγέννησιν ἄνωθεν ἐκδιδαχθεὶς ἐμαθήτευσεν, ὡς κεκρυμμένος ἀπόστολος. Εὐθαρσῶς διεφώνει πρὸς φαρισαίους καὶ γραμματεῖς, τὸν Σωτῆρα διώκοντας. Ὃν νεκρὸν καθεῖλεν ἐκ τοῦ Σταυροῦ, μῦρα τῇ ταφῇ ἐνεγκών, Νικόδημος ὁ ἔνθερμος.

Κοντάκιον
Ἦχος β΄.
Τὸ Χαῖρε ταῖς Μυροφόροις φθεγξάμενος, τὸν θρῆνον τῆς προμήτορος Εὔας κατέπαυσας, τῇ Ἀναστάσει Σου Χριστὲ ὁ Θεός· τοῖς Ἀποστόλοις δὲ τοῖς σοῖς κηρύττειν ἐπέταξας· ὁ Σωτὴρ ἐξανέστη τοῦ μνήματος.


Γιατί στις μυροφόρες το πρώτο «Χριστός ανέστη»;

«Ο δε λέγει αυταίς- Μη εκθαμβείσθε- Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον ηγέρθη, ουκ εστίν ώδε…» (Μαρκ. 16, 6) Εξακολουθούμε, αγαπητοί μου, να εορτάζουμε το μέγα, το κοσμοσωτήριο γεγονός της αναστάσεως του Σωτήρος Χριστού. Οι περισσότεροι ύμνοι που ψάλλονται την περίοδο αυτή ως θέμα έχουν την ανάσταση του Χριστού. Άλλα και αυτή η θεία λειτουργία, που γίνεται τις Κυριακές αυτές του Πεντηκοσταρίου, διαφέρει από τη θεία λειτουργία του υπολοίπου εκκλησιαστικού έτους• διότι αμέσως μετά το «Ευλογημένη η βασιλεία…» δεν λέμε αμέσως τα ειρηνικά, δεν λέμε τις αιτήσεις «Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν…», άλλα ο ιερεύς θυμιάζει την αγία τράπεζα απ’ όλες τις πλευρές καθώς και όλο το ναό και ψάλλει μαζί με τους ψάλτες κατ’ επανάληψιν, δέκα φορές, το «Χριστός ανέστη».

Το «Χριστός ανέστη» ακούγεται όλες τις Κυριακές αλλά και όλες τις ημέρες μέχρι της Αναλήψεως. Το «Χριστός ανέστη» είναι, αδελφοί μου ο γλυκύτερος χαιρετισμός, χαιρετισμός που μεταφέρει από στόμα σε στόμα, από γενεά σε γενεά το μέγα μήνυμα, την πιο χαρμόσυνη είδηση, ότι ο Κύριος νίκησε το θάνατο. Χιλιάδες φορές – αμέτρητες ακούστηκε, και ακούγεται, και θα εξακολούθηση ν’ ακούγεται το «Χριστός ανέστη». Άλλα πότε ελέχθη για πρώτη φορά; ποιά αυτιά το πρωτοάκουσαν; ποιός είναι εκείνος που άκουσε για πρώτη φορά το «Χριστός ανέστη»;

Όπως τη γέννηση του Χριστού δεν την έμαθαν πρώτοι οι μεγάλοι και ισχυροί και πλούσιοι, αλλά οι ταπεινοί και φτωχοί βοσκοί που έβοσκαν τα ποίμνια τους στα βοσκοτόπια της Βηθλεέμ, έτσι και την ανάσταση του Χριστού, το γεγονός ότι ο Ιησούς σύντριψε τις πύλες του άδου, δεν το άκουσαν πρώτοι οι επιφανείς και αξιωματούχοι, δεν το άκουσαν οι ισχυροί άνδρες, δεν το άκουσαν ούτε και αυτοί οι μαθηταί του Χριστού•

Αλλά γιατί το μήνυμα της Αναστάσεως το άκουσαν πρώτες απ’ όλους οι μυροφόρες; Γιατί η πρώτη εμφάνισης του αναστάντος Κυρίου να γίνει σ’ αυτές; Μήπως ο Χριστός στην περίπτωση αυτή ενήργησε μεροληπτικώς;

Μεροληπτικώς σε καμία στιγμή της ζωής του δεν συμπεριφέρθηκε ο Κύριος. Ήταν δίκαιος• και συνεπώς, εάν τώρα όχι οι άντρες, όχι οι απόστολοι, όχι ο Πέτρος και ο Ιωάννης, αλλά οι γυναίκες άκουσαν το χαρμόσυνο μήνυμα, υπάρχει λόγος• λόγος όχι κάποιας ιδιαιτέρας συμπαθείας, αλλά λόγος δικαιοσύνης. Ο Χριστός αγαπά όλα τα παιδιά του και αμείβει το καθένα χωρίς να μεροληπτεί εις βάρος άλλου. Άκουσαν πρώτες οι μυροφόρες γυναίκες το «Χριστός ανέστη», διότι τους άξιζε πράγματι να το ακούσουν. και τους άξιζε, διότι αυτές έδειξαν αρετές που δεν έδειξαν ούτε οι μαθηταί του Κυρίου. Ποιές αρετές έδειξαν;

Από την πρώτη μέρα που γνώρισαν τον Κύριο στη Γαλιλαία, έγιναν πιστές μαθήτριές του, τον ακολουθούσαν και δαπανούσαν από τα υπάρχοντά τους για τη συντήρηση εκείνου καθώς και του ομίλου των μαθητών του• «ότε ην εν τη Γαλιλαία ηκολούθουν αυτώ» (Μαρκ. 15,41) και «διηκόνουν αυτώ εκ των υπαρχόντων αυταίς» (Λουκ. 8,3). και μόνο τότε;

Την ώρα της θυσίας του, ενώ όλοι είχαν εγκαταλείψει τον Κύριο, ενώ ο μεν Ιούδας τον πρόδωσε για τριάκοντα αργύρια, ενώ ο Πέτρος τον αρνήθηκε εμπρός σε μία υπηρέτρια και μάλιστα με όρκο, ενώ οι άλλοι μαθηταί πλην του Ιωάννου «πάντες αφέντες αυτόν έφυγαν» (Ματθ. 26,56), ενώ όλοι όσους είχε ευεργετήσει καθ’ όλο το διάστημα της δημοσίας δράσεώς του πήγαν και ενώθηκαν μαζί με τους εχθρούς και φώναζαν «Άρον άρον, σταύρωσον αυτόν» (Ιωάν. 19,15), μέσα στη γενική αυτή εγκατάλειψη οι μυροφόρες έμειναν πιστές και αφοσιωμένες στον Κύριο. Έμειναν κοντά στον Διδάσκαλο, ζώντας το δράμα από απόσταση τόση όση τους επέτρεπαν οι συνθήκες. ούτε ένα λεπτό δεν αποχωρίσθηκαν από αυτόν.

«Ήσαν δε εκεί και γυναίκες πολλαί από μακρόθεν θεωρούσαι, αίτινες ηκολούθησαν τω Ιησού από της Γαλιλαίας διακονούσαι αυτώ• εν αίς ην Μαρία η Μαγδαληνή, και Μαρία η του Ιακώβου και Ιωσή μήτηρ, και η μήτηρ των υιών Ζεβεδαίου» (Ματθ. 27,55-56) «και Σαλώμη, αι…και διηκόνουν αυτώ, και άλλαι πολλαί αι συναναβάσαι αυτώ εις Ιεροσόλυμα» (Μαρκ. 15,40-41). Βρήκαν το ψυχικό σθένος να μείνουν εκεί, στο Γολγοθά.

Είδαν το φρικτό θέαμα. Άκουσαν όλους τους λόγους, που είπε ο Χριστός επάνω στο σταυρό, άκουσαν και το «Τετέλεσται» (Ιωάν. 19,30).

Αλλά και μετά το θάνατό του δεν αναχώρησαν. Έμειναν θρηνώντας κοντά στο σταυρό. Καί μόλις παρουσιάστηκε ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας και ο Νικόδημος με την άδεια του ενταφιασμού, αυτές έτρεξαν, τους βοήθησαν, τους συνόδευσαν στο μνημείο, και δεν έφυγαν από ‘κεί παρά μόνο όταν ο ήλιος της δραματικωτέρας αυτής ημέρας έριξε πάνω στη γη τις τελευταίες του ακτίνες.

Την αγάπη τους όμως, την ανδρεία τους, τη μεγάλη ψυχή τους την έδειξαν κατ’ εξοχήν τη νύχτα της Αναστάσεως, «τη μια των σαββάτων» (Λουκ. 24,1). Τότε, ενώ ήξεραν ότι το μνήμα είναι σφραγισμένο, ότι λίθος μεγάλος και βαρύς φράζει την είσοδό του, ότι ένοπλοι Ρωμαίοι στρατιώτες φρουρούν τον τάφο κ’ έχουν εντολή να χτυπήσουν καθένα που θα τολμούσε να πλησίαση εκεί, εν τούτοις οι μυροφόρες γυναίκες «λίαν πρωί» (Μαρκ. 16,2), «όρθρου βαθέος» (Λουκ. 24,1), πριν ακόμη ανατείλει ο ήλιος, ξεκινούν να έρθουν στο μνήμα φέρνοντας μαζί τους αρώματα, τα οποία είχαν ετοιμάσει, για να μυρώσουν το σώμα του Χριστού. Κανένας φόβος και καμιά δυσκολία δεν στάθηκαν ικανά να τις εμποδίσουν. Το μόνο που τις απασχολούσε ήταν, πως θ’ αποκυλίσουν τον τεράστιο και ασήκωτο εκείνο λίθο από το άνοιγμα του μνημείου.

Μία τέτοια αγάπη, μία τέτοια αφοσίωση, μία τέτοια ανδρεία ήταν δυνατόν να μη δεί, να μην εκτιμήσει, να μη βραβεύσει ο Κύριος; Αμοιβή λοιπόν της αγάπης τους ήταν το ότι πρώτες αυτές άκουσαν τη μεγάλη είδηση, το άγγελμα της Αναστάσεως, το «Χριστός ανέστη», από άγγελο Κυρίου. Καί εν συνεχεία, ότι πρώτες αυτές βλέπουν τον αναστάντα Κύριο και παίρνουν εντολή, να μεταδώσουν το μήνυμα αυτό στους μαθητάς και στις άλλες μαθήτριες.

Κ’ εμείς σήμερα, αγαπητοί μου, που εορτάζουμε τη μνήμη των αγίων μυροφόρων γυναικών, άντρες και γυναίκες ας μιμηθούμε των μυροφόρων τις αρετές, ιδίως την αγάπη που είχαν στον Κύριο.
Είναι αλήθεια, ότι και μέχρι σήμερα οι γυναίκες αγαπούν το Θεό περισσότερο από τους άντρες. Αυτές εκκλησιάζονται περισσότερο. Αυτές έρχονται στους ναούς «όρθρου βαθέος». Αυτές μελετούν το Ευαγγέλιο και άλλα εκκλησιαστικά βιβλία. Αυτές τρέχουν στο κήρυγμα, όπου ακούγεται λόγος Θεού. Αυτές είναι προθυμότερες στην άσκηση της φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης. Αυτές… Ω, πόσα δεν οφείλει ή Εκκλησία στις γυναίκες τις θερμές!
Σήμερα όμως, στους χρόνους αυτούς της απιστίας και της διαφθοράς, και οι γυναίκες αρχίζουν να κλονίζονται, να χάνουν το άρωμα της πίστεως και της ευσεβείας. Οι πειρασμοί είναι μεγάλοι. Τα κακά παραδείγματα, τα θέατρα, οι κινηματογράφοι, τα αισχρά περιοδικά, η μόδα, όλα μαζί σπρώχνουν τη γυναίκα να λησμονήσει τον προορισμό της, την αποστολή της, να προδώσει την πίστη και την ηθική.
Αλλ’ όχι! Οι γυναίκες, όσες τουλάχιστον κατοικούν στη γωνία αυτή της γης, ας μη παρασύρονται από τα απατηλά συνθήματα, ας μη θαμπώνονται από φανταχτερές εικόνες και άλλα είδωλα, ας κλείσουν τα αυτιά στις εισηγήσεις του όφεως. Ας μη μιμηθούν την Εύα, που άκουσε τη συμβουλή του εωσφόρου και απολεσθεί• ας μιμηθούν τις μυροφόρες, τις άγιες που αγάπησαν τον Κύριον. Να είσθε δε βέβαιοι, ότι τότε θα έχουν και στην παρούσα ζωή την ευλογία του Κυρίου και θ’ αξιωθούν και αυτές ως μυροφόρες της βασιλείας των ουρανών. Αμήν.
(†) επίσκοπος Αυγουστίνος-
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, η οποία έγινε στον ι. ναό Ζωοδόχου Πηγής Δάφνης – Αθηνών την 5-5-1957.

 

 

Οι Άγιοι Μάρτυρες Τιμόθεος και Μαύρα

По дороге из Пера Педи в Килани невозможно не остановиться у маленькой и очень уютной церкви св. Мавры. Храм богато украшен росписями, выполненными частично в XII, а частично в XV веке.
Обращает на себя внимание большая фреска, изображающая святых Тимофея и Мавру , окруженных клеймами с эпизодами их мученичества. К сожалению, она была повреждена мусульманским
фанатиком в 50-е годы XX века – он соскоблил глаза с изображений.

Στο δρόμο από το Πέρα Πεδί στην περιοχή Κοιλανίου Κύπρου είναι ένα μικρό Παρεκκλήσι

τής Αγίας Μαύρας.
Ο ναός είναι πλούσια διακοσμημένα με έργα ζωγραφικής, που εκτελούνται τμηματικά τόν 12ο αιώνα μ.Χ. 
και εν μέρει τον 15ο αιώνα μ.Χ. Εφιστάται η προσοχή σε μια μεγάλη τοιχογραφίαπου απεικονίζει τους Αγίους Τιμόθεο και Μαύρα, που περιβάλλεται από μικρότερες τοιχογραφίες με σκηνές του μαρτυρίου τους. Δυστυχώς, έχει καταστραφεί από έναν μουσουλμάνο φανατικό που ἐξυσε τα μάτια στις εικόνες.

 

Ἥπλωσε Χριστὸς χεῖρας ἐν Σταυρῷ πάλαι,
Ἥπλωσε καὶ νῦν Μαύρα σὺν Τιμοθέῳ.
Σταυρῷ Τιμόθεος τριτάτῃ τανύθη ἅμα Μαύρᾳ.

Μαρτυρίου ὡς λάμψασ’ ἀκτῖνας Μαῦρα.
Ὅπας Σατᾶν γε ἤμβλυνας ἶφι Μάρτυς
Σταυρῷ Τιμόθεος τριτάτῃ τανύθη ἅμα Μαύρᾳ.

 

Βιογραφία

Οι Άγιοι Τιμόθεος και Μαύρα, γεννήθηκαν στη κωμόπολη Παναπέα στην Θηβαΐδα της Αιγύπτου.

Ο Τιμόθεος ήταν αναγνώστης και κήρυκας του Ευαγγελίου στην Εκκλησία των Παναπέων και εκτελούσε τα ιερατικά του καθήκοντα με θερμότατο ζήλο και θαυμαστά αποτελέσματα.


Άγιος Τιμόθεος και Αγία Μαύρα, 13 ος αιώνας
Προέλευση Παρεκκλήσι Αγίας Μαύρας. Κοιλάνι Κύπρος
Τώρα Εκκλησία Μονογενούς, Κοιλάνι Κύπρος

Το γεγονός αυτό προξενούσε ζηλοφθονία στους ειδωλολάτρες, οι οποίοι τελικώς τον κατήγγειλαν στον αδίστακτο ειδωλολάτρη έπαρχο Αρριανό, είκοσι μόλις μέρες μετά τον γάμο του με την Αγία Μαύρα. Ο Αρριανός κάλεσε τον Τιμόθεο να παραδώσει τα ιερά βιβλία του στην πυρά. Ο Τιμόθεος αρνήθηκε με παρρησία να καταστρέψει τα βιβλία του, λέγοντας στον έπαρχο ότι τα θεωρεί ως ιερά πνευματικά του όπλα και εφόδια. Οργισμένος ο Αρριανός υπέβαλε τον άγιο σε διάφορα βασανιστήρια, τα οποία ο Τιμόθεος υπέμεινε με παροιμιώδη υπομονή.

МУЧЕНИК ТИМОФЕЙ ЧТЕЦ
Церковь Симеона Богоприимца
в Зверине монастыре в Новгороде
Άγιος Τιμόθεος
Τοιχογραφία (Fresco)
στον Ιερό Ναό τού Συμεών τού Θεοδόχου
τής Ιεράς Μονής Ζβερίν-Πορόβσκι
στο Βελίκι Νόβγκοροντ. Ρωσία

Πρώτα πρώτα έβαλαν μέσα στα αυτιά του Μάρτυρα πυρακτωμένα σίδερα, με αποτέλεσμα να λιώσουν οι κόρες των ματιών του και να πέσουν στο έδαφος. Στη συνέχεια έδεσαν τους αστραγάλους πάνω σε τροχό βασανιστηρίων και σφράγισαν το στόμα του με φίμωτρο. Έπειτα έδεσαν μια βαριά πέτρα στόν τράχηλό του και τον κρέμασαν σε ένα δέντρο.

Για να κάμψει το σθένος του ο έπαρχος στράφηκε προς τη σύζυγό του Μαύρα, την οποία στην αρχή κολάκευε για να θυσιάσει στο είδωλα και μην ακολουθήσει τη θανατηφόρα πορεία του συζύγου της. Με παραίνεση όμως του Τιμόθεου, η Μαύρα ομολόγησε κι εκείνη την πίστη της στον Θεό. Τότε ο Αρριανός διέταξε τον άγριο βασανισμό της Αγίας, η οποία καθ’ όλη τη διάρκεια των μαρτυρίων έψαλε.

Πρώτα πρώτα, λοιπόν, της ξερρίζωσαν τις τρίχες του κεφαλιού της και στη συνέχεια της έκοψαν τα δάχτυλα. Έπειτα την βύθισαν ολόκληρη μέσα σε ένα καζάνι γεμάτο νερό που κόχλαζε. Επειδή όμως η Αγία, αν καί ήταν μέσα στο βραστό νερό, δεν έπαθε το παραμικρό έγκαυμα, ο Αρριανός σχημάτισε τη γνώμη ότι το νερό δεν ήταν θερμό, αλλά ψυχρό. Έτσι, για να το διαπιστώσει, πρόσταξε να του ραντίσουν το χέρι. Τότε η Αγία πήρε με τη χούφτα της νερό και το έριξε πάνω στο χέρι του. Το νερό αυτό ήταν τόσο καυτό, ώστε να διαλυθεί το δέρμα του ηγεμόνα.

Παρ’ όλα αυτά, ο Αρριανός δεν σταμάτησε και διέταξε να σταυρώσουν και τους δυο Αγίους.

Ακόμη και στο σταυρό του μαρτυρίου, ο βδελυρός έπαρχος, πλησίασε την αγία σε μία απέλπιδα προσπάθεια έστω και την τελευταία στιγμή να την αποσπάσει από το μαρτύριο και την πίστη της. Φωτισμένη όμως από τη θεία χάρη η αγία τον απέπεμψε.

Тимофей и Мавра Фиваидские, мч. (3 мая)
Менологий 1 – 3 мая; Византия. Греция; XIV в.; памятник: Византийский менологий (Byzantine illumination Menologion); 10 x 13 см.; местонахождение: Англия. Оксфорд. Бодлеанская Библиотека
(Bodleian Librry)
Άγιος Τιμόθεος και Αγία Μαύρα
Βυζαντινό Μηνολόγιο τού Μαίου (1 – 3) τού 14ου αιώνα μ.Χ. και ευρίσκεται Αγγλία. Βιβλιοθήκη Bodleian στην Οξφόρδη. Αγγλία

Ενώ η αγία Μαύρα ήταν κρεμασμένη στο σταυρό, την πλησίασε – σαν σε έκσταση – ο διάβολος, προσφέροντάς της ένα ποτήρι γεμάτο με μέλι και γάλα. Της συνιστούσε μάλιστα να το πιεί για να μην φλογίζεται από τη δίψα. Η Άγία όμως, φωτισμένη από τον Θεό, κατάλαβε την πανουργία του διαβόλου και με την προσευχή της τον έδιωξε. Ο παγκάκιστος χρησιμοποίησε όμως και άλλο τέχνασμα. Φάνηκε στην Αγία ότι την μετέφερε σε ένα ποτάμι απ’ όπου έτρεχε μέλι και γάλα και της πρότεινε να πιεί. Εκείνη όμως, μετά από θείο φωτισμό, είπε: «Δεν πρόκειται να πιώ απ’ αυτά. Θα πιώ από το ουράνιο ποτήρι που μου πρόσφερε ο Χριστός». Έτσι, ο διάβολος έφυγε απ’ αυτήν νικημένος και καταντροπιασμένος.

Τότε παρουσιάστηκε στην Αγία άγγελος Θεού, ο οποίος την πήρε από το χέρι, την οδήγησε στον ουρανό και, αφού της έδειξε έναν θρόνο με μια στολή λευκή πάνω σ’ αυτόν και ένα στεφάνι, της είπε: «Αυτά ετοιμάστηκαν για σένα». Στη συνέχεια, αφού την οδήγησε ακόμη ψηλότερα της έδειξε άλλον θρόνο και στολή και στεφάνι, της είπε πάλι: «Αὐτά προορίζονται για τον άντρα σου. Η διαφορά του τόπου δηλώνει το γεγονός ότι ο άντρας σου υπήρξε η αιτία της σωτηρίας σου».

Άγιος Τιμόθεος και Αγία Μαύρα

από τό Παρεκκλήσι Αγίας Μαύρας. Κοιλάνι Κύπρος

 

 

Μετά από εννιά μέρες παρέδωσαν και οι δύο την ψυχή τους στον Κύριο και έτσι το Άγιο ζεύγος συγκαταλέχθηκε στην ιερώνυμη φάλαγγα των μαρτύρων της Εκκλησίας μας.

Η Αγία Μεγαλομάρτυς Μαύρα από το 1331 μ.Χ. θεωρείται και τιμάται ως πολιούχος της πόλης της Λευκάδας, η οποία παλιότερα ονομαζόταν «Αγία Μαύρα». Μέσα στο Φράγκικο Κάστρο, στα Βόρεια του νησιού, υπήρχε μεγαλοπρεπής ναός της Αγίας, που καταστράφηκε το 1810 μ.Χ., καθώς οι Άγγλοι προσπαθούσαν να καταλάβουν το Φρούριο. Σήμερα, ένα μικρό εκκλησάκι προς τιμήν της Αγίας Μαύρας και του συζύγου της, Αγίου Τιμοθέου, υπάρχει στην θέση παλιού προμαχώνα του Φρουρίου, ο οποίος διαμορφώθηκε το 1886 μ.Χ. σε ναό. Ο ναός αποτελεί εξωκκλήσιο της ενορίας Ευαγγελιστρίας (Μητροπόλεως) της πόλης της Λευκάδας και κάθε χρόνο, στο πανηγύρι της Αγίας, συρρέουν πλήθη προσκυνητών. Στο ναό της Ευαγγελιστρίας φυλάσσεται μάλιστα και παλαιά εικόνα της Αγίας, τοποθετημένη σε ειδικό προσκυνητάριο.

Η ιστορία για το πως έφτασε η τιμή της Αγίας Μαύρας στην Λευκάδα έχει ως εξής:

Το 1331 μ.Χ. το νησί της Λευκάδας περνάει στην κυριαρχία του Ανδηγαυού (Φράγκου) ηγεμόνα Βάλτερου Βρυέννιου. Οι Ανδηγαυοί κατάγονταν από την κωμόπολη Sainte Maure (Αγία Μαύρα), που βρισκόταν στο νομό Intre et Loir της σημερινής Γαλλίας. Φτάνοντας στο νησί, του έδωσαν το όνομα της μακρινής πατρίδας τους και έχτισαν μικρό ναό, ρωμαιοκαθολικού δόγματος, αφιερωμένο στο όνομα της Αγίας Μαύρας.

Στα μέσα του 15ου μ.Χ. αιώνα – 130 χρόνια αργότερα – έφτασε στο νησί η Ελένη Παλαιολογίνα, κόρη του Θωμά Παλαιολόγου και σύζυγος του δεσπότη της Σερβίας Λαζάρου Βούκοβιτς. Σκοπός του ταξιδιού της ήταν ο γάμος της κόρης της, Μελίσσας, με τον Δούκα της Λευκάδας, Λεονάρδο Γ’ τον Τόκκο. Στην πορεία τους προς το νησί κινδύνεψαν από σφοδρή θαλασσοταραχή. Η ευσεβής Ελένη τάχθηκε στην Αγία Μαύρα, προς το νησί της οποίας κατευθυνόταν, να σωθεί και να της φτιάξει ναό.

Πράγματι, σώθηκε και έχτισε τον περικαλλή ορθόδοξο ναό της Αγίας Μαύρας. Επίσης, έχτισε ή ανακαίνισε και το μοναστήρι της Οδηγήτριας – στην περιοχή της Απόλπαινας.

 

Ιερά Λείψανα

Η Κάρα της Αγίας βρίσκεται στον ομώνυμο Ναό Κοιλανίου Λεμεσού Κύπρου.

Απότμημα του Ιερού Λειψάνου της Αγίας βρίσκεται στη Μονή Κύκκου Κύπρου και στο Ναό του Αγ. Γεωργίου των Ελλήνων Βενετίας.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ζεῦγος ὁμόζυγον, καὶ ξυνωρὶς θαυμαστή, Τιμόθεε πάνσοφε, καὶ Μαῦρα νύμφη Χριστοῦ, ἐνθέως ἠθλήσατε, σύμμορφοι γὰρ ὀφθέντες, τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου, δόξης ἀκατάλυτου, ἠξιώθητε ἄμφω, πρεσβεύοντες τῷ Σωτήρι, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Δεῦτε πάντων φιλεόρτων συστήματα, ὕμνοις τὴν σεπτὴ ξυνωρίδα ἐγκωμιάσωμεν, Τιμόθεον τὸν μέγαν ἀθλητὴν, καὶ Μαῦραν Μαρτύρων καλλονήν, ὡς τὴν πλάνην τῶν εἰδώλων εὐθαρσῶς ἀποσείσαντες. Δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ἡμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι δι’ ὑμῶν, πᾶσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τιμόθεον σήμερον σὺν τῇ συνάθλῳ πιστοί, συζύγῳ τιμήσωμεν, Μαύρᾳ τῇ νύμφῃ Χριστοῦ, τὴν τούτων γεραίροντες, εὔτολμον καρτερίαν. Οὗτοι γὰρ σταυρωθέντες, ἴχνεσι τοῦ σφαγέντος, ἠκολούθησαν πόθῳ, καὶ πάντων τὰς ἁμαρτίας, Σταυρῷ προσηλώσαντος.


Ι.Ναός Τιμοθέου καί Μαύρας Μαχαιράδο Ζάκυνθος

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Μαρτύρων σύλλογος νῦν εὐφραίνεται· Ἀγγέλων ἅσμασι μεγαλύνομεν την μνήμην ὑμῶν Ἅγιοι ἅπαντες μελῳδοῦντες καί πιστῶς ἐκβοῶντες, χαίροντες· τῆς Τριάδος Δυάς Μαρτύρων καί κλέος, Τιμόθεε καί Μαῦρα, ὑπέρ ἡμῶν ἀεί πρεσβεύσατε.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τοὺς πολυτρόπους αἰκισμοὺς ἐνεγκόντες, καὶ τοὺς στεφάνους ἐκ Θεοῦ εἰληφότες, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύσατε πρὸς Κύριον, μνήμην τὴν πανίερον, τὴν ὑμῶν ἐκτελούντων, μέγιστε Τιμόθεε, καὶ ἀοίδιμε Μαύρα, τοῦ εἰρηνεῦσαι πόλιν καὶ λαόν· αὐτός ἐστι γάρ, πιστῶν τὸ κραταίωμα.


Ι.Ναός Τιμοθέου καί Μαύρας Μαχαιράδο Ζάκυνθος

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Γηθοσύνως σήμερον ἡ Ἐκκλησία, εὐφημεῖ γεραίρουσα τοὺς Ἀθλοφόρους τοῦ Χριστοῦ· Μαῦραν Μαρτύρων τὸ ἔρεισμα, καὶ ἀριστέα, Τιμόθεον ἔνδοξον.

Ὁ Οἶκος
Τὴν δυάδα Χριστοῦ ἀνυμνήσωμεν ὦ φιλέορτοι, τὸ θανεῖν γὰρ ὑπὲρ τὸ ζῇν διὰ Χριστὸν ἡρετίσαντο οἱ μακάριοι· τυράννων ἀπειλὰς μὴ πτοηθέντες, πυρὸς ὀδύνην, ἄρσεις τροχῶν, καὶ λεβήτων βράσματα ἀνδρικῶς καθυπέμειναν. Καὶ γενναίως τοῖς βασάνοις προσκαρτεροῦντες, συμφώνως τοῖς ἀνόμοις κατὰ Παῦλον ἔλεγον: Τίς ἡμᾶς χωρίσει τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀγάπης;Οὐ θλίψις, οὐ στενοχωρία, οὐκ ὀδύνη, ἀλλ’οὐδ’ αὐτὸς ὁ θάνατος· διὸ σταυροῦσιν ἐπὶ ξύλου Μαῦραν Μαρτύρων τὸ ἔρεισμα, καὶ ἀριστέα Τιμόθεον ἔνδοξον


Минея – Май (фрагмент). Икона. Русь. Начало XVII в. Церковно-Археологический Кабинет Московской Духовной Академии.
Μηναῖο – Μάιος (τεμάχιο). Εἰκονίδιο στίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰώνα μ.Χ. στήνἘκκλησία καί τό Αρχαιολογικό Μουσεῖο τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας .

Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὦ πανθαύμαστε ξυνωρὶς, πανσέβαστον ζεῦγος, γενναιότατοι Ἀθληταί· Τιμόθεε Μάρτυς, σὺ τῇ σεπτῇ συνάθλῳ Μαύρᾳ τῇ στεῤῥοτάτῃ, ἡμῶν τὸ καύχημα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις συζυγία ἰσοκλεής, Τιμόθεε μάκαρ, σὺν τῇ Μαύρᾳ τῇ φωταυγεῖ· σύμφρονες γὰρ ὄντες, ἐν βίῳ καὶ ἐν ἄθλοις, καὶ τῶν βραβείων ἅμα κατηξιώθητε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ζεῦγος ἁγιόλεκτον τοῦ Χριστοῦ, ξυνωρίς ἁγία ἡ κηρύξασα τόν Χριστόν, Τιμόθεε μάρτυς, ἅμα τῇ λαμπρᾷ Μαύρᾳ, συγχώρησιν πταισμάτων ἡμῖν αἰτήσασθε.

Η Αγία Μαύρα και το εκκλησάκι στο Κάστρο – Της Ουρανίας Σολδάτου


Στο γραφικό εκκλησάκι του Κάστρου της Λευκάδας, οι φιλόθεοι Λευκάδιοι τιμούν ως πολιούχο της πόλης Λευκάδας την Αγία Μεγαλομάρτυρα Μαύρα, η οποία έδωσε το όνομά της τον 14ο αι. μ.Χ. (1331 μ.Χ.) στο Κάστρο και την ίδια την πόλη, η οποία παλαιότερα ονομαζόταν ‘Sainte Maure’ Αγία Μαύρα.
Η Αγία Μεγαλομάρτυς Μαύρα ήταν σύζυγος του Τιμοθέου από την Θηβαΐδα της Αιγύπτου. Είκοσι μόλις μέρες μετά τον γάμο των δυο νέων, ο Τιμόθεος συκοφαντήθηκε από ειδωλολάτρες και οδηγήθηκε στον ηγεμόνα της Θηβαΐδας, τον Αρριανό. Αυτός εξοργίστηκε και διέταξε τούς δημίους να τον υποβάλουν σε φρικτά βασανιστήρια. Ο Μάρτυρας δεν υποχωρούσε και ο άρχοντας προσπάθησε να εξαπατήσει την Αγία Μαύρα, την σύζυγο του, με κολακείες ώστε να λατρεύσει τα είδωλα. Ή Αγία δεν υποχώρησε στις κολακείες, υπάκουσε στη συμβουλή του συζύγου της Τιμοθέου και ομολόγησε με θάρρος ότι είναι Χριστιανή. Ο Αρριανός τότε παρέδωσε και την αγία στα βασανιστήρια. Μετά από εννιά μέρες παρέδωσαν και οι δύο την ψυχή τους στον Κύριο.
Το εκκλησάκι, που βρίσκεται τώρα μέσα στο Κάστρο και τιμά τη μνήμη τους, χτίστηκε μετά το 1880 μ.Χ. με οικονομική ενίσχυση του αειμνήστου Συνταγματάρχη Νικολάου Τσερούλη, φρούραρχου Λευκάδας και σύμφωνα με Βασιλικό Διάταγμα του 1915 γίνεται παρεκκλήσιο του Μητροπολιτικού Ναού. Εξωτερικά μόνο το μικρό καμπαναριό σηματοδοτεί τη θέση του ναού. Όταν ο ευλαβής χριστιανός διαβεί το μικρό σιδερόφραχτο πορτόνι θα αντικρύσει την ημικυκλική είσοδο του μονόχωρου ναού. Το εκκλησάκι είναι κυκλικό με ένα άνοιγμα στο κέντρο για να μπαίνει φως. Ένας λιτός πολυέλαιος με κεράκια κρέμεται από την οροφή και φωτίζει την ι. εικόνα της Αγίας Μαύρας. Το τέμπλο είναι λιτό. Οι δεσποτικές εικόνες του 1952 είναι έργα του Βασιλείου Σίδερη.
Η ιστορία του Ιερού Ναού της Αγίας Μαύρας αρχίζει πολλά χρόνια πριν, όταν πατούν το νησί οι Ανδηγαυοί με ηγέτη τονΒάλτερο Βρυέννιο, το 1331 μ.Χ. Αυτοί καταγόμενοι από την κωμόπολη Sainte Maure ‘Αγία Μαύρα’ του Ανδηγαυικού Δουκάτου, φτιάχνουν καθολικό ναό και τον αφιερώνουν στην πολιούχο της παλιάς τους αγαπημένης πόλης.
Από τότε η ζωή των Λευκαδίων, αλλά και όλων των κατακτητών είναι δεμένη με την Αγία Μαύρα. Η παράδοση θέλει να έχει έρθει στο νησί μας η ευσεβής Ελένη Παλαιολόγου, κόρη του Θωμά Παλαιολόγου και σύζυγος του Λάζαρου Βράνκοβιτς προκειμένου να συνοδέψει την κόρη της Melizza για τον γάμο της με τον αφέντη της Αγίας Μαύρας Λεονάρδο Γ. Καθώς πλησίαζαν προς το νησί, συνάντησαν σφοδρή τρικυμία και η Ελένη τάχθηκε στην Αγία Μαύρα, προς την οποία πλησίαζαν, να σωθούν και να της φτιάξει ναό. Η ευσεβής Ελένη έγινε μοναχή με το όνομα Υπομονή και ετάφη στην Αγία Μαύρα.
Κάθε ιστορική στιγμή της Λευκάδας αρχίζει με το Κάστρο και τον Ι. ναό της Αγίας Μαύρας. Η νύχτα της βαριάς τουρκικής σκλαβιάς 1479 μ.Χ.μετατρέπει την εκκλησία της Αγίας Μαύρας σε τζαμί, ενώ όταν οι Ενετοί του Φραγκίσκου Μοροζίνι 1684 μ.Χ. παίρνουν το Κάστρο, επιτρέπουν τη μετατροπή του σε Ορθόδοξο ναό. Το 1810 μ.Χ. ο ναός καταστράφηκε από βομβαρδισμό των Άγγλων και κάηκε ο εφημέριος του Ι. Ναού Ανδρόνικος Μάντζαρης ή Λενίτσης. Διασώθηκαν τα ιερά σκεύη και η αρχαία εικόνα της Αγίας Μαύρας, η οποία σύμφωνα με την παράδοση, είναι προσφορά της Ελένης Παλαιολογίνας και φυλάσσεται με ιδιαίτερο σεβασμό στον Μητροπολιτικό Ναό της Ευαγγελίστριας.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, η ιταλική κατοχή μετατρέπει το Κάστρο και τον Ι. Ναό της Αγίας Μαύρας σε εστιατόριο, υπνωτήριο και τόπο διασκέδασης των αξιωματικών της φρουράς.
Σήμερα, σε πείσμα τόσο των κατακτητών, όσο και των σεισμών, που τόσο συχνά επισκέφθηκαν και άφησαν τα σημάδια τους στο ιστορικό εκκλησάκι, κάθε χρόνο, στο πανηγύρι της Αγίας, στις 3 Μαΐου, αλλά και στους Χαιρετισμούς της Υπεραγίας Θεοτόκου, συρρέουν πλήθη προσκυνητών να τιμήσουν τους μάρτυρες Μαύρα και Τιμόθεο, αλλά και να ψηλαφίσουν ταπεινά την μυρωμένη με τη θαλασσινή αύρα ιστορία του τόπου.
Ουρανία Σολδάτου Εκπαιδευτικός
——————
Ενδεικτική βιβλιογραφία πληροφόρησης
Ιερ/χος Ι. Ζαμπέλης, Η διαδρομή της Λευκάδας στο χρόνο
Ν. Βαγενάς,Το Κάστρο της Αγίας Μαύρας 1300-1977,2001
Πρ/ρος Γ.Ζαμπέλης, Η Αγία Μαύρα και το Κάστρο της, Λευκάδα 2007
Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, Τόμος Α΄, Αθήνα 1980
Π. Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, Τόμος Β΄, Αθήνα 1982